Scholia in Euripidis Orestem (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)

Scholia in Euripidem

Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 2. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

1455.

φονίων παθέων
: ἕνεκα τῶν φονικῶν. Gr. Fl. 6. 9. 17. 21. 56. 76.

ἀνόμων
: παρανόμων. Gu.

1456.

ἔδρακον
: εἶδον. Gr. ἐθεασάμην. \\Gu.

1457.

ἀμφὶ πορφυρέων
: τὸ ἀμφὶ πορφυρέων ἢ ἓν μέρος λόγου νόει· ἀμφιπόρφυρα γὰρ ἱμάτια φαμὲν τὰ ὁλοπόρφυρα, ὥσπερ καὶ ἀμφίχρυσα τὰ ὁλόχρυσα· ἢ τὸ ἀμφί πρὸς τὸ σπάσαντες νοητέον, ἵν’ ἡ ἀμφισπάσαντες ἀντὶ τοῦ περιλαβόντες· ἢ τὸ ἀμφί ἔμφασιν ἔχει διὰ τὴν Ἑλένην, οὕτως· ἀμφὶ τὴν Ἑλένην δηλονότι σπάσαντες καὶ λαβόντες ξίφος ὑπὸ σκότου τῶν πορφυρέων πέπλων, ἤγουν ἃ ὑποκάτω τῶν ἱματίων εἶχον, ἐν ταῖς χερσὶν ἄλλος ἄλλοσε δίνασεν.
ἢ τὸ ἀμφί πρὸς τὸ ἐν χερσίν, ἵν’ ᾖ τὸ ἀμφί καὶ τὸ ἐν ἐκ παραλλήλον. Bar. Gu.