Scholia in Euripidem (scholia vetera)

Scholia in Euripidem

Scholia in Euripidem. Schwartz, Eduard, editor. Berlin: G. Reimer, 1887.

τὸ λοίσθιον μίασμα: τὸ ἔσχατον, τὸ ⟨μὴ⟩ ἀφ’ ἑτέρου εἰς ἕτερον διαβαῖνον. Ὅμηρος [Ψ 536] λοῖσθος ἀνήρ ὥριστος. εἶς δὲ. φησὶν, ὁ πρὸς τῷ τέλει ἤμελλεν εἶναι μεμιασμένος, ὁ ὕστατος, ὁ μηκέτι ἔχων ἕτερον μεθ’ ἑαυτόν. οἶον· εἷς ἕνα φονεύει κατὰ διαδοχὴν, καὶ οὐδείς ἐστι μύσους αἴτιος, ἐν ὅσῳ φονεύεσθαι μέλλει, εἰ μὴ εἶς. ἐκεῖνος μέντοι ὁ μὴ φονευθησόμενος μεμιασμένος ἐστὶν, ὁ πρὸς τῷ τέλει: — MTABi