Scholia in Euripidis Orestem (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)
Scholia in Euripidem
Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 2. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.
1476.
ἀγκύλας: τὰ ἀκόντια, ἀπὸ τοῦ ἐπηγκυλίσθαι, ἢ διότι ἀπὸ τῆς κατὰ μέσον ἀγκύλης λαμβανόμενοι ῥίπτουσιν. B. M. Gu. I.
1477.
πρόκωπον: μεγάλην κώπην καὶ ἐκτεταμένην ἔχον. B. M. I. ἤγουν σπάθην, ἥτις ἔχει τὴν κώπην προβεβλημένην. Bar. Gr. σπάθην τὴν ἔμπροσθεν κώπην καὶ λαβὴν ἔχουσαν. Cant. Gu.
1478.
ἔναντα: ἐξεναντίας ἡμῶν. Cant. Gr.
1479.
ἀλίαστος: ἀντὶ τοῦ ἄτρεπτος καὶ ἄφευκτος ἐν ταῖς μάχαις, ἢ ἀκατάπαυστος, ἢ ὂν οὐκ ἔστι λιάσαι καὶ εἰς φυγὴν τρέψαι. B.M. Gu. I. ἄφοβος. B. ἄφυκτος. Gr. ἀνέμπληκτος, φοβερὸς, θαρσαλέος. Gu. ἀθορύβητος, ἄφοβος. Fl. 21. ἀνδρεῖος, φοβερός. Fl. 2.