De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

Οὐκοῦν, ὦ <γενναῖε> Ὠρίγενες, εἰ ἐπὶ τοῦ εἴδους μόνον προσ- δοκᾶσθαι διισχυρίζῃ τὴν ἀνάστασιν ἐν πνευματικῷ μεταθησομένου σώματι, ἀπόδειξίν τε τούτου δοκιμωτάτην τὴν κατὰ τὸν Ἠλίαν ἡμῖν ἀπὸ τοῦ βίουσ ἔξοδον ὤφθησαν οὐχ ἕτερον παρ’ ὃ εἶχον εἶδος ἐξ ἀρ- ὁ

ὁ Μωυσῆς δὲ καὶ ὁ Ἠλίας πρὸ τοῦ τὸν Χριστὸν παθεῖν καὶ ἀναστῆναι ἤδη τὸ εἶδος τοῦτο ὃφῂς ἔχοντες ἀνέστησαν καὶ ὤφθησαν, — πῶς δὴ ἔτι ὁ Χριστὸς »πρωτότοκος« εἶναι »τῶν νεκρῶν« <καὶ »ἀρὴ>

τῶν νεκρῶν« Χριστὸς εἶναι πεπίστευται, »πρωτότοκος« δέ ἐστι »τῶν νεκρῶν« ὁ πρὸ πάντων ἀναστάς, ὁ δὲ Μωυσῆς ἤδη καὶ πρὸ τοῦ τὸν Χριστὸν παθεῖν <καὶ ἀναστῆναι> ἔχων τὸ εἶδος τοῦτο ἐφάνη τοῖς ἀποστόλοις, περὶ ὃ πληροῦσθαιφ φῂς αὐτὸς τὴν ἀνάστασιν, οὐκ ἄρα τοῦ εἴδους χωρὶς τῆς σαρκός ἐστιν ἡ ἀνάστασις.

ἤτοι γὰρ τοῦ εἴδους [*](1 vgl. De res. I, 25, 7 — 5 vgl. De res. I, 58, 2 S. 320, 7. Plato Alk. I, 135 E. Pol. II, 363 A. Klem. Alex. II, 1. 7, 5 s. 176, 24 stähl. — 7 Mt. 17, 3. Mark. 9, 11. Luk. 9, 30 — 13 Apok. Joh. 1, 5. Kol. 1, 18; vgl. Orig. in Cramer Catene v, 295, 9ff (Journ. Theol. Stud. X, 46, 12)) [*](5—S. 398, 8 Phot. Bibl. 234 s. 299b, 6—300b, 15 — 12 vgl. Dial. Adam. V, 11 S. 192, 26ff) [*](2 κἂν] »sond. indem vielmehr« S | ὥσπερ jakože: S | τὸ τοῦ?(S.252,22); ipsius domini Pamph. 3 καὶ Μωυσέως<s 3f οὐχ ἕτερον . . παρ’ ὃ ἦν<S: ita non erit alia sanctorum species, etiamsi multo gloriosior flat Pahph. 3 με- ταμ. s 143v 5 Ph beginnt εἶτα μετ’ ὀλίγον φησίν· Οὐκοῦν etc. | γενναῖε wie I, 58, 2 u. Pl, vgl. Jh Meth. Platon. Nr. 651; schwerl. ist ἄριστε zu lesen 5f προσδοκᾶσθαι διισχ.: »erwartest (versicherst), daß geschehe« S 6f τοῦ σώματος εἰς πνευματικὸν σῶμα S 7 τούτου tilgte Bo | δοκιμωτάτην<S 8 παρέχων S 9 παρ’ — διασῴζοντες Ζ. 10] παρὰ τὸ ἐξ ἀρχῆς εἶδος ἔχοντες las schwerl. S 10 ἔσται] σοι Ph a 11 ὁ νοr Ἠλίας < Ph b 12 ἤση—τοῦτο und ἔχον- τες<S, aber schwerl. seine Vorlage | σὺ φῂς S | ἀνίστασθαι oder ἀναστῆναι S | καὶ ὤφθησαν<S 13 ἔτι ὁ Χρ.] ὁ Χρ. γὰρ w. e. sch. S 14 καὶ ἀρχὴ+S 15 εἶναι <S 15f ἐκ τῶν νεκρῶν w. e. sch. S 16 πρὸ πάντων] πρῶτον S 144 17 καὶ ἀναστῆναι + S 19 ἤτοι] εἰ w. e. sch. S)

395
ἐστίν, ὡς<ἐκεῖνος> ἐγγυᾷ, μόνου ἡ ἀνάστασις, καὶ οὐ δύναται ἕτι »πρωτότοκος« εἶναι ὁ Χριστὸς »τῶν νεκρῶν«, τῷ πρὸ αὐτοῦ ἐχούσας τοῦτο μετὰ τὴν τελευτὴν τὸ εἶδος πεφηνέναι ψυχάς· ἤ »πρωτότοκός« <ἐστιν> ἀληθῶς, ὤσπερ ἔστι, — <οὐδὲν γὰρ ἐν αὐτῷ ψευδές> — καὶ ἀδύνατον ὄλως ἠξιῶσθαι πρὸ αὐτοῦ τινας τῆς εἰς τὸ μὴ αὖθις ἀποθανεῖν ἀναστάσεως.

εἰ δὲ ἀνἐστη οὐδεὶς πρὸ αὐτοῦ, οἱ δὲ ἀμφὶ τὸν Μωυσέα καὶ τὸν Ἠλίαν σἀρκας μὲν ἔχοντες τοῖς ἀποστόλοις οὐκ ὤφθησαν, μόνον δὲ τὸ εἶδος . . , ἡ ἄρα ἀνάστασις ἐπὶ τῆς σαρκὸς προφανῶς δηλοῦται.