Fragmenta
Oracula Sibyllina
Die Oracula Sibyllina. Geffcken, Johannes, editor. Leipzig: Hinrichs, 1902.
Ἄνθρωποι θνητοὶ κοὶ σάρκινοι, οὐδὲν ἐόντες, πῶς ταχέως ὑψοῦσθε βίου τέλος οὐκ ἐσορῶντες; οὐ τρέμετ᾿ οὐδὲ φοβεῖσθε θεόν, τὸν ἐπίσκοπον ὑμῶν, ὕψιστον γνώστην πανεπόπτην μάρτυρα πάντων παντοτρόφον κτίστην, ὅστις γλυκὺ πνεῦμ᾿ ἐν ἄπασιν κάτθετο χἠγητῆρα βροτῶν πάντων ἐποίησεν; εἷς θεός, ὃς μόνος ἄρχει, ὑπερμεγέθης ἀγένητος [*](Fragm. 1 bei Theophilus: ad Autolycum II 36 Σίβυλλα δέ, ἐν Ἕλλησιν καὶ ἐν τοῖς λοιποῖς ἔθνεσιν γενομένη προφῆτις, ἐν ἀρχῇ τῆς προφητείας αὐτῆς ὀνειδίζει τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος, λέγουσα· Ἄνθρωποι .... — HS.: M(arcianus 49(3;. XI. Jhd , korrigiert von einer H. des XV. Jhd. = Me.) [*](1 ff. vgl. Fragm. 3, 21. 8—11. XIV 1 ff. Ähnlich auch Gregor. Carm. p. 1301, 10. 1557, 88 Migne. — 1 Clem. Alex. Strom. III 3, 14 λέγει δὲ καὶ ἡ Σίβυλλα· ἄνθρωποι ... — 2 vgl. Fragm. 3, 21. — 3 vgl. III 29. —4 vgl. II 177 | 5 f. Lactant. div. inst. IV 6, 5 Sibylla Erythraea in carminis sui principio (= Theophil, ad Autol. a. a. 0.), quod a summo deo exorsa est, filium dei (!) ducem et imperatorem omnium his versibus praedicat: παντοτρόφον . . . — 6 vgl. Lactant. instit. epit. 37, 6 Sibylla <Erythraea> quoque deum dicit ducem omnium a factum . . . . . — 7 — 9 [Justinus:] Coh. ad Graec. 16 τίνα δὲ καὶ τὴν ἀρχαίαν καὶ σφόδρα παλαιὰν Σίβυλλαν, ἧς καὶ Πλάτων καὶ Ἀριστοφάνης καὶ ἕτεροι πλείους ὡς χρησμῳδοῦ μέμνηνται, διὰ χρησμῶν ὑμᾶς διδάσκειν περὶ ἑνὸς καὶ μόνου θεοῦ συμβαίνει, ἀναγκαῖον ὑπομνῆσαι· λέγει δὲ οὕτως· εἷς . . . — 7 (vgl. III 11 f.) = Prolog. S. 5, 94. Lactant. div. inst. I 6, 15 in his ergo versibus quos Romam legati adtulerunt de uno deo haec sunt testimonia: εἷς . . .) [*](1 ἐῶντεσ Μ | 2 vgl. Fragm. 3,21 | 3 vgl. III 29. — οὐδὲ Gesner οὐ Μ. — τὸν ἐπίσκοπον ὑμῶν vgl. Ι 152 | 4 vgl. II 177. — πανεπόπτην Castalio παντεπόπτην Μ. öglich äre auch παντόπτην | 5 πνεῦμα ἅπασιν Lactant. | 6 vgl. Fragm. 3, 13. — κάτθετο Castal. κατέθετο Μ, ebenso will die Überlieferung des Lactant. ΚΑΤΕΘΕΤΟ, ΚΑΕΘΕΤΟ, ΚΑ*ΘΕΤΟ, ΕΘΕΤΟ u. ä.). — χἠγητῆρα ... ἐποίησεν vgl. Fragm. 3, 13. — καὶ ἡγητῆρα oder καὶ ἡγήτορα(ν) die Überlieferung des Lactant. — βροτῶν: θεὸν Lactant. | 7 f. vgl. (V. 32). III 11 f. = Prolog S. 5, 94. — 7 εἷς θεὸς ὃς μόνος ἄρχει Lactant. εἷς θεὸς μόνος ἄρχει Μ εἶς θεὸς μόνος ἐστίν Hs. des [Justin.])
εἰ δὲ θεοὶ γεννῶσι καὶ ἀθάνατοί γε μένουσιν, πλείονες ἀνθρώπων γεγενημένοι ἂν θεοὶ ἠσαν, οὐδὲ τόπος στῆναι θνητοῖς οὐκ ἂν ποθ᾿ ὑπῆρξεν.
[*](22 vgl. VIII 392 f. — 23 f. vgl. III 9 f. — 23 vgl. III 721. — 23 —25. 27 Clemens Alex. Protr. II 27 τὰ μὲν δὴ πλεῖστα μεμύθευται καὶ πέπλασται περὶ θεῶν ὑμῖν· τὰ δὲ καὶ ὅσα γεγενῆσθαι ὑπείληπται, ταῦτα δὲ περὶ ἀνθρώπιον αἰσχρῶν καὶ ἀσελγῶς βεβιωκότων ἀναγέγραπται· τύφῳ ... — 28 —35 Clem. Alex. Protr. VIII 77 αὐτίκα γοῦν ἡ προφῆτις Μιν ᾀσάτω πρώτη Σίβυλλα τὸ ἀσμα τὸ σωτήριον· οὐτος .... — 28 Clem. Alex. Strom. V 14, 116 οὗτος . . . ὑπάρχει, ὣς φησιν ἡ Σίβυλλα (= Euseb. Praep. ev. XIII 13, 42).)[*](22 vgl. VIII 392 f. | 23 f. vgl. III 9 f. 721 | 24 καὶ δι’ ἀκανθῶν 25 .... μάταιοι Theoph. τὴν δι’ ἀκανθῶν | καὶ σκολόπων. τί πλανᾶσθε, βροτοί; παύσασθε, μάταιοι Clem. | 26 < Clem. — σκοτίοι M σκοτίη Mc | 27 καλλίπετε Clem. νυκτὸς δὲ φωτὸς δὲ M | 28 πάντεσσι: πάντεσ οἱ M πάντ᾿ ἐστι Clem. Protr. | 29 γνόφον Theoph. ζόφον Clem. | 31 κατέθμενοι Μ | 32 Anf. = III 11 (vgl. V. 7). — σεισμούς τ᾿ Clem. | 33 λιμοὺς λοιμοὺς vgl. II 23 | 34 κρύσταλλά τε· τί δὴ HS. des Clem., von äter H. ändert in κρύσταλλα τί δὴ. — τί δὴ καθ’ ἓν ἐξαγορεύω = III 210 | 35 γαίης κράτος αὐτὸς ὑπάρχει Arcerius γαίης κρατεῖ, Ἄιδος ἄρχει Schwartz γ. κ., αἰὲν ὑπάρχει Badt, doch vgl. V. 28. Fragm. 2 bei Theophilus: ad Autol. II 3, 2 εἰ γὰρ ἐγεννῶντο θεοί, ἐχρῆν καὶ ἕως τοῦ δεῦρο γεννᾶσθαι, καθάπερ γὰρ καὶ ἄνθρωποι γεννῶνται· μᾶλλον δὲ καὶ πλείονες θεοὶ ὤφειλον εἶναι τῶν ἀνθρώπων, ὥς φησιν Σίβυλλα· εἰ .... Vgl. Eusebius: Constantini erat, ad sanctor. coetum 4 εἰ δ’ ἀθάνατοι οἱ γεννώμενοι, γεννῶνται δ’ ἀεί, πλημμυρεῖν ἀνάγκη τὸ γένος. Προσθήκης δ᾿ ἐπιγενομένης, τις οὖν οὐρανός, ποία δὲ yfj τοσοῦτον σμῆνος ἐπιγιγνόμενον θεῶν ἐχώρησε;)[*](2 γεγενημένοι Opsop. γεγεννημένοι Μ. — ἂν θεοὶ Rzach οἱ δὲ θεοὶ Μ εἰ δὲ θεοὶ Μc.)εἰ δὲ γενητὸν ὅλως καὶ φθείρεται, οὐ δύνατ᾿ ἀνδρός ἐκ μηρῶν μήτρας τε θεὸς τετυπωμένος εἶναι· ἀλλὰ θεὸς μόνος εἱς πανυπέρτατος, ὃς πεποίηκεν οὐρανὸν ἠέλιόν τε καὶ ἀστέρας ἠδὲ σελήνην καρποφόρον γαῖάν τε καὶ ὕδατος οἴδματα πόντου ουρεἀ θ᾿ ὑψήεντα ἀένναα χεύματα πηγῶν. τῶν τ᾿ ἐνύδρων πάλι γεννᾷ ἀνήριθμον πολὺ πλῆθος, ἑρπετὰ δ᾿ ἐν γαίῃ κινούμενα ψυχοτροφεῖται, ποικίλα τε πτηνῶν λιγυροθρόα τραυλίζοντα ξουθὰ λιγυπτερόφωνα ταράσσοντ᾿ ἀέρα ταρσοῖς, έν δὲ νάπαις ὀρέων ἀγρίαν γένναν θέτο θηρῶν ἡμῖν τε κτήνη ὑπέταξεν πάντα βροτοῖσιν. πάντων δ᾿ ἡγητῆρα κατέστησεν θεότευκτον, ἀνδρὶ δ᾿ ὑπέταξεν παμποίκιλα κοὐ κατάληπτα. [*](Fragment 3 bei Theophilus: ad Autolycum II 36, 29 καὶ πρὸς τοὺς γενητοὺς λεγομένους ἔφη· εἰ . . .) [*](V. 1, 2 Lactant. div. inst. I 8, 3 unde mihi de tanta maiestate saepius cogitanti qui deos colunt interdum videri solent tarn caeci, tarn incogitabiles, tam excordes, tam non multum a mutis animalibus differentes, qui credant eos qui geniti sint maris ac feminae coitu aliquid maiestatis divinaeque virtutis habere potuisse, cum Sibylla Erythraea dicat: οὐ δύνατ’ . . . . . . Die Peraten bei Hippolytos: Philosophumena V 16: εἰ γάρ τι, φησί, γεννητόν, ὅλως καὶ φθείρεται, καθάπερ καὶ Σιβύλλῃ δοκεῖ, μόνοι δέ, φησίν, ἡμεῖς οἱ τὴν ἀνάγκην τῆς γενέσεως ἐγνωκότες καὶ τὰς ὁδούς, δι᾿ ὧν εἰσελήλυθεν ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον, ἀκριβῶς δεδιδαγμένοι διελθεῖν καὶ περάσαι τὴν φθορὰν μόνοι δυνάμεθα. [Justin.] Cohort. ad Graec. 23, 6 εἰ γὰρ ἀνάγκη πᾶσα τὸ γενητὸν φθαρτὸν εἶναι κατὰ τὸν πρότερον αὐτοῦ <d. h. Πλάτωνος ὅρον, πῶς συγχωρεῖ τὸ κατ᾿ ἀνάγκην ἀδύνατον γενέσθαι δυνατόν; Vgl. Athenag. Leg. 19. 20. Constantini or. ad. sanctor. coet. 4 τὰ δ’ ἐκ γενέσεως φθαρτὰ πάντα· μορφὴν δὲ χρόνος ἀμαυροῖ· πῶς οὖν οἱ ἐκ γενέσεως φθαρτῆς εἶεν ἀθάνατοι; — 3 —33 vgl. III 11—32. — 3 —5 = Prolog S. 95—97. Lactant I 5, 15 hunc esse solum summum deum, qui caelum fecerit luminibusque distinxerit: ἀλλά ... — 8 —14 vgl. in 20 ff. — 14ff. vgl. Philo: de opif. mundi 28 p. 20 M. ὅσα γὰρ θνητὰ ἐν τοῖς τρισὶ στοιχείοις γῇ ὕδατι ἀέρι πάντα ὑπέταττεν αὐτῷ ....) [*](1 ἄνδρεσ Μ | 3 μόνος < Μ | 5 vgl. I 259. — οἶδμα Μ | 6 Anf. = III 778. ἀένναα χ. πηγῶν vgl. IV 15. — ἀένναα Gffck. ἀέναα M κ᾿ ἀένναα Friedl. | 7 τ’: τε M. — πάλιν γεννᾶν Μ. — ἀνηρίθμων Rz. — πολὺ πλῆθος = I 235 | 8 δ’ ἐν γαίῃ Rz. δὲ γαίης Μ τ’ ἐν γαίῃ Auraiua. — ψυχοτροφεῖται Ghoerer ψυχοτροφεῖτε M ψυχοτροφεῖ τε Opsop. ψυχοτροφοῦντα Mendelssohn | 9 πτηνῶν Thienemann κτηνῶν Μ | 10 λιγυπτερόφωνα Opsop. λιγυροπτερόφωνα M. — ταράσσοντ᾿ Castal. ταράσσοντα M τ’ ἐρέσσοντ᾿ Struve Schmidt ἐρέσσοντ᾿ — ἠέρα Rz. | 11 ἀγρίων Rz. | 13. 14 [] Wilam. — πάντων δ᾿ ἡγητῆρα vgl.Fragm. 1,6. — δ᾿ : θ᾿ Opsop. ἡγητῆρα Castal. ἡγήτορα Μ, vgl. die Überlieferung des Lactant. zu 1, 6. — θεότευκτον vgl. V 502 | 14 ἀνδρὶ δ’ ὐπέταξεν)
κλῦτε δέ μου, μέροπες, βασιλεὺς αἰώνιος ἄρχει.
ὃς μόνος ἐστὶ θεὸς κτίστης ἀκράτητος ὑπάρχων· [*](46 — 48 Lactant div. inst. II 12, 19 tum deus sententia in peccatores data eiecit horainem de Paradiso, ut victum sibi labore conquireret, ipsumque Paradisuni igni circumvallavit, ne homo posset accedere, donec summum iudicium faciat in terra et iustos viros cultores suos in eundem locum revocet morte sublata, sicut sacrae voces docent et Sibylla Krythraea, cum dicit: οἱ δὲ . . . — 47 ζωὴν κληρονομοῦσι = Matth. 19, 29. Mark. 10, 17.) [*](36 ἐκπροχέῃ, τῷ δὴ σὺ μόνῳ τεὸν αὐχένα κάμπτε Humpbrey ἐκπροχέει δικαίοις, τῷ δὴ μόνῳ αὐχ. κ. oder ἐκπ., τῷ δὴ σὺ μ. τεὸν αὐχ. κ. Rz. 37 εὐσεβέεσ M. — ἀνακλίνοις Rz.? ἀνακλινοῖ M ἀνακλῖναι Alex. | 38 τὸ Opsop. τε M | 30 μάλ’ ἄκρητον Aurat. μαλά κρατῶν M | 40 ἀφροσύνῃ μεμανηότι πνεύματι Gesner vgl. XI 317. ἀφροσυνημεμανη ὅτι πνεύματι Μ | 41 κοὐ Castal. καὶ οὐ Μ | 45 ψευδέσιν Buresch ψεύδεσιν M Ausgg. — ἐπ᾿ εἰδώλοισιν ἀχρήστοις = VIII 389. — ἐπ’ ἐπὶ M | 46 ἀληθινὸν ἀέναόν τε = Fragm. 1, 20. — ἀέναόν τε: αἰὲν ἐόντα Lactant. Cod. Paris. 1663 | 47 κληρονομήσουσιν M | 48 παραδείσου . . . κῆπον vgl. I 26. — παράδεισον Lactant. — ὁμῶς < M + Lactant. | 49 οὐρανοῦ ἀστερόεντος = II 184.) [*](Fragment 4 bei Lactant. div. inst. VII 24, 2: |quod alia Sibylla vaticinans furensque proclamat: κλῦτε . . .) [*](Fragment 5 bei Lactant. div. inst. II 11, 18 Sibylla hominem dei opus esse testatur: ὃς . . . . = Prolog. S. 5, 98—100, vgl. III 27.)
ὁππόταν ἔλθῃ, πῦρ ἔσται σκοτόεντι μέσῃ ἐνὶ νυκτὶ μελαίνῃ.
εός>
Ἡ γοῦν Ἐρυθραία πρὸς τὸν θεόν· τί δή μοι, φησίν, ὦ δέσποτα, τὴν τῆς μαντείας ἐπισκήπτεις ἀνάγκην, καὶ οὐχὶ μᾶλλον ἀπὸ τῆς γῆς μετέωρον ἀρθεῖσαν διαφυλάττεις, ἄχρι τῆς μακαριωτάτης σῆς ἐλεύσεως ημερας;
[*](2 vgl. ΙΙΙ 27. αὐτὸς στήριξε(ν) Prolog Φ und III 27 A αὐτὸς ὂς ἐστήριξε III 27 d. and. HSS. — τύπον μορφὴν III 27 Ψ μορφὴν τύπον Φ μορφῆς τε τύπον im Prol. Φ. — Nach V. 2 Hess Lactant. den Vers, den wir III 28 haben, aus: Brandt | 3 αὐτὸς ἔμιξε: αὐγὰς μῖξε Prolog Φ. — γενέτης Stadtmüller Lactant. Prolog.)[*](Fragm. 6 bei Lactant. div. inst. IVll 19, 2 tum aperietur caelum medium intempesta et tenebrosa nocte, ut in orbe tote lumen descendeotis dei tamquam fulgur appareat; quod Sibylla his versibus elocuta est : ὁππόταν ....)[*](2 σκοτόεντι: ψολόεν τι Stadtmüller Brandt, völlig unmögligch, Worte: intempesta et tenebrosa nocte (auch Fr. 1, 26) 2) die nicht seltene Verbindung der Masculinform des Adjektivs mit einem weiblichen Substantiv: III 634. 673. 739. 777. 322 (I 229).)[*](Fragm. 7 bei Lactant. div. inst. I 7, 13 (sehr fraglich) ideoque ab Apolline <deus> αὐτοφυής, a Sibylla Sibylla et ἀγένητος (vgl. Fr. 1, 17) et nominatur.)[*](Fragm. 8 bei Eusebius: Constantini orat. ad sanctor. coet. 21 (sehr fraglich, vgl. III 295 ff. 55 f. VII 162).)