De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

ἴθι οὖν προθύμως πρὸς τὰ ἐρωτώμενα ἀποσάφει, καὶ ἐάν τί σοι λέγειν ἀληθὲς μὴ δοκῶ, μᾶλλον τῆς ἀληθείας φροντίσας ἤ ἐμοῦ ἔλεγξον. μεῖζον γὰρ ἀγαθὸν [*](1 Klagel. Jerm. 3, 33 — De res. I, 4, 4. 33, 2 S. 224, 12ff. 270, 8f — 2 Psal. 145, 7 3 Plato Symp. 204D — 5 De res. I, 4, 1 S. 223, 26. Plato Pol. I, 350 D — 6 Plato Gorg. 457 D E — 7 De autex. 8, 2 S. 165, 9 — 8 De res. I, 12, 3 S. 235, 14. Plato Gorg. 500 C. 458B — 13 Plato Gorg. 458A 13—S. 263, 2 S. Parall. 414 S. 162f Holl 1 μεμηχάνεσθε S (oder umyslite aus umysliti) | καὶ ὅτι] ὡς od. ὅτι S 2 ἡμᾶς γῆς hne .ἔφη V | διὰ τοῦτο <S 3 καὶ ὅς <S | τι ἀποκρίνασθαι S | ἔφη < VS | ἀλλὰ—διαλέγει Ζ. 4<S 4 διαλέγη V 5 ᾐσθόμην 2 mal in S | ἐρυθριᾶν αὐτὸν <S 6 με] μὴ U | ἐπιχειρεῖν < S 7 ἔφην < | τὸ προκείμενον — ποιῆσαι: »damit ich eine Widerlegung des Wortes bereite« S 8 ἀποκάμοις ἄν ἐρωτώμενος U | ὁρᾶς etc.] das Folgende bis S. 263, 4 aus Pl Gorgias | Pl Gorg. 500C ὁρᾷς γὰρ ὅτι περὶ τούτον κακὸν εἶναι ἀνθρώπῳ, ὅσον δόξα ψευδὴς περὶ ὦν . . νῦν ἡμῖν ὁ λόγος | μικρὸν V 9 εἰσιν ἡμῖν U | εἰσιν <S | ὁ λόγος S | οὖν τίνα V Holl | τρόπον χρὴ V 10 οὐδὲν <V | οἶμαι <S | τοσούτων κακῶν U | γενέσθαι <S 10f ἀπὸ τῶν ἀναγκαίων ὁπόταν <S 11 περὶ αὐ- τῶν <S | δοξάζῃ Dd Jh: »glaubt« S | ἴθι] ὅς S 12 ἀποσαφές V: <S | καὶ ἐὰν: ἐὰν δὲ (τε) S | λέγειν . . μὴ δοκῶ] ὅς S | ἀληθείας S 70v 13 φρόνη V: φρόντισον w. e. sch. S | ἤ <V | ἐμοῦ mi <S, dagegen νομίζω mnju aus dem Folgenden hier | καὶ ἔλεγξον S | μεῖζον — ἀπαλλάξαι S. 263, 2 C in O 25v A κεφ. Αια (PGr. 95, 1148 A) u. R 257r; Lemma in O A Μεθοδίου, in R τοῦ ἁγίου Μεθοδίου περὶ ἀναστάσεως. Anton. Melissa (PG 136, 1145. 1153) | Pl Gorg. 458 A: μεῖζον γὰρ αὐτὸ (τὸ ἐλεγχθῆναι) ἀγαθὸν ἡγοῦμαι, ὅσῳπερ μεῖζον ἀγαθόν ἐστιν αὐτὸν ἀπαλλαγῆναι κακοῦ ἤ ἄλλον)

263
τὸ ἐλεγχθῆναι τοῦ ἐλέγξαι νομίζω, ὅσῳ μεῖζόν ἐστι τὸ αὐτὸν ἀπαλλαγῆναι κακοῦ τοῦ ἄλλον ἀπαλλάξαι. φέρε οὖν παρ᾿ ἀλλήλους παραβάλλοντες τοὺς λόγους σκεπτώμεθα εἴ τι διοίσουσιν ἀλλήλων. καὶ γὰρ τυγχάνει περὶ ὧν ἀμφισβητοῦμεν οὐ πάνυ σμικρὰ ὄντα, ἀλλὰ περὶ ὧν εἰδέναι τε κάλλιον, μὴ εἰδέναι τε αἰσχρόν. οὐκοῦν σὺ μὲν οὐ νομίζεις ἀναβιῶναι τὸ σῶμα, νομίζω δὲ ἐγώ.

ἈΓΛ. Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη, καὶ δι᾿ ἅεἴρηκα.

ΜΕΘ. Καὶ σὺ δέ, ἦν δὲ ἐγώ, δεσμὸν αὐτὸν αὐτὸ καὶ φυλακὴν καὶ σῆμα καὶ ἄχθος καὶ πέδας εἶναι ἔφης, ἐγὼ δὲ οὐ φημί.

ἈΓΛ. Ἀληθῆ. ἔφη, μοι λέγεις.

ΜΕΘ. Καὶ μὴν καὶ ἀκολασίας καὶ πλάνης καὶ λύπης καὶ θυμοῦ καὶ συλλήβδην τῶν ἄλλων ἁπάντων εἶναι παραίτιον αὐτὸ κακῶν ἔφης, ἅ ἐμποδίζουσιν ἡμῶν τὴν πρὸς τὸ κάλλιον ὁρμὴν τῆς ψυχῆς, μὴ ἐῶντα τῶν ὄντως ὄντων εἰς κατάληψιν ἡμᾶς καὶ γνῶσιν παρελθεῖν. κἄν γὰρ ἐπιχειρήσωμεν θηρεῦσαί τι τῶν ὄντων, ἀεὶ παρεμ- [*](2 Plato Gorg. 472C — 4 vgl. S. 262, 8 — 8 vgl. De res. I, 4, 2. — 11 vgl. De res. I 4, 6ff. 29, 2 — 13 — S. 264, 4 Plato Phaed. 66 C D A. 83A, vgl. Justin De resurr. 8 (S. Parall. S. 44, 235 Holl) 8 vgl. Greg. Palamas Prosopopoeia S. 5, 10. 32 Jh ἀπαλλάξαι. 472 C: παραβαλόντες οὖν παρ᾿ ἀλλήλους (τοὺς λόγους) σκεψώμεθα εἴ τι διοίσουσιν ἀλλήλων καὶ γὰρ τυγχάνει περὶ ὧν ἀμφισβητοῦμεν οὐ πάνυ σμικρὰ ὄντα, ἀλλὰ σχεδόν τι ταῦτα, περὶ ὦν εἰδέναι τε κάλλιστον, μὴ εἰδέναι τε αἴσχι- στον | γὰρ <C 1 ἐλεγχθ. τοῦ < V | νομίζων C o | ὅσον C r | ἑαυτὸν C o a: αὐτὸ V, <S 2 ἀπαλάξαι C a | παράλλους VS 2f παραγβαλόντες V 3 σκεχώμεθα Jh mit Plato 4 ἀλλὰ: καὶ S 5 τε κάλλιονη] τὰ καλὰ w. e. sch. S | τῶν αἰσχρῶν S | οὐκοῦν U 138v 6 νομίζης V | τὸ σῶμα ἡμῶν S 7 ἔφην U | δι᾿ ἅ US Jh: δὴ V Dd: vgl. 29, 3 δι᾿ ἅεἴρηκας | εἴρηκε S 8 Καὶ — δὲ: Σὺ δὲ οὖν(?) καὶ S | ἦν δὲ] ἦν μὲν U | αὐτὸ <S | (σῶμα) καλεῖται καὶ τάφος κ. φρουρὰ κ. σῆμα κ. δέμας Palamas | καὶ φυλακὴν κ. σῆμα < S 9 πέδας καὶ ἄχθος S | φῄς S | ἐγὼ δὲ] ἔφη + S, bei S schon Worte Aglaophons 10 ἀληθῆ γὰρ S | λέγεις] ἔλεγες περὶ τούτων νῦν S 11 καὶ ἀκολ.: δι᾿ ἀκολ. U Jh | θυμοῦ: ἁμαρτίας etwa S 12 συλλ. εἰπεῖν S | εἶναι U | κακὸν V 13 φῄς S | ἅ ἐμποδ. VS u. 4, 6: ἐμποδίζον U, ἐμποδίζει Jh | ἡμῖν U, ἡμᾶς S 14 καὶ μὴ S | ἐῶν τὰ τῶν V: ἐὸν τὸν U | ὄντως < V | ὄν|των V 353v | κατάληψιν . . καὶ < S 15 ἐπιχειρήσω S | θηρ. τι τῶν ὄντων] vgl. Pl Phaed. 66 A, ob. aber 4, 7 S. 225, 11 »Gutes tun« | τι S 71 | ἀεὶ < hier u. S. 225, 11 S 15f παρεμπίτον VU)

264
πίπτων ζόφος ζοφοῖ τὸν λογισμόν, μὴ ἐπιτρέπων ἡμᾶς ἐπισκοπῆσαι τὸ ἀληθὲς τρανῶς. ἀπάτης μὲν γὰρ ἠ διὰ τῶν ὤτων ἡμῶν πεπλήρωται σκέψις, ὡς ἔφης, ὡς ἔφης, ἀπάτης δὲ καὶ ἡ διὰ τῆς ὄψεως, ἀπάτης δὲ καὶ ἡ διὰ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων.

ἈΓΛ. Ὁρᾷς, ἔφη, ὦ Εὐβούλιε, ὡς ἐγὼ ἕτοιμός εἰμί σε ἐπαινεῖν, ὁπόταν ὀρθῶς διασαφῇς τοὺς λόγους;

ΜΕΘ. Ἆρ᾿ οὖν, ἵνα δή με καὶ μᾶλλον ἐπαινέσῃς· εἰ δεσμὸς τὸ σῶμα καθ᾿ ὐμᾶς δοκεῖ, οὐ δύναται κακίας ὐπαίτιον εἶναι νομίζεσθαι τῇ ψυχῇ καὶ ἀδικίας ἔτι, ἀλλὰ σωφροσύνης ἀντιστρόφως καὶ παιδείας;

ὧδε δὲ σκόπει· οὕτω γὰρ ἂν μᾶλλον ἀκολουθήσειας· ποῖ ἄγομεν τοὺς τὰ σώματα κάμνοντας; οὐ παρὰ τοὺς ἰατρούς;

ἈΓΛ. Δῆλον, ἔφη.

ΜΕΘ. Ποῖ δὲ τοὺς ἁμαρτάνοντας; οὐ παρὰ τοὺς δικαστάς;

ἈΓΛ. Ἀνάγκη.

ΜΕΘ. Οὐκοῦν δίκην ὧν ἔδρασαν δώσοντας, ἔφην, δικαίως;

ἈΓΛ. Ναί.

[*](1 vgl. symp. 8, 11 S. 94, 10 – 2 vgl. De res. I, 4, 9 – 5 Plato Gorg. 510 A – 10–S. 265, 7 Plato Gorg. 478 A. 476 E. 477 A 7–S. 268 vgl. Dial. Adam. V, 21 S. 218, 9 ff; vgl. Phot. Bibl. 234 S. 293a, 19–29 1 ζόφος < s, aber vgl. ob. S. 225, 11 | ζοφοῖ < V | ἐπιτρέπον V | ἡμᾶς < viell. 4, 7 S 2 τρανῶς: τῶν νοητῶν w. e. sch. S, aber vgl. 4, 7 S. 225, 12 | ἀπάτης etc.] vgl. Pl zu De res. I, 4, 7 S. 225, 16f | μὲν < US | ἡμῶν < V 3 σκέψις befremdet: νόησις? S; aber vgl. 4, 7 u. Pl | ὡς ἔφης u. zweimal δὲ < S | ὄψεως σκέψις S 4 ἡ διὰ τ. ἀ. αἰσθ.] αἳ ἄλλαι αἰσθήσεις S 5 Pl Ὀρᾷς, ὦ Σώκρ., ὡς ἐγὼ ἔτοιμός εἰμι ἐπαινεῖν, ἄν τι καλῶς λέγῃς 6 διασ. τ. λ.] »redest über diese Worte« S 7 nach Μεθόδιος »Nachweis, daß wenn der Leib eine Fessel, so ist er nicht schuldig am Bösen unserer Seele« + mit roter Schrift S | ἆρ' V Jh (ἆρ' οὖν οὐ=nonne) ἆρα U: ἄρα Pet Dd | σή < S | ἀπαινέσεις U | εἰ δεσμὸς—πεπεδημένον S. 268, 13 verwertet bei D s. 218, 9ff | sehr freie Wiedergabe der folgenden Auseinandersetzungen bei Ph 8 τὸ σῶμα] τῆς ψυχῆς (od. τῇ ψυχῇ) τὸ σῶμα τοῦτο vielleicht richtig S 9 καὶ ἀδικίας ἔτι < S | πεδείας U 10 ὧδε—S. 265, 7 ganz aus Pl 10ff Pl ὧδε σκόπει· ποῖ ἄγομεν . . τοὺς κάμνοντας τὰ σώματα; Παρὰ τοὺς ἰατρούς . . Ποῖ δὲ τοὺς ἀδικοῦντας . .; Παρὰ τοὺς δικαστὰς . .; Οὐκοῦν δίκην δώσοντας; 476 E Tὰ δὲ δίκαιά που καλὰ ὡμολόγηται; . . Τούτων ἄρα ὁ μὲν ποιεῖ καλά 10 ἄν < schwerl. S | ἀκολοθήσεις las schwerl. S | ὅποι V 11 τὰ σώματα w. e. sch. < S 12 ἈΓΑ.—ΜΕΘ. Ζ. 13 < S 13 δὲ < S 14 ἈΓΛ. < S 15 δίκην < S | ὡς ἔφην V: < S | Δικαίως, ναί S)
265

ΜΕΘ. Τὸ δὲ δίκαιον πᾶν καλόν;

ἈΓΛ. ὡμολόγει.

ΜΕΘ. Ὁ δὲ δικαίως κρίνων καλῶς ποιεῖ, δικαίως γὰρ κρίνει;

ἈΓΛ. συνέφη.

ΜΕΘ. Τὸ δὲ καλὸν ὠφέλιμον;

ἈΓΛ. Φαίνεται.

ΜΕΘ. Ὠφελοῦνται ἄρα οἱ κρινόμενοι· ἀναιρεῖται γὰρ αὐτῶν ταῖς βασάνοις ἡ πονηρία κωλυομένη, καθάπερ καὶ πρὸς τὼν ἰατρῶν το- μαῖς καὶ φαρμάκοις αἱ νόσοι. τὸ γὰρ ἀδικοῦντα διδόναι δίκην ἐπανορ- θοῦσθαι τὴν ψυχήν ἐστιν, τὴν μεγάλην νόσον ἀδικίαν ἀποβάλλοντα.

ἈΓΛ. ὡμολόγει.

ΜΕΘ. Τί δέ; οὐ κατὰ ἀναλογίαν τῶν ἁμαρτηθέντων τὰς κο- λάσεις τοῖς κολαζομένοις δικαίως προσφέρεσθαι φᾐς, καθάπερ καὶ τοῖς ἰατρευομένοις κατὰ ἀναλογίαν τῶν τραυμάτων τὰς χειρουργίας; ἈΓΛ. ἐπένευσεν.

ΜΕΘ. Οὐκοῦν ὁ μὲν θανάτου δράσας ἄξια τιμᾶται θανότῳ τὴν δίκην, ὁ δὲ πληγῶν πληγαῖς, ὁ δὲ δεσμῶν δεσοῖς;

ἈΓΛ. ὡμολόγει.

ΜΕΘ. Ζημιοῦται δὲ ὁ ὀφλήσας, ἔφην, δεσμοῖς ἤ πληγαῖς ἤ ἄλλῃ τινὶ τοιαύτῃ τιμωρίᾳ, ὅπως παύσηται μεταγνοὺς τοῦ ἀδικεῖν, ξύλον καθάπερ διεστραμμένον βασάνοις εὐθυνόμενος;

ἈΓΛ. Ἀληθέστατα, ἔφη, λέγεις.

[*](9 Plato Gorg. 478D. 480 C D — Clem. Alex. Paed. I, 8, 67 — 10 vgl. Plato Tim. 88B — 16 Plato Gorg. 480 D — 17 vgl. De autex. 14,4 — 20 Plato Prot. 325 D 1 Τὸ δὲ U 139 | πάγκαλλον (aber Punkte beim 2. λ) V 2 ἈΓΛ. und MΕΘ. Ζ. 3 < S | ὁμολόγει V (S 71v), ὁμολογεῖ U 3 δικαίως γὰρ κρίνει < S 4 σύμφημι κἀγὼ S 7 ἆρα V 8 κολουομένη Md, aber vgl. S. 267, 4: < S 9 Pl 478 D Οὐκοῦν τὸ δίκην διδόναι μεγίστου κακοῦ ἀπαλ- λαγὴ ἦν, πονηρίας; 10 μεγάλην νόσον < S | ἀδικίαν tilgt Md, aber es erscheint hier wie ein Eigenname 11 ἈΓΛ. ὡμολ. < S: ὁμολόγει U 12 ΜΕΘ. < S | οὐ] (τί δὲ) οὖν; οὐ w. e. sch. S 12f κωλάσεις V 13 τ. κολαζ. δικαίως < S 16 θανά|τ. (V 354) smerti: smertj is S | δράσας ἄξ. θαν. V | ἄξια] πράξεις w. e. sch. S | θανότου τῇ δίκῃ wohl m. Recht S 17 πληγῶν] πλήττων V 18 ἈΓΛ. — ΜΕΘ. Ζ. 19 < S: ὁμολόγει U 19 ὁ ὀφλήσας: »der Bestrafte« S | ὁ < V | ἔφην — τιμωρίᾳ Ζ. 20 <S 20 τοι- αύτῃ < V | ὅπως — ἀδικεῖν] »der Besserung halber« S | ξύλον — τοῦτο S. 266, 3 aus Pl 20f Pl ὥσπερ ξύλον διαστρεφόμενον . . εὐθύνουσιν . . πληγαῖς 21 βασάνοις < S | εὐθυνόμενος] »gebessert wird« + S 22 ἔφη <S)
266

ΜΕΘ. Τιμωρεῖται γὰρ αὐτὸν οὐ τοῦ παρεληλυθότος ἐγκλήματος ἕνεκα ὁ δικαστής, ἀλλὰ τοῦ λέλλοντος, ὅπως μὴ καὶ αὖθις ποιήσῃ τοῦτο.

ἈΓΛ. Δῆλον, ἔφη.

ΜΕΘ. Ὁ γὰρ δεσμὸς αὐτῷ δῆλον ὡς τὴν πρὸς τὸ ἀδικεῖν ὁρμὴν ἀναιρεῖ, μὴ ἐπιτρέπων ποιεῖν ἃ θέλει.

ἈΓΛ. Ἀληθές.