Scholia in Euripidis Phoenissas (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)

Scholia in Euripidem

Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 3. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

αἵματος τύχην
: ἀντὶ τοῦ αἵματος τυγχάνοντας, καὶ εἰς τοῦτο τύχης ἀφιγμένους, τουτέστιν ἐλθοῦσα δ’ εὗρεν αἵματι λοιπὸν πεφυρμένους καὶ τὴν τύχην αὐτοῖς τοῦ φόνου πέρας λαβοῦσαν. εὗρεν αὐτοὺς ἡ μήτηρ, ὥσπερ λέοντας δύο ἐν ἐρήμοις τόποις μαχομένους περὶ τραύματα, τουτέστιν ἢ περὶ σώματος ἢ παρδάλεως ἢ ἄλλου τινός. A.C. Ἄλλως. κοινὸν τὸ εὗρεν· ὁ δὲ λόγος ἀσύνδετος· ἐπὶ τοῖς τραύμασιν εὗρε ψυχρὰν σπονδὴν αἵματος, ὅπερ αἷμα τῶν φονευομένων σπονδή ἐστι τοῦ Ἅιδου καὶ τοῦ Ἄρεως. B.C.M.I.

1575.

ψυχρὰν λοιβάν
: τὴν εἰς ψύξιν καὶ θάνατον ἄγουσαν. B.I. σχόντας φόνον. Fl. 33.

1576.

ἃν ἔλαχ’ Ἀΐδας
: ἥντινα λοιβὴν ἐξ αἵματος ἔλαχεν ὁ Ἅιδης, παρόσον οἱ φονευόμενοι εἰς Ἅίδου χωροῦσι. προεξένησε δὲ,
φησὶν. ὁ Ἄρης τῷ Ἅιδῃ τὴν ἐξ αἵματος σπουδήν. A. B. C.M.I. κεκληρωται. B. ἐκληρώσατο. Gr.

1577.

χαλκόκροτον
: τὸ ὑπὸ χαλκοῦ συγκεκροτημένον καὶ κατεσκενασμένον ξίφος. B.I. χαλκήλατον, ὑπὸ χαλκοῦ ἠλασμένον. Gr. Cant. ἐκ χαλκοῦ κατασκευασθὲν, τὸ κρουόμενον παρὰ χαλκοῦ. Gu.

εἴσω
: παρέσω τὸ ξίφος. M.