De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

Καὶ γοῦν τὴν ἐπὶ τοῦ προφήτου <Ἰωνᾶ> μυστηριωδῶς πεπραγματευμένην οἰκονομίαν δηλοῦντες, ἄπαντα εἰς τοῦτα ἀναφανδὸν συντείνοντα εὔρομεν τὸν λόγον. περιέχει δὲ καὶ μέγα μυστήριον ἡ κατὰ τὸν Ἰωνᾶν ἱστορία.

ἔοικε γὰρ τὸ μὲν κῆτος νοεῖσθαι ὁ χρόνος, [*](1 Psal. 103, 4 — 3 Gen. 2, 7 — 4 Gen. 2, 7. 1, 26; vgl. Tert. De res. 6 — 7 Weish. Sal. 2, 23 — 13 vgl. Joh. 1, 14 — De res. I, 39, 6. II, 18, 8 — 16 Jona 1. 2. Iren. Adv. haer. III, 20, 1 — 19 vgl. E. Hennecke, Altchristl. Malerei u. altkirchl. Lit. S. 57ff) [*](5 Greg. Nyss. De poif. hom. 4) [*](1 καθὼς—αὐτοῦ2 Ζ.2 + Bo, πῦρ φλέγον + S wieder beginnend 3 χαλκοῦ ἢ γύψου S | ἔλαβε — ἄνθρωπον Ζ. 4 + S 131v 3f ἀπὸ τ. γῆς < auch S 4 Tert. limus ille iam tum imaginem induens Christi | τῷ — γεγενημένην Ζ. 5 < S 6 χρή] »aus welchem Stoff sie auch sein mögen« richtig + S | διὰ — μορφήν Ζ. 6f < S 7 θεοῦ — »waren« Z. 9 + S ἐπ. αὐτ. < S 10 ἀνένδεκτόν ἐστι: »denn es ist notwendig, . . nicht« S 10f ὡς ἠτ. < S 11 παντ. < S | »Denn — sind« Z. 12 + S 13 τὴν καθ᾿ ἡμᾶς οἰκ.: »diese Welt« S | καὶ ἐσαρκώθη — ἡμῶν Ζ. 14 < S 14 τὴν εἰκόνα < S | ἐπισκευάσῃ S 15 πολλοῦ χρόνου S | ἀναστήσῃ ἀνώλεθρον < S 16 Καὶ γοῦν] Εἰ οὖν θέλομεν S, davor »Von dem Propheten Jonas« | Ἰωνᾶ + S μυστηριωδῶς < S 16f πεπραγμ.: »gesehenen« S 17 εἰς τοῦτο — λόγον Ζ. 18: »dies wird uns sehr verständlich werden« S 18 περιέχει — ἱστορία Ζ. 19 vielleicht mit Recht < S 19 ἔοικε . . νοεῖσθαι: »es ist gleich« S)

381
ατε μηδέποτε ἑστώς, ἀλλὰ πορευόμενος ἀεὶ καὶ καταδαπανῶν τὰ γεννώμενα μακροῖς τε καὶ βραχυτέροις διαστήμασιν.

ὁ δὲ φεύγων Ἰνωᾶς ἀπὸ προσώπου τοῦ θεοῦ αὐτὸς ἐκεῖνος ὁ πρῶτος ἄνθρωπος· ἀθετήσας τὴν ἐντολὴν ἔφυγεν ἀφθαρσίας ὀφθῆναι γυμνός, τὴν πρὸς τὸ θεῖον ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας παρρησίαν ἀφῃρημένος.

τὸ δὲ πλοῖον, εἰς ὃ ἐπιβὰς ἐχειμάζετο, ἡ κατὰ τὸν παρόντα καιρὸν βραχύβιός ἐστιν αὕτη καὶ δυσάρεστος ζωή, οἷον τραπέντων ἡμῶν καὶ μεταναστευσάντων ἀπὸ τῆς μακαριωτάτης ἐκείνης καὶ ἀκινδύνου ζωῆς εἰς τὸν πολυχειμαστότατον τοῦτον βίον καὶ ἀκατάστατον, καθάπερ ἀπὸ γῆς εἰς πλοπῖον. ὃ γὰρ πλοῖον πρὸς γῆν, τοῦτο ὁ παρὼν βίος πρὸς τὸν ἀθάνατον.

ὁ δὲ χειμὼν καὶ αἱ ἐπισυνιστάμεναι καθ᾿ ἡμῶν λαίλαπές εἰσιν οἱ ἐνταῦθα πειρασμοί, ὥσπερ ἐν κλύδωνι τῷ κόσμῳ ἀλύπως εὐθυδρομῆσαι τὸν βίον ἡμᾶς ἐν γαλήνῃ καὶ νηνεμίᾳ κακῶν μὴ ἐπιτρέποντες.