Panarion (Adversus Haereses)

Epiphanius

Epiphanius. Epiphanius, Volume 1-3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrichs, 1915-1933.

οὐδὲν οὖν κωλύει καὶ ἄλλον τινὰ ἐπὶ τῆς αὐτῆς ὑποθέσεως οὕτως ὁρίσασθαι όνόματα·

εἶτα λοιπὸν εἰς ταῦτα ὁ αὐτὸς μακάριος Εἰρηναίος, ὤς γε προείπαμεν, γελοιώδη ἡήματα καὶ αὐτὸς †προεῖπεν, ἑτερωνυμίαν ἀφ’ ἐαυτοῦ ὡς ἀντάξια τῆς αὐτῶν ληρῳδίας χαριεντιζόμενος, πεπόνων γένη καὶ σικύων καὶ κολοκυνθῶν ὡς ἐπὶ ὺποκει- μένων τινῶν ἐπιπλασάμενος, † ὡς τοῖς τοῖς φιλοόγοις ἂν εἴη ἀφ ων προανεγνωσαν.

7. Ἄλλοι δὲ πάλιν αὐτῶν τὴν πρώτην καὶ ἀρχέγονον Ὀγδοάδα τού- τοις τοῖς ὀνόμασι κεκληκασι· πρῶτον Προαρχήν, ἔπειτα Ἀνεννόητον, τὴν δὲ τρίτην Ἄρρητον καὶ τὴν τετάρτην Ἀόρατον.

καὶ ἐκ μὲν τῆς πρώτης προαρχῆς προβεβλπῆσθαι πρώτῳ καὶ πέμπτῳ > Ἀρχήν, ἐκ Τε τῆς ἀρχῆς τῆς] Ἀνεννοήτου δευτέρῳ καὶ ἔκτῳ τόπῳ Ἀκατάληπτον, ἐκ δὲ τῆς Ἀρρήτου τρίτῳ καὶ ἑβδόμῳ τόπῳ Ἀνονόμαστον, ἐκ δὲ τῆς Ἀοράτου Ἀγέννητον, Πλήρωμα τῆς πρώτης Ὀγδοάδος.

ταύτας βούλονται τὰς δυνάμεις [*](11 — 16 vgl. Irenaeiis ady. haer, I, 11, 4; I 105f Harvey V M lat. von Ζ. 17 an auch Hipp.) [*](1 τραγικὸν + γὰρ V 1f ἐπὶ τῇ — ὀνοματοποιίας] super haue nominum factionem lat. | γελλοιώδη, erstes λ getilgt Vcorr 3 ὀνόματα Ausgg., vgl. Ζ. 7] ὄνομα V M nomina lat. 4 lat. | μονότητα Ausgg.] μονάδα V M monoieta lat. 5 μονότητι Ausgg.] μονάδι VM monotete lat. 6 ἑνότητα ὀνομάζω V M poco Henotetem lat., vgl. S. 445, 9 | πλάσμα] fignteJita lat. | αὐτοῦ zu εἰρημένα gezogen lat. 8 πρότερον < lat. 8f καὶ σαφὲς — < 9 καὶ εἰ μὴ — αὐτός] qui nlsi haec audere lat. | οὐκ ἄν + hodie lat. | ἀλήθεια + secundum eum lat. 10 ὄνομα] nomina lat. 12 † προεῖπεν] lies wohl προφέρει * 14 γένη) γένημα M 15 † ὡς] lies etwa ὧν τὸ > * 18 ἐκάλεσαν Hipp. 18 f πρῶτον — καὶ τὴν < Hipp. 20 > Ausgg.] lat. τόπῳ Hipp. | δὲ < lat. 21 ἀρχῆς τῆς] Ausgg.] < lat. Hipp.; immerhin S. 445, 11 | τόπῳ < Hipp. | δὲ] et . . autem lat. 22 ἀνωνόμαστον V | ἀοράστου + quarto et octavo loco lat. 23 πλήρωμα + hoc lat. (fehlt auch bei Hipp.))

447
προΟπχρ/κν τθΟ Βυθοϋ κα: ττ,ς ?νχ τελείων ζελειίτερζ: -*νο»3:ν ὄντες καὶ Γνωστικῶν γνωστικώτεροι· πρὸς οὕς δικαίως ἄν τις ἐπιφωνήσειεν·

ὦ ληρολόγοι σοφισταί. καὶ γὰρ περὶ αὐτοῦ τοῦ Βυθοῦ διάφοροι γνῶμαι παρ᾿ αὐτοῖς. οἱ μὲν γὰρ αὐτὸν ἄζυγον γέγουσι, μήτε ἄρρενα μήτε θῆλυν μήτε ὅλως ὄντα τι, ἄλλοι δὲ ἀρρενόθηλυν αὐτὸν λέγουσιν εἶναι, ἑρμαφροδίτου φύσιν αὐτῷ περιάπτοντες.