De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

Ὅθεν ἔωμεν πάλιν ἐπισκεψόμενοι τὰ ἐν χερσίν, ἱκανῶς ἀποδείξαντες μὴ εἶναι τοὺς δερμαντίνους χιτῶνας τὰ σώματα, ἀλλὰ τῆν ἀπὸ τοῦ ἀλόγου τῶν ζῴων νεκρότητα κατεσκευασμένην· τοῦτο γὰρλείπεται. ἀμέλει τῶν ὅρων ἔξω τοῦ παραδείσου κατὰ ταύτην ἐξοικίζεται τὴν αἰτίαν· οὐ γάρ, ὅτι μὴ θέλων ὁ θεὸς ἀπὸ τοῦ ξύλου δρέψασθαι τῆς ζωῆς αὐτὸν καὶ φαγεῖν ἐξέβαλεν (ἐδύνατο γὰρ εἰς τὸν αἰῶνα ζῆ, αὐθις φαγὼν ἀπὸ τῆς ζωῆς), ἀλλ᾿ ἵνα μὴ ἀθάνατον, ὡς ὑπεθέμεθα, γενηθῇ τὸ κακόν.

ἐπεὶ διὰ τί τὸν Χριστὸν ἀπὸ τῶν οὐρανῶν ἀπέστελλεν εἰς τὴν γῆν, εἰ ὅλως ἤθελε ζωῆς τὸν ἄνθρωπον [*](1 Gen. 2, 7—2 Justin De ressurr. 7 (S. Parall. S. 44, 241 ff Holl) — 11 De res . I, 38, 5. 39, 7. 40, 6—vgl. Symp. S. 12, 13f. 42, 3f. De res. I, 25, 1) [*](1 vgl. Prokop. PGr 87, 1, 164f — 11 Greg. Naz. Or. 38, 12. Greg. Nyss. III, 253 B (156 Oehler. PGr 46, 148 C) — 13f. 16 ff vgl. Prokop. 87, 1, 165, 8f) [*](1 τὰ ἑξῆς]προσκολληθήσεται τῇ γυναικὶ (πρὸς τὴν γυνῖκα An b) αὐτοῦ καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν An | ψυχῶν μόνον]ψυχῆς 8 (doch viell. dusi aus dusj) An 1f καὶ πληθύνεσθε + S 3ὃ U 121 v: <V 4 φαίνεται] φησιν oder φἁσκεται las schwerl. S; »er sprach« rece od. »gesagt wurde« re(??)esja wohl aus »erncheint« mnitsja 5 ἐκ παντὸς wohl auch S (ot sego aus ot vsego) 6 σεσωματοποιεῖσθαι U 7 αὐτὸν < schwerl. S (»non allem« nsego S wohl aus »Alles . . seinem (Fall]« vse ego) | τὰ πάντα An 8 χιτῶνας] ἐκείνους viell. + S | μετὰ τὸ ἐκπεσεῖν: »hernach« S | ἐκπεσεῖν]es endet An 9 ἐπισκεφάμενοι V | χερσὶν]νῦν ὄντα+S 10 μὴ εὶναι —νεκρ. auch als Überschrift S 11 ἀπὸ τοῦ ἀλόγου V: (τῶν) ἀλόγων S: ἀπὸ τοῦ λόγου U pet Dd: ἐπὶ τοῦ λογικοῦ Jh | νε/κρ. V | κατεσκευασμένην < S 12 λεέπεται S 80 | ἀμέλει]»und nun« S | παραδείσον]γενόμενος καὶ+S 12f ἐξοικισθεὶς S 13 οὐ γὰρ] Prok S. 165, 8 | ὅτι < S 14 δρέψασθαι . . καὶ < S | τῆς ζωῆς < S | ἡδύνατο U 15 τ. ζωῆς] τοῦ ζύλου S, aber vgl. S. 284, 15 16 ἐπεὶ δαὶ τί: διὰ τί γὰρ überetzt S | ἐπεὶ—ἐνοχλήσῃ S. 287, 9 auszugsweise bei Prok 17 ἀπέστειλεν U | εἰς τὴν γῆν < S | ἠθέλησεν U)

284
ἄγευστον ἀποθανεῖν εἰς τὸ παντελές; εἰ δὲ ἐκ μεταμέλου φαίη τοῦτο πεποιηκέναι τὸν θεὸν ὁ ἀντικέγων, ἀσθενὴς αὐτῷ ὁ λόγος, μεταγινώσκοντα τ]ν θεὸν εἰσάγων. ἀλλ᾿ οὔτε ἀσύνετος τοῦ μέλλοντος ὁ θεὸς οὔτε κακοποιός, ἀλλὰ καὶ ἄκρως ἀγαθὸς καὶ προγινώσκων τὰ μέλλοντα.

ὥστε οὐκ ἄρα διὰ τὸ μὴ σῴζεσθαι εἰς τὸν αἰ[νωα φαγόντα αὐτὸν ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς ἐξέβαλεν, ἀλλὰ διὰ τὸ νεκρωθῆναι πρῶντον θανάτῳ τὴν ἁμαρτίαν, ἵν᾿ οὕτως μετὰ τὸ ἀποθανεῖν ἐκτακεἰσης τῆς ἁμαρτίας ἰγερθεὶς ὁ ἄνθρωπος καθαρὸς φάγῃ τῆς ζωῆς.

Μηδεὶς δὲ ἀβέλτερος ὢν παρακινδυνευέτω ὡς τούτων ἑτέρως λεχθέντων. ὁ γὰρ ὅλως ὁριζόμενος τὴν σάρκα μὴ εἶναι ταύτηνἀθανασίας δεκτικήν, ὄντως ἀνοίας ὑπεύθυνος ὢν νόσῳ βλασφημεῖ.