Anacephalaeosis [Sp.]
Epiphanius
Epiphanius. Epiphanius, Volume 1‑3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrich, 1915-1933.
προστιθέασι δὲ τὴν αἰσχρουργίαν διδάσκοντες· ἀπαγορεύουσι δὲ καὶ οὑτοι τὴν σαρκα.
λݲγݲ. Πτολεμαῖοι, μαθηταὶ ὄντες καὶ αὐτοὶ Οὐαλεντίνου, οἷς συνάπτεται ἡ Φλώρα. τὰ αὐτὰ δὲ περὶ τῶν συζυγιῶν καὶ αὐτοὶ λέγουσι καθάπερ Οὐαλεντῖνος καὶ Σεκουνδιανοί· κατά τι δὲ καὶ οὗτοι διαφέρονται.
Αὕτη καὶ ἡ τοῦ δευτέρου τόμου τοῦ πρώτου βιβλίου τῶν δεκατριῶν αἱρέσεων ἀνακεφαλαίωσις.
[*](V Μ anaceph. 1 γεγεννημένων *] γεγενημένους V γεγεννημένους M anaceph. 2 ἐνηνο///χέναι, ο aus ω V corr Ι πεπερακέναι anaceph. 4 συνάπτεται V Ι Ἐπιφάνιος anaceph. 5 συ///ζυγίαις Ycorr συζυγίαις M anaceph. Ι τὰ < anaceph. 6 διηγούμενος M διηγοῦνται anaceph. 7 τὴν 1 < anaceph. 9 Πτολεμαῖοι + οἱ anaceph. Ι Οὐαλεντίνου καὶ αὐτοὶ ὄντες μαθηταὶ V 10 δὲ περὶ < anaceph. συ///ζυγιῶν V συζυγιῶν M Ι οὑτοι anaceph. 11 καθάπερ] καθὰ καὶ anaceph.)λݲδݲ. Μαρκώσιοι. Μάρκος τις γεγένηται Κλορβάσου συμφοιτητής, δύο ἀρχὰς καὶ αὐτὸς παρεισάγων. ἀθετεῖ δὲ νεκρῶν ἀνάστασιν, φαντασίας δέ τινας δέ ἐκπομάτων ἐξ ἐπαοιδῆς εἰς κυάνεον χρῶμα καὶ πορφύρεον † μεταβαλὼν μυσταγωγεῖ τὰς ἀπατωμένας γυναῖκας.