Refutatio Omnium Haeresium (= Philosophumena)

Hippolytus

Hippolytus. Hippolytus Werke, Volume 3. Wendland, Paul, editor. Leipizg: Hinrichs, 1916.

ὑποκάτω γάρ ἐστι τῆς ὀγδοάδος, ὅπου ἐστὶν ἡ Σοφία ἡ μεμορφωμένη καὶ ὁ κοινὸς τοῦ πληρώματος Καρπός, ὐπεράνω δὲ τῆς ὕλης, ἧς ἐστι δημιουργός. ἐὰν <οὐν> ἐξομιωθῇ τοῖς ἄνω, τῇ ὀγδοάδι, | ἀθάνατος ἐγένετο καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ὀγδοάδα. f. 74v ἤτις έστίν, φησίν, »Ἱερουσαλὴμ ἐπουράνιος‘· ἐὰν ἐὰν δὲ έξομοιωθῇ τῇ ὕλῃ, τουτέστι τοῖς πάθεσι τοῖς ὑλικοῖς, φθαρτὴ ἔσται καὶ ἀπώλετο.

[*](2 δεξιά] vgl. Iren. Ι 5, 1. 6, 1 S. 42. 51 Η., oben zu S. 109, 21 — 3 Psal. 110, 10; Proverb. 1, 7. 9, 10, vgl. VII 26, 2 — 4f vgl. Iren. I 2, 3 S. 16 f — 5-8 Clem. Exe. 37. 38 S. 118, 26 ff St. — 7 Daniel 7, 9. 13. 22; Bousset, Kyrios Christos S. 15 9—12 Clemens Ecl. proph. 26 S. 144, 10ff St. citiert Stelle und unterscheidet διπλῆ τε ἠ δύναμις τοῦ πυρός, ἠ μὲν πρὸς δημιουργίαν καὶ πέπανσιν καρπῶν . . . . . ἠ δὲ πρὸς ἀνάλωσιν — 9f Deut. 4, 24; Exod. 24, 17, vgl. S. 136, 10 — 11f vgl. S. 136, 24f — 13 Gen. 2, 2 κατέπαυσε τῇ ἡμέρᾳ τῇ ὲβδόμῃ — 13 — 16 vgl. Iren. I 5, — 18 Hebr. 12, 22 (vgl. S. 158, 12))[*](1 ἄνοδον Gö.: ὀδὸν Ρ ὁδόν ἐπὶ μετάνοιαν Bunsen 2 δεξιὰ ἢ δημ. der καὶ δύναμιν — φόβου zusammenfaßt 6 < > Gö (vgl. Ζ. 13 und Epiph. Iren. I 5, 3 τὸν τῆς μεσότητος τόπον 4 εἰς τὸν ὑπερουράνιον τόπον, τουτέστιν ἐν τῇ μεσότητι, aber von der Achamoth): + ύπερουράνιος Cruice, ὐπουράνιος Μöller, Kosmol. S. 441 (Iren. I 5, 4) 7 ἐκτομὰς Ρ 7f τούτου] τοῦ θεοῦ Bunsen 8 φασιν Gö. 12 Lücke Gö. (vgl. Clemens), falsch Möller S. 441 13 f εὑδομὰς Ρ Scott (vgl. S. 159, 20tf): ἡμέρα μορφωμένη Ρ, ἡμέρα ἠ μεμ. Cruice 16 ἦς Gö.: ἥ P + οὖν 19 ἐστι Bunsen Roeper 19f ἐστι καὶ Brooke, Texts and Studies Ι 4 S. 40)
162

“Ωσπερ οὖν τῆς ψυχικῆς οὐσίας ἡ πρώτη καὶ μεγίστη δύναμις γέγονεν * * * εἰκὼν διάβολος, ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου· τῆς δὲ τῶν δαιμόνων οὐσίας, ἥτις ἐοτὶν ἐκ τῆς ἀπορίας, ὁ Βεελξεβου᾿λ * * * ἡ Σοφiα ἄνωθεν ἄπὸ τῆς ὀγδοάδος ένεργοῦσα ἴως τῆς ἑβδομάδος. οὐδἒν οἶδεν, λέγουδιν, ὁ δημιουργὸς ὅλως, ἀλλ᾿ ἔστιν ἄνους καὶ μωρὸς κατ᾿ αὐτοὐς, καὶ τί πράσεις ἢ ἐργάξεται, οὐκ οῖδεν. ἀγνοοῦντι δὲ αὐτῷ, ὅ τι δὴ ποιεῖ, ἡ Σοφία ἐνήργησε πάντα καὶ ἐνίσχυσε, καὶ ἐκείνης ἐνεργούσης αὐτὸς ὤ̣ετο ἀφ᾿ ἑαυτοῦ ποιεῖν τὴν κτίσιν τοῦ κόσμου· ὅθεν ἤρξατο λέγειν· »'ελὼ ὁ θεός, καὶ πλὴν ἐμοῦ ἄλλος οὐκ ἔστιν«.

Ἔστιν οὖν ἡ κατὰ Οὐαλεντῖνον τετρακτὺς »πηγὴ τῆς ἀενάου φύσεως ῥιζώματα ἔχουσα« καὶ ἡ Σοφία. ἀθ᾿ ἧς ἡ κτίσις ἡ ψυχικὴ καὶ ὑλικὴ αυνέστηξκε νῦν. καλεῖται δἐ ἡ μὲν Σοφία πνεῦμα, ὁ δὲ δημιουργὸς ψυχή, ὁ διάβολος δὲ ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου, Βεελξεβοὺς <δ᾿< ὁ τῶν δαιμόνων.

ταῦτά ἐστιν ὅ λέγουσιν· ἔτι <δὲ> ἀριθμητικὴν ποιούμενοι τὴν πᾶσαν αὑτῶν διδασκαλίαν, ὡς πρόειπον, (τοὺς)ς ἐντὸς πληρώματος αἰῶνας τριάκοντα πάλιν έπιπροβεβληκέναι αὑτοῖς κατὰ ἀναλογίαν αἰῶνας αίῶνας ἴν ᾖ τὸ πλήρωμα ἐν ἀριθμῷ τελείῳ συνηθροισμένον.