De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

Siehe nun auch [*](3 vgl. Symp. II, 6 S. 23, 2 ff — 7 vgl. Justin De resurr. (S. Parall. 107, 148f S. 41 Holl). Orig. zu I Kor. 15, 23 Cramer, Catene V, 296, 1 ff — 9 Iren. Adv. haer. V, 3, 2. Tert. De resurr. 11) [*](7—S. 379, 8 S. Parall. 429 S. 180 Holl — 10 Epiph. Panar. haer. 64,71 (II, 687, 11 Dd). Makar. Magnes IV, 30 S. 220, 21 Blondel. Isidor Pelus. Ep. I 284 PGr 78, 349 B. Anastas. Sin. Respons. 92 PGr 89, 728 A) [*](1 vor »und Befruchtung« + »Von der Befruchtung« S 3 ff die Stelle aus Symp. 2 6 bietet C mit dem Lemma als aus περὶ ἀναστάσεως; vgl. bes. S. 23,7 ff τίς γάρ ἐστιν ὁ προμηθυόμενος μὴ συμπνίγεσθαι τῷ ὑγρῷ καὶ τῇ συνοχῇ τῶν ἀγγείων ἐπικλυζόμενον ἔσω τὸ ἔμβρυον und 23, 10 ff ἀνελθεῖν εἰς μέγεθος . . ἐξ ἀσθενοῦς καὶ βραχέως μεταβάλλων 7 C in C 83v und R 91r; Lemma ἐκ τοῦ αὐτοῦ, vorausgeht Meth. De resurr. II, 18, 3—11 | σταγόνος: »Samen« übersetzt S 7 f μηδέπω — μηδέν Ζ. 8 < S 8 μηδέν Jh: μηδὲ C | ἐν — συνοχῇ καὶ] καὶ ἐν τοσούτῳ S | τοιαύτη Cr 9 πυγμῶ, von sp. Hd. in πηγμῷ R; »Feuer« S | ἐκ τοῦ μηδενὸς < S 9 Justin Θαυμάσαι μειζόνως, ὅτι ἐξ ἐλαχίστης ῥανίδος ὑγροῦ τηλικοῦτον πλάσσεται ζῷον. Iren. καίπερ πολλῷ δυσκολώτερον . . ἦν, ἐκ μὴ ὄντων ὀστέων etc. ποιῆσαι εἰς τὸ εἶναι καὶ ἔμψυχον καὶ λογικὸν ἀπεργάσασθαι ζῷον, ἢ τὸ γεγονός, ἐπειτα ἀναλυθὲν εἰς τὴν γῆν, αὖθις ἀποκαταστῆσαι. Epiph. εἰ γὰρ τὰ ἐξ οὐκ ὄντων ἐποίησεν εἰς τὸ εἶναι, πόσῳ δὴ μᾶλλον τὸ ὂν εἰς τὴν ἰδίαν κατάστασιν εὐχερῶς ἀποκαταστήσει; Anast. ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι τὸν ἄνθρωπον ἀγαγών, εὐκοπώτερον τὸ πλάσμα τὸ ὑπ᾿ αὐτοῦ πλασθὲν καὶ διὰ θανάτου διαλυθὲν ἀναπλάσαι καὶ ἀνακαινίσασθαι δυνήσεται. Makar. ὁ γὰρ τὸ μὴ ὂν εἰς οὐσίαν ἀναγαγὼν πολλῷ μᾶλλον τὸ γενόμενον καὶ λυθὲν ἀνασώσει καὶ βελτίονος ἀξιώσει προσθήκης κ. λήξεως 10 αὖθις S 129 | ὁ ἄνθρωπος < S 11 μέγα: »schwierig« S | ἤδη u. καὶ διαλυθὲν < S 12 τὸ vor μηδέπω < Cr | ἐκ — κατασκευάσαι: »ins Leben einzuführen« übersetzt S | »Siehe — Κunst« S. 374, 6 < C)

374
an den Künstlern. Denn nicht ist so schwierig ein ehernes Gefäß, nachdem man <es> zerschmolzen, in dieselbe Gestalt zu bilden, wie etwas mit noch nicht bearbeitetem Stoff von neuem zu machen. Denn viel Arbeit ist hier. Zuerst das Brennen des Metalls, dann das Schmelzen, nämlich die Reinigung, und ferner das Gewinnen der Gestalt von der Kunst.

ἐὰν γοῦν ἐθελήσωμεν διῖξαι τὴν γονὴν τὴν ἀπὸ τοῦ ἄρρενος ἀπεκκρινομένην, παραγάγωμεν δὲ κατὰ τὸ αὐτὸ καὶ τεθνῃκότος σῶμα, ποῖον πιστεύσουσιν ἡμῖν οἰ θεωροί, εἰς τὸ φανερὸν ἑκατέρων κειμένων ἐσεσθαι ἄνθρωπον; ἆρα τὴν σταγόνα ἐκείνην τὴν ὅλως οὐδὲν ὑπάρχουσαν ἢ τὸν ἤδη σχῆμα καὶ μέγεθος ἔχοντα καὶ ὑπόστασιν; εἰ γὰρ ἐκεῖνο τὸ ὅλως οὐδὲν μόνον ἐθελήσαντος τοῦ θεοῦ ζῷον τὸ κάλλιστον γίνεται, πολλῷ μᾶλλον τὸ ἤδη ὑπάρχον καὶ τετελειωμένον ἐθελήσαντος λήσαντος τοῦ θεοῦ πάλιν τὸ αὐτὸ ἀνθρωπος γίνεται.

Ἐπεὶ τί βουλόμενος ὁ θεολόγος Μωσῆς τὴν κατὰ τὴν σκηνοπηγίαν ἑορτὴν ἐν τῷ Λευϊτικῷ μυστικῶς εἰσηγήσατο; ἆρα γὰρ ἵνα οὕτως ἑορτάσωμεν τῷ θεῷ, καθάπερ ἐξηγοῦνται χυδαιότερον οἱ Ἰουδαῖοι νοοῦντες τὰς γραφάς, ὡς τοῦ θοῦ σκηναῖς τοιαύταις ἐκ καρπῶν καὶ κλάδων καὶ εὐφύλλων <ξύλων> κατεσκευασμέναις ἀρεσκομένου, ἃ εὐθέως μαραίνονται τὴν χλόην ἀποσυλώμενα; οὐκ ἔστιν εἰπεῖν. [*](14 Lev. 23, 39. 40. Symp. 9, 2 S. 116, 7 ff — 16 vgl. Symp. S. 50, 14 u. zu De lepra 14, 5. Vgl. Tert. De res. 26. Orig. z. B. In Exod. hom. 3 IX 26 Lomm.) [*](1 »schwierig« bědno [nῠ] S 6 γοῦν Ce: οὖν Cr | δεῖξαι — ὑπόστασιν Z. 10: »werden wir aber nun erkennen, was mehr ist: ein Tropfen Frucht oder ein gestorbener Leib, der annimmt und hat die Gestalt des Menschen?« S; »annimmt d. Gest. d. M.« (»d. M.« zweimal) als Überschrift in S 7 παραγάγομεν Ce | κατὰ τὸ αὐτὸ Ce: αὐτὸ καθ᾿ ἑαυτὸ Cr 8 πιστεύουσι C 10 ἔχοντα hinter ὑπόστασιν Cr 11 τὸ ὅλως οὐδὲν: »nicht dies nicht jenes seiend« S | μόνον übersetzt nicht S | τοῦ < Cr 11f ζῷον τὸ κάλλιστον] πάλιν τὸ αὐτὸ ἄνθρωπος Cr, »ein wie großes Lebewesen« S 12 πολλῷ] Cc 84 | τὸ ἤδη — γίνεται Z. 13] »kann von dem in Selbständigkeit (ὑπόστασις oder ἰδιότης) gewesenen Menschen gemacht werden« S 12 f θελήσαντος Cc 13 τὸ αὐτὸ πάλιν Cr | γενέσθαι Cr 14 vor Ἐπεὶ »Daß auch die Errichtung der Hütten nichts anderes anzeight als die Auferstehung« + S | ὁ θεολόγος < S | μωνσῆς Cr 14 f τὴν — ἑορτὴν und μυστ. εἰσηγήσατο: »die Errichtung der Hütten geboten« S 129v 16 ἐξηγοῦνται: »gebieten« »wollen« S | χυδαιότερον: »schwach und kleinlich« S | οἱ < Cc 17 σκηναῖς—κατεσκευασμέναις Ζ. 18: »an schönblättrigen Nuß- und anderen Bäumen« S 18 φύλλων Cr | ξύλων + S 19 τὴν χλόην ἀποσυλ. < S | ἀποσυλόμενα Cr | οὐκ ἔ. εἰ.: »Νicht nun« übersetzt S)

375
τίνος οὖν ἡ σκηνοπηγία, γράσατε, εἰσήχθη μήνυμα;