Panarion (Adversus Haereses)

Epiphanius

Epiphanius. Epiphanius, Volume 1-3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrichs, 1915-1933.

Ναζωραῖοι καθεξῆς τούτοις ἕπονται, ἅμα τε αὐτοῖς ὄντες ἢ καὶ πρὸ αὐτῶν ἢ σὺν αὐτοῖς ἢ μετ' αὐτούς, ὅμως σύγχρονοι· οὐ γὰρ ἀκριβέστερον δύναμαι ἐξειπεῖν τίνες τίνας διεδέξαντο. καθὰ γὰρ ἔφην, σύγχρονοι ἦσαν ἀλλήλοις καὶ ὅμοια ἀλλήλοις κέκτηνται τὰ φρονήματα.

οὑτοι γὰρ ἑαυτοῖς ὄνομα ἐπέθεντο οὐχὶ Χριστοῦ οὔτε αὐτὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ,

ἀλλὰ Ναζωραίων πάντες δὲ Χριστιανοὶ [*](13 ff vgl. mit Epiph. insbesondere Irenaeus adv. haer. 1 26, 2; I 212 f Harvey Hippolyt refut. VII 34; S. 221 Wendland Ps. Tertullian adv. omn. haer. 3 Filastrius haer. 37; S. 20, 14ff Marx Origenes c. Cels. II 1; I 126, 17 ff ötschau V 61; Ii 65, 4 ff V 65; II 68, 11 ff in Matth. tom. XVI 12; IV 37f Lommatzsch Eusebius h. e. III 27, 1ff; S. 255, 24 ff Schwartz VI 17; S. 554, 18 ff Hieronymus in Isaiam zu 1, 12; Migne 24, 34B (ebenda zu 1, 3); Migne 24, 27A u. zu 8, 11 ff; 119A in Ezech. 16, 16; Migne 25, 139 C ep. 112, 13, 2; CSEL 55, 381, 26 ff Hilberg de vir. ill. 3 (Hieronymus stimmt in der Unterscheidung von äern u. Ebioniten mit Epiph. überein; ob er Nazorei oder Nazarei oder Nazareni geschrieben hat, ist auch durch Hilberg noch nicht sichergestellt: die beste Hdschr. hat S. 381, 26 nazoreus) — 19 f vgl. Act. 24, 5 V Μ) [*](3 σιπιδῶνι Μ 4 οὐκ ἐχούσῃ δὲ οὐδὲ] ἐχούση δὲ οὐκ Μ 6. 8. 10 ἀνατρέπουσα . . ἀφανίζουσα . . περιφέρουσα *] ἀνατρεπούσῃ . . ἀφανιζούση . . . περιφερούση VM 9 κατὰ τῶν] κατάγων M 10 σῆψιν] σιτὶν M 12 χωρῆσαι statt διεξιέναι auf Rasur Vcorr Ι σπεύσωμεν aus πιστεύσωμεν Vcorr Ι Uterschrift κατὰ Κηρινθιανῶν τῶν καὶ Μηρινθιανῶν V 13 κατὰ Ναζωραίων θ ἡ καὶ κθ V 16 καθὰ γὰρ] καθάπερ M 17 τὰ < M 19 vor πάντες hineingeflickt καὶ Vcorr)

322
Ναζωραῖοι τότε ὡσαύτως ἐκαλοῦντο· γέγονε δὲ ἐπ' ὀλίγῳ χρόνῳ καλεῖσθαι αὐτοὺς καὶ Ἰεσσαίους, πρὶν ἢ ἐπὶ τῆς Ἀντιοχείας ἀρχὴν λάβωσιν οἱ μαθηταὶ καλεῖσθαι Χριστιανοί.

ἐκαλοῦντο δὲ Ἰεσσαῖοι διὰ τὸν Ἰεσσαί, οἶμαι, ἐπειδήπερ ὁ Δαυὶδ ἐξ Ἰεσσαί, ἐκ δὲ τοῦ Δαυὶδ κατὰ διαδοχὴν σπέρματος ἡ Μαρία, πληρουμένης τῆς θείας γραφῆς, κατὰ τὴν παλαιὰν διαθήκην τοῦ κυρίου λέγοντος πρὸς τὸν Δαυίδ ἐκ καρποῦ τῆς κοιλίας σου θήσομαι ἐπὶ τὸν θρόνον σου«.