Scholia in Euripidis Phoenissas (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)

Scholia in Euripidem

Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 3. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

129.

ἀστερωπός
: ἀστεροειδὴς τὸ σῶμα καὶ τὴν ἐσθῆτα γραπτός. τοὺς Γίγαντας πρὸς τὸ φοβερὸν αὐτῶν γράφουσιν. ἴσως οὖν καὶ αὐτὸς κατάστικτον ἔχει τὴν πανοπλίαν. τὸ δὲ ἑξῆς, γραπτῷ γίγαντι παραπλήσιος. διὰ μέσου δὲ τὸ ἀστερωπὸς ἔθηκε, δηλῶσαι θέλων τὸν ὄμμα λαμπρὸν ἔχοντα ὁμοίως ἀστέρι. Ἄλλως. λαμπρὸς ἐν ζωγραφίαις, ἢ ἀστεροειδὴς καὶ ποικίλος ἐν ταῖς γραφαῖς τῆς ἀσπίδος· εἰσὶ γὰρ κατάστικτα τὰ ὅπλα. A.B. M.I.

ἐν γραφαῖσιν
: ἐν τῷ τύπῳ καὶ χαρακτῆρι τοῦ προσώπου, ἢ τῶν ὅπλων (κατάστικτα γὰρ καὶ ποικίλα ταῦτ’ εἶχεν), ὃ καὶ κρεῖττον.
οὐδὲ γὰρ ἠδύνατο τὴν τοῦ προσώπου μορφὴν τούτου θεάσασθαι, ἐσκευασμένου τοῖς ὅπλοις. Gu. Leid.

πρόσφορος ἁμερίῳ γέννᾳ
: ὅμοιος. B. M. τῇ ἀνθρωπίνῃ φύσει οὐχ ὅμοιος, ἀλλ’ ἀνημέρῳ τινὶ καὶ θηριώδει γηγενεῖ ἐοικώς. A.B. ἀνθρωπίνῃ. M. ὅμοιος, προσφέρων, προσεοικὼς τῇ τῶν ἀνθρώπων γενέσει καὶ φύσει· ἁμέριοι γὰρ ἀπὸ τοῦ πρὸς ἡμέραν ζῆν. Ἄλλως. οὗτος, φησὶν, ἀνήμερος καὶ θηριώδης φαίνεται, οὐκ ἐοικὼς ἀνθρώπῳ, ἀλλ’ ἀνημέρῳ τινὶ γηγενεῖ. A.T.