De venenatis animalibus eorumque remediis

Philumenus

Philumenus, De venenatis animalibus eorumque remediis, Wellmann, Teubner, 1908

9 Nουμἠνιοϲ δέ φηϲιν ὁ θηριακόϲ· τὴν Ἡρακλεωτικὴν ὀρίγανον, εἴτε ξηρὰν εἴτε χλωράν, λεάναϲ πρὸϲ δύναμιν δίδου μετ’ οἴνου. μετὰ δὲ ταῦτα ταῖϲ θηριακαῖϲ ἀντιδότοιϲ χρηϲτέον καὶ τοῖϲ καθολικοῖϲ βοηθήμαϲιν τοῖϲ ἐν ἀρχῇ δεδηλωμένοιϲ.

[*](10 SIM Ps. D. 33 (90) cf. 34.)[*](10 EXC. Aet XIII 20; P paul. Aeg. V 19 (167 ,5); Theϲsh. N onn. 274.)[*](1 ὑπνώδειϲ P. correxi προϲτέλλει P: correxi coll. sAet. ἐπὶ τέλει δὲ καὶ ϲπαϲμόϲ 3 προϲεμπτυομένοιϲ Aet. post προϲεπτυϲμένοιϲ add. Aet. παρέπε- ται 4 post ἀμαύρωϲιϲ ddd. ὄψεωϲ, καρδίαϲ πόνοϲ Aet. 5 ἄτερ D: ἄτερον P 6 δὲ ὀτερ P : coirexi e Nic. ἀτρόπιοϲ D: διτροπιοϲ (ι alt. in ras.) P χλο- ανθήϲ P et D: χλωρανθὴϲ coni. Spr. collato Nic. Th. 173 καρδιωγμὸϲ ὀλίγοϲ D : καρδάμωμον ὀλίγον P 8 ϲυναίρει DA 9 ἡμ P διαλιπών DA: διαλειπών P 12 ἐκτμητέον A : ἐκμητέον P ὑπεκδράμωμεν P: correxi, ὅπωϲ διεκδρ, μὲν τὰ δεδηγμένα μέρη A 13 ὑπολιπόμενα P: λειπόμενα A: correxi: 14 ἀνικματέον A: ἀνιγμαϲτέον P χρηϲτέον addidi 15 ἕωϲ Aet.: ὡϲ P 16 fort. ἀντιλάβηται, aliter Aet. δίδου δὲ ἕωϲ τῆϲ ποιότητοϲ τοῦ ὄξουϲ ἀντιλαμβάνονται κατὰ τὸ δεξιὸν ὑποχόνδριον· τοῦτο γάρ φαϲιν ἀναιϲθητεῖν πρῶ- τον ἐπὶ τῶν ἀϲπιδοδήκτων 17 καὶ adiidi e.x A 18 ἐπιτεθῇ P P.: correx ὀπίῳ Th.: ὅπωϲ P 19 λαχανοϲπέρμου P: correxi εἰϲ Aet.: εἰ P προ- γνῶναι Aet. δίδῶυ πίνειν καὶ Aet. 21 εἰϲ Aet.: εἰ P 23 ϲκόρδα P fort. ϲκόροδα ὑπόναυϲοϲ P: correxi 25 φαϲιν P: correxi)
23

τοῖϲ δὲ ὑπὸ ἔχεωϲ ἢ ἐχίδνηϲ δηχθεῖϲιν εὑρίϲκομεν κεντήματα [*](17 1) ὑπάρχοντα δύο ἢ τέϲϲαρα. εὐρύτερα δὲ ἢ ἐπὶ ἀϲπίδοϲ, δι’ ὧν αἷμα ἐκκρίνεται πρῶτον, εἶτα αἱματώδηϲ ἰχὼρ καὶ ἐλαιώδηϲ καὶ χολώδηϲ, ὄγκοϲ διάπυροϲ, φλυκταινώδηϲ, ὑπέρυθροϲ, εἶτα πελιὸϲ καὶ νεμόμενοϲ, ϲτόμα κατάξηρον, ἔγκαυϲιϲ, ἔκλυϲιϲ, φρικώδηϲ διαδρομή, ποτὲ

δὲ καὶ χολῆϲ ἔμετὸϲ, ϲτρόφοϲ, βάροϲ κεφαλῆϲ καὶ ὀϲφύοϲ, ϲκοτοδινία, 2 ὠχρίαϲιϲ, λυγμόϲ, πυρετόϲ, ταχύπνοια, χρῶμα μολιβδῶδεϲ, ἱδρὼϲ ψυχρόϲ. ὁ δὲ θάνατοϲ ἐν ἡμεραιϲ ἑπτά, καὶ ὡϲ ἐπὶ τὸ πλεῖϲτον τῇ τρίτῃ, καὶ μάλιϲτα τοῖϲ ὑπὸ ἐχίδνηϲ ἀδικηθεῖϲιν.

βοηθοῦϲι δὲ καὶ τούτοιϲ ϲπύραθοι σιγῶν μετ’ οἴνου λεανθεῖϲαι 3 καὶ καταπλαϲϲόμεναι, καὶ δάφνη ὡϲαύτωϲ, καὶ ἀβρότονον καὶ χαλβάνη ἀντὶ ϲπληνίου ἐπιρριπτομένη, καὶ ὀρίγανοϲ χλωρὰ λεανθεῖϲα, καὶ τῶν ὀρνίθων οἱ νεοϲϲοὶ ἀναπτυϲϲόμενοι παραχρῆμα καὶ ἐπιτιθέμενοι, ἢ ὀρόβινον ἄλευρον ϲὺν οἴνῳ πεφυραμένον, καὶ ῥεφάνου φλοιὸϲ ίϲχυρῶϲ λεανθείϲ, καὶ ϲκίλλα ὀπτὴ καὶ χαμαίμηλον λελειωμένον, καὶ ὠμήλυϲιϲ δι’ ὀξυμέλιτοϲ ἐϲκευαϲμένη προκαταντλουμένοιϲ θερμῷ ὕδατι.

καὶ δάφνηϲ φύλλοιϲ μετ’ ἐλαίου ἐπάλειφε καὶ τῇ ἀγρίᾳ μαλάχῃ μετ’ 4 ἀλφίτου, καὶ κατάπλαϲϲε ϲεύτλου ῥίζῃ μετὰ ἀλφίτων καὶ ὄξουϲ, ἢ ἴριδι ϲὺν ἀλφίτῳ, ἢ τιτάνῳ μετ’ ἐλαίου, ἢ πεφωϲμένοιϲ ἁλϲὶν μετὰ ὑϲϲώπου, ἢ ὀριγάνῳ ϲὺν μέλιτι.

ὅταν δὲ ἐπεγερθῶϲιν φλύκταιναι, τῶν 5 καταπλαϲμάτων ἀφίϲταϲθαι χρή, μὴ ἀποδαρῇ τὸ δέρμα· ὅταν δὲ οἱ ίχῶρεϲ ἐκρέωϲιν, κατάντλει ὕδατι θερμῷ ἐπὶ πολὺν χρόνον, ἐπεὶ χεῖρον διατίθενται καταντληθέντεϲ ἐπ’ ὀλίγον. μετὰ δὲ ταῦτα κατάπλαϲϲε τὸ οἴδημα καὶ τὰϲ φλυκταίναϲ ἑφθῷ φακῷ λείῳ μετὰ μέλιτοϲ, καὶ [*](1 SIM Nic. Th. 209sq. (ex Apollod.) ; Aet. n. a. X 9 (e Sostr.-Apollod.); Ps D. 9 (69); Gal. XIV 265; Paul. Aeg. V 13 (unio Theoph. Nonn. 273).) [*](1 EXC. Aet. XIII 21.) [*](11 SIM. Paul Aeg. V 13 (165, 31) Theoph. Nonan 273.) [*](11 EXC. Ps. D. 27 (85).) [*](1 κέχιδνα P: correxi 2 desciptionem vineae, quam. habet Aetius, om. P 3 ὑπάρχοντα αddidi: β ἢ δ P 4 ίχὼρ Aet.. ίχωραϲ P ίλυώ- δηϲ P: ἐλαιοειδήϲ Aet. A: correxi coll. Nic. Th. 235 5 νεμόμενοϲ P: μελαι- νόμενοϲ καὶ νεμόμενοϲ (var. lect.) Aet.: fort. μελαινόμενοϲ 8 ὠχρίαϲιϲ Aet.: ὠχρόαϲιϲ P ταχύπνοια Aet.: ταχυπνια P 9 ἡμέραιϲ] ὥραιϲ Aet. 10 ἀδι- κηθείϲην P: correxi 11 βοηθοῦνται δὲ καὶ οὐτοι P: correxi coll. I 12 δάφνη D. δάφνηϲ P. δάφνηϲ ἑφθὰ φύλλα A χαλβάνη D: χαλκἀνθη P, cf. 336 13 ἐπιρριπτούμενα D 14 καὶ παραχρῆμα D 16 λελειωμένα D 17 προ- καταντλουμένουϲ P: correxi : προκατηντλημένου θερμοῦ D 18 ἀπάλιφε P: cor- rexi 19 καὶ (pr.) αddidi καταπα(corr. ln λ pr. m.)άϲϲει P: correxi ῥίζαν P: correxi: καὶ (alt.) addidi 21 τῶν] αὐτῶν P: correxi 23 χρόνω P correxi 21 καταπλάϲϲεται P: corrre(xi ex A 25 ἐφοῖϲ φαρμάκω P: correxi. coll. A κατάπλαττε φακῷ ἑφθῷ μετὰ μέλιτοϲ, ἕωϲ ἀφυγιαϲθῶϲιν)

24
[*](17 6) ταῦτα ποίει, ἕωϲ ἀφυγιαϲθῶϲιν.