De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

οὐ γὰρ ὅπως ὁ ἀδικήσας ἀδικήσῃ πλέον συνεργὸς αὐτῷ πρὸς τὸ ἀδικεῖν ὁ δεσμὸς δίδοται, ἀλλ᾿ ὅπως λήξῃ τοῦ ἀδικεῖν, βασανιζόμενος διὰ τῶν δεσμῶν· καὶ γὰρ οἱ δικασταὶ ταῦτῃ πεδοῦσι τοὺς φαύλους. κωλύονται γὰρ, κἂν μὴ βούλωνται, κακοποιεῖν ὑπὸ τῶν δεσμῶν. ἐλευθεριαζόντων δὲ τὸ κακουργεῖν ἐστιν καὶ ζώντων ἀφυλάκτως, ἀλλ᾿ οὐ πεπεδημένων.

ὁ δὲ ἄνθρωπος πρῶτον μὲν ἐφόνευσε, κατὰ τὸν Κάϊν, ηὑξήθη πρὸς ἀπιστίαν, εἰδώλοις προσέσχεν, ἀπεστάτησε θεοῦ. καὶ πῶς αὐτῷ δεσμὸς τὸ σῶμα ἐδόθη; ἢ πῶς ὁ [*](14 Symp. S. 59, 15 ff. 134, 5f. De res. I, 37, 6 4—10 Justinian Ad Men. PGr 86, 951 A 1 τὸ σῶμα οὐ δεσμός ἐστι ψυχῆς, ἀλλὰ συνεργόν D | τὴν δὲ—χρῆσθαι Z. 2 < V | τὴν δὲ: καὶ τὴν S | συνεργῷ] αὐτῇ w. e. sch. S 2 καὶ συμπρ. τῷ δ. < S 3 εἰ γὰρ—τῶν δεσμῶν Z. 10 fast wörtlich Just (Abweichungen in d. Wortstellung merke ich nicht an) | εἰ] ἕνα V | ὡς βασανιστήριον S, πρὸς κόλασιν τῇ ψυχῇ Just | ἐδόθη τὸ σῶμα Just | πρὸς—εἰς Z. 4] ὥστε αὐτὴν ὀδυνωμένην .. πρὸς Just | πρὸς—ψυχήν Z. 4] »daß sie gedemütigt Gott ehre« S 4f καὶ συναγωνίζεται < S 5 αὐτῇ < S | ἀδικεῖν] ἁμαρτάνειν Just μ. + ὁ τοῖς κολαζομένοις γίνεται aus dem Folgenden | δεσμὸς V 6 καὶ πέδαι—πᾶσαι] »und das Übrige« S | συλλήβδην] συντόμως εἰπεῖν Just | αἱ—ἐφεκτικαὶ Z. 7] τὰ τοιαῦτα ἐφεκτικὰ Just | πᾶσαι < V | πρὸς ἐπανόρθωσιν—γίγνονται Z. 8] »sind zur Erhaltung und Weisung und zur Besserung für die Unzucht and anderes Böse, und es ist bestimmt den Sündigenden« S 7 ἐπεκτικαὶ U | τοῦ ἁμαρτ. Just 8 γὰρ < V | ἀμαρτήσας πλέον ἁμάρτῃ Just | ἀδικήσει U 9 αὐτὸ V | πρὸς τὴν ἁμαρτίαν Just: »zur Vollbringung« S | λήξῃ] παύσηται Just | ἀδ.] ἁμαρτήνειν Just 10 τῶν δεσμῶν U Just (endet): τὸν δεσμὸν V, τοῦ δεσμοῦ übersetzt S | οἱ δικ. γὰρ (ohne καὶ) S | πεδοῦσι] τῆ πεδώσει V: »strafen« S, aber las schwerl. παιδεύουσι 11 κωλύον V 12 τοῦ δεσμοῦ übersetzt S | ἐλευθερ.—πεπεδημένων Ζ. 13 wohl wegen eines Homoioteleuton < S 14 πρὸς ἀπ.] »an Unglauben« S:"neverstvom, aber wohl neverstvom aus nevěrsjstvo S 15 ἀπεστάτησεν ἀπὸ U)

269
θεὸς μετὰ τὸ πρὸ σώματος ἀνομῆσαι τὸν ἄνθρωπον συνεργὸν πρὸς ἀδικίαν αὐτῷ μείζονα τὸ σῶμα ἔδωκεν; πῶς δὲ καὶ μετὰ τὴν κατασκευὴν πρὸ προσώπου σου« λέγεται »τέθεικα

πρὸ προσώπου σου« λέγεται »τέθεικα τὴν ζωὴν καὶ τὸν θάνατον, ἐκλεξαι τὴν ζωήν, τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ πονηρόν, ἔκλεξαι τὸ ἀγαθόν«, καί »ἐὰν θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου«. ταῦτα γὰρ ὡς αὐτεξουσιάζοντι, καὶ οὐχ ὡς ὑπὸ δεσμὰ καὶ ἀνάγκην ἀγομένῳ ἐρρήθη.

ὥστε ἐκ παντὸς συνίστασθαι μήτε πέδας ἢ φυλακὴν ἢ δεσμοὺς <δεῖν> νομίζειν τὸ σῶμα μήτε »δεσμώτιδας γῆς« διὰ ταῦτα τὰς ψυχάς, »χοϊκαῖς« κατακρίνοντος αὐτὰς τοῦ θεοῦ δεθῆναι »πέδαις«.

πῶς γάρ, ὁπότε μὴ δύναται ἀποδειχθῆναι τοῦτο; ἄτοπον δὲ κἀκεῖνο προφανῶς τὸ οἴεσθαι τὸ σῶμα ἐν τῇ κατὰ τοὺς αἰῶνας διαγωγῇ μὴ συνέσεσθαι τῇ ψυχῇ διὰ τὸ δεσμὸν αὐτὸ καὶ πέδας εἶναι, ἵνα μὴ αἰώνιοι γενώμεθα κατάκριτοι δεσμῶται κατ᾿ αὐτοὺς φθορᾶς, ἐν τῇ

βασιλείᾳ τοῦ φωτὸς ἐσόμενοι, λελυμένου γὰρ ἱκανῶς καὶ ἐξελεγχθέντος τοῦ λόγου, ἐν ᾧ δεσμὸν τῆς ψυχῆς ὡρίσαντο εἶναι τὴν σάρκα, [*](3 Deut. 30, 15 — 5 Jes. 1, 19 — 8 vgl. Klagel. Jerem. 3,33; vgl. De res. I, 30, 1. 33, 2 — 12 vgl. De res. I, 6,2 S. 227, 19f — 15 De res. I, 4, 4. 5, 6. 13, 6 10 S. Parall. 445 S. 163 Holl. Doctrina patrum S. 179, 20 Diekamp 1 τὸν ἄνθρωπον < S (oder αὐτὸν u. < αὐτῷ Ζ. 2) | συνεργὸν U 140v 2 ἀδικ. S 73v | τὸ V 355 | ἔδ. S: ἔδωτο V, ἔδοτο U 3 τῶν δεσμῶν übersetzt S | τέθηκα U 4f τὸ πονηρὸν κ. τὸ ἀγ. S | καὶ τὸ πονηρὸν—ἀγαθόν < V 5 ἔκλ. τὸ ἀγ. < Dd Jh 6 τ. γὰρ πάντα S | ὡς αὐτ. Βο: ὡσαυτῶ ἐξουσιάζοντι U, ὡς ἐξουσιάζοντι V S: λέγεται + S 7 ἐρρέθη V 8 ἢ δεσμοὺς < S 10 δύνασθαι ἀπεδείχθη V | ἄτοπον—ἐσόμεθα S. 270, 2 in Doctr. patr. (=An) c. 25. Lemma Τοῦ ἁγίου Μεθοδίου ἐπισκόπου καὶ μάρτυρος ἐκ τῶν παρὰ Ἐπιφανίου τοῦ τρισμάκαρος ἐν τῷ β΄ βιβλίῳ τῶν παναρίων κατὰ Ὠριγένους γραφέντων. C in C Bl. 78v, 27 und in R 88v. Lemma in C τοῦ ἁγίου Μεθοδίου Ἀγλαοφῶν περὶ ἀναστάσεως, in R (angereiht an ein Justincitat), von später Hd. τοῦτο τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Μεθοδίου Πατάρων ἐστίν | δὲ οὖν las schwerl. S 11 προφανῶς < S | τὸ vor σῶμα < C | κατὰ τοὺς] εἰς C r 12 αὐτῶ U C r | καὶ πέλας An: < S | εἶναι τῇ ψυχῇ S 13 αἰώνιοι C 79 | δεσμῶται — φθορᾶς < S, aber 6, 3 hat S δεσμῶται φθορᾶς | κατὰ τοὺς φθορέας U 14 τοῦ φωτὸς] τῶν οὐρανῶν C r: τοῦ θεοῦ (od. τοῦ θείου) φωτὸς S | ἐσόμενοι] γενόμενοι? S | λελυμένοι V, λελεγμένου Αν | καὶ < C r 14 f ἐλεγχθέντος An, w. e. sch. auch S 15 ὁρίζονται S | τ. σάρκα] »d. Leib« übersetzt S)

270
λέλυται καὶ τό Ἵνα μὴ δεσμῶται δι᾿ αὐτὴν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ φωτὸς ἢν ἀπολαμβάνωμεν ἐσόμεθα, διὰ τοῦτο οὐκ ἀναστήσεται.