De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

188 κνῆκος· φύλλα ἔχει ἐπιμήκη, ἐντετμημένα, τραχέα, ἀκανθώδη, καυλούς διπήχεις, ἐφʼ ὧν κεφάλια κατὰ μέγεθος [*](187 RV: δρυοπτερίς· οἱ δὲ πτέριον, οἱ δὲ νυμφαία πτέρις, Ῥωμαῖοι φιλίκλαμ.) [*](188 RV: κνῆκος.) [*](6 SIM.: Pl. XXVII 72 (e S. N.) — Pl. l. s. D. eup. I 103 (145).) [*](6 EXC.: cf. Gal. XI 865 (═ Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII s. v.); Hes. s. v. δρυπτερίς.) [*](13 SIM.: cf. Pl XXI 90 (e Theophr. h. pl. VI 4, 5).) [*](13 EXC.: Orib. XI s. v. (κνῆκος — γεγωνιωμένον); cf. Gal. XII 32 (═ Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v.); Hes. s. v. κνῆκος.) [*](1 τῇ δὲ γεύσει ὑπόγλυκυς R 2 ἐνκαθεψομένη C ἰχθύι FHA 3 σευτλίῳ R μαλάχῃ πρὸς κάθαρσιν RHADi ἐπιπασσομένη] καθεψηθεῖσα E ἐν μελικράτῳ REDi σὺν μελικράτῶ FHA cf. Ruf. l. s. 4 ἡ δὲ ῥίζα FHA 5 καταπλασσομένη REDi καὶ] ποιεῖ FHA τὰς ῥαγάδας E μεσοδακτυλίοις καὶ ἐν δακτυλίοις ποδῶν τε καὶ χερῶν E) [*](6 num. cap. χνθ O: χξ Di: ρπδ E tit, περὶ δρυοπτερίδος FHADi syn. e R add. Di: mg. H2 τὰ om. FHADi 7 δρυῶν] βρυῶν F καὶ om. RHADi σχέσει RHADi (corr. H2) 8 λεπτή addidi coll. Pl. tenui folicorum subdulcium incisura 9 κατὰ δὲ τὴν γεῦσιν γλυκείας N: τὴν om. C post γλυκεῖ add. ῥέτουσα DiA (del. A2): superscr. H2 10 τοῦτο R0 (inconcinne dictum): αὕτη ἐπιπλασθεῖσα λεί Di ἐπιμασθὲν P: ἐπιπλασθὲν reliqui 11 ἀποσπᾶν RE 13 ἐπιπάττειν P: ἐπιπλάσσειν FHADi: ἐπιπλάττειν RE) [*](13 num. cap. χξ O: χξα Di: ρπε D tit. περὶ κνίκου FHADi κνῆκος RPE: κνίκος reliqui 14 δὲ πηχυαίους DiA (δίπηχυς ἀκαθώδεις A2): διπηχυαίους FH post διπήχεις add. ἀκανθώδεις RE) [*](15 C fol. 100v: N 64 δρυοπετρις C effig. herb. pict. (101r) add. C (m. rec.) οἱ δὲ σπληνοδάπανον πέτριον C 17 Ῥωμαῖοι φιλίκλαμ om, Di) [*](17 C 199r: N 107)

336
ἐλαίας, ἄνθος κρόκῳ ὅμοιον, σπέρμα λευκὸν καὶ πυρρόν, ἐπίμηκες, γεγωνιωμένον. τούτου τῳ ἄνθει χρῶνται εἰς τὰ προσοψήματα.

τὸ δὲ σπέρμα κοπτόμενον καὶ χυλιζόμενον σὺν ὑδρομέλιτι 2 ἢ ζωμῷ ὄρνιθος κοιλίαν καθαίρει· κακοστόμαχον δέ ἐστι. γίνεται δὲ καὶ κοπτάρια κοιλίας μαλακτικὰ διʼ αὐτοῦ πτισθέντος καὶ μιγέντος ἀμυγδάλοις καὶ νίτρῳ καὶ ἀνήσσῳ καὶ μέλιτι ἑφθῷ· δεῖ δὲ πρὸ δείπνου λαμβάνειν εἰς τέσσαρα διελόντας ὡς βασιλικοῦ καρύου μέγεθος δύο ἢ τρία. σκευάζειν δὲ δεῖ τὸν τρόπον τοῦτον· κνήκου λευκοῦ ξέστην ἕνα, Θασίων πεφωγμένων καὶ λελεπισμένων κυάθους τρεῖς, ἀνήσσου δραχμήν μίαν, ἀφρονίτρου δραχμήν μίαν, μέλιτος τὸ ἀρκοῦν ἰσχάδων τῆς σαρκὸς ἀριθμῷ τριάκοντα. πήττει δὲ καὶ γάλα ὁ χυλὸς τοῦ σπέρματος καὶ λυτικώτερον ποιεῖ.

189 λινόζωστις· οἱ δὲ παρθένιον, οἱ δὲ Ἑρμοῦ βοτάνιον καλοῦσιν. ἔχει τὸ φύλλον ὅμοιον ὠκίμῳ πρὸς τὸ τῆς ἑλξίνης, ἔλαττον δέ, κλωνία διγόνατα, μασχάλας πολλάς, πυκνὰς ἔχοντα· τὸν δὲ καρπὸν ἡ μὲν θήλεια βοτρυοειδῆ καὶ πολὺν ἡ δὲ ἄρρην [*](3 SIM.: [Hipp.] περὶ δ. II 54 (VI 562); Diocl. (M. G. F. I frg. 140; Ruf (Orib. II 122. 278), unde Aet. III 41.) [*](14 SIM.: Pl. XXV 38 (e S. N. allis aliunde adscitis).) [*](14 EXC.: Orib. XI s. v. (λινόζωστις — μείζων); cf. Gal. XII 63 (═ Aet. l s. v. aliis aliunde additis, unde Paul. Aeg. VII 3 s. v.); Ps. D. de h. f. 22; Ps. Ap. 82 (= Pa. Orib. I 69).) [*](1 ἐλαίας Orib.: θαλλίας reliqui: frustra def. Salm. l. s. 170 coll. Hes. s. v. θαλλία, θαλλίς post λευκὸν c. 7 litt. eras. E2 πυρρὸν] πικρόν coni. Marc. 2 τούτῳ Di 3 δὲ om. Di καὶ χυλιζόμενον om. R 4 δὲ ἐστὶ] om. R: ὂν E 5 δὲ om. R κοπτάρια] κοπέντα R ad rem cf. Orib. II 841 Dar. μαλακτικὰ καὶ R: μαλακτικὰ καὶ καθαρτικά E δι᾿ αὐτοῦ] τοῦ ὀποῦ αὐτοῦ HADi πτισθέντος καὶ om. HADi 6 καὶ μιγέντος om. F: μιγέντος μέλιτος (μέλιτι corr. E2) καὶ ἀμυγδάλοις καὶ νίτρω (7 litt. eras. E2) E ἀμυγδάλω RDi ad rem. cf. Ruf. l. s. 7 διελόντας E: διελόντα reliqui 8 μεγλέθει C: μεγέθη N δὶς ἢ τρίς PF: τρί ἢ δύο N: δώσεις δὲ πρὸ δείπνου διελὼν ὡς βασιλικοῦ καρύου μέγεθος β΄ ἢ γ΄ Ruf. (Orib. II 278) δεῖ om. R: post τοῦτον transpos. Di 9 τοῦτον τὸν τρόπον FHA ξ. α C: ἐξΓ΄ α΄ Di Θασίων i. e. ἀμυγδάλων 10 καὶ om. E: καὶ λελεπισμένων om. R δραχμὴν μίαν] ξ. α C: ξέστην ἔνα Dl: λίτρα μία N 11 μέλιτος τὸ ἀρκοῦν addidi e Dl afonitri ζ. i. mel quod sufficit: μέλιτος κύαθοι γ Ruf. l. s. ἰσχάδος E τὰς σάρκας R 12 ἔ E (deinde c. 12 litt. eras. E2) 13 ἁλυκότερον R) [*](14 num. cap. χξα O: χξβ Di: ρπϚ E tit. περὶ λινοζώστεως FHADi λινόζωστις ἄρρην RDi syn. e R add. Di: post καλοῦσιν A: mg. H2 οἱ δὲ — ἔχοντα om. Orib. βοτάνην E: Hermu poan Pl. 15 ἔχει δὲ R τὰ φύλλα ὅμοια RHDi ocimo angustioribus foliis Pl. τὸ (alt.) E: τὰ reliqui 16 δίγωνα E: διαγόνατα HA: ramos habet cum angulis duobus Ps. D. de h. f. post μασχάλας del. δὲ E2 πυκνὰς πολλάς E 17 ἡ (alt.)] ὁ 0E (in ras.) Di)

337
πρὸς τοῖς πετάλοις μικρόν, στρογγύλον, ὥσπερ ὀρχίδια κατὰ δύο προσκείμενα· ὅλος δὲ ὁ θαμνίσκος σπιθαμιαῖος ἢ καὶ μείζων.

κινοῦσι δʼ ἀμφότεραι κοιλίαν λαχανευόμεναι καὶ ἐσθιόμεναι· 2 μεναι· καθεψόμεναι δὲ ἐν ὕδατι πινομένου τοῦ ὕδατος ἄγουσι χολὴν καὶ ὑδατῶδες. δοκεῖ δὲ τὰ μὲν τῆς θηλείας φύλλα λεῖα πινόμενα καὶ προστιθέμενα μετὰ τὴν κάθαρσιν τοῖς αἰδοίοις σύλλημψιν θήλεως ποιεῖσθαι, τὰ δὲ τῆς ἄρρενος ὁμοίως ἐπιτηδευθέντα ἀρρενογόνα γίνεσθαι.

190 RV: κυνέα ἢ κυνοκράμβη· οἱ δὲ λινόζωστις ἀγρία ἄρρην, Ἄφροι ἁρμάς, οἱ δὲ ἀσουμέσλαβον. καυλὸν ἀνίησι δισπιθαμιαῖον, τρυφερόν, ὑπόλευκον, φύλλα ἐμφερῆ λινοζώστει ἢ κισσῷ, ὑπόλευκα ἐκ διαστημάτων, τὸν δὲ καρπὸν πρὸς τοῖς πετάλοις [*](189 RV: λινόζωστις ἄρρην· οἱ δὲ ἄργυρος, οἱ δὲ ἀργυρῖτις, οἱ δὲ παρθένιον, οἱ δὲ χρυσῖτις, Αἰγύπτιοι ἀφλοφώ, οἱ δὲ Ἑρμοῦ βασίλειον, Ῥωμαῖοι ἕρβα μερκουριάλις μάσκλα, οἱ δὲ τεστικουλάτα, Ἄφροι ἀσουμές.) [*](λινόζωστις θήλεια· οἱ δὲ θηλύγονον, οἱ δὲ παρθένιον, οἱ δὲ Ἑρμοῦ βοτάνιον, οἱ δὲ ἄργυρον, οἱ δὲ χρυσῖτις, Αἰγύπτιοι ἀφλοφώ, Ῥωμαῖοι ἕρβα μερκουριάλις, οἱ δὲ μερκουριάλις φήμινα, Ἄφροι ἀσουμές.) [*](4 [Hipp.] περὶ δ. 54 (VI 562); Diocl. (F. M. Gr. I frg. 140); Scrib. L. 135; Pl. l. s. 41 Ruf. Orib. II 112) — Pl. l. s. 39 Ruf. l. s. D. eup. II 92 (297).) [*](14 SIM.: Ps. Ap. 82.) [*](2 δὲ om. Orib. θάμνος E ἢ om. ROrib.E 4 καὶ ἐσθιόμεναι om. R 5 σὺν ὕδατι E καὶ πινόμεναι μεθʼ ὕδατος R: καὶ πινομένου Di 6 ὑδατώδη RDi λεῖα om, R 7 πινόμενα ἢ καὶ προστιθέμενα E: προστιθέμενα (τιθέμενα C) καὶ πινόμενα OC: τιθέμενα τοῖς αἰδοίοις καὶ πινόμενα N cf, D. eup. II 92 (297) 8 θηλειῶν R ποιεῖν R τὰ — ἄρρενος om. R τοῦ Di ἐπιτηδευθέντα om. E 9 γίνεται RDi) [*](10 cap. χξγ΄ e R (C fol. 159r: N 51) add. Di: om. reliqui κυναία R: κυνία Di 11 καυλίον Di 12 λινοζώστιδι Di 13 πετάλοις προσκείμενον Di) [*](14 C 202r: N 108 mg. add. mercurialis mascla N (m. rec.) ἄργυρος] argurnus Ps. Ap. (gurnus L: argyros Ack): fort. ἀγρύρεος ΑΠΙΤΡΙΛΙϹ R: ἀριτριλίς AHDi: correxi coll. Ps. Ap. argiritis 15 ἀφλοφο RHADi: Aegyrtii aphlopho Ps. Ap. (Ack) 16 βασίλιον N: hermuliasilios Pa. Ap. (L) ἑρμαβερκουρίαλις Di: ἔρβα μερκουρίαλι μάσκλα A: Itali mercurialis Ps. Ap. (L) cf. Cat. de agric. 158, 1 17 ΤΕϹϹΕΚΟΥΛΑΤΑ R: τεσεκουλάτα DiHA. (τεσουκουλάτα A2): correxi (propter fructum testiculis similem)) [*](18 C fol. 201v: N 108: mg. add. H2 mercurialis femina mg. add. N (m. rec) οἱ δὲ θηλύγονον post βοτάνιον transpos. N 19 ἄργυρον] ΑΡΓΙΟΝ libri: correxi 20 ἀλλοφώ R: ἀλλοφή H: correxi)

338
μικρόν, στρογγύλον προσκείμενον. δύναμιν δὲ ἔχει ὅ τε καυλὸς καὶ τὰ φύλλα πινόμενα κοιλίας κινητικὴν λαχανευόμενα, καθεψομένων τε τὸ ὕδωρ ἄγει χολὴν καὶ ὑδατώδη.

190 ἡλιοτρόπιον τὸ μέγα, ὃ ἔνιοι σκορπίουρον ἀπὸ τοῦ περὶ τὸ ἄνθος σχήματος ἐκάλεσαν, ἡλιοτρόπιον δὲ ἐκ τοῦ συμπεριτρέπεσθαι τὰ φύλλα τῇ τοῦ ἡλίου κλίσει· ἔχει τὰ φύλλα ὠκίμῳ παραπλήσια, δασύτερα δὲ καὶ μελάντερα, κλωνία ἀπὸ τῆς ῥίζης τρία ἢ τέσσαρα καὶ ἐκ τούτων μασχάλας πλείους· ἐπʼ ἄκρων δὲ ἄνθος λευκόν, ὑποπόρφυρον, ἐπικαμπὲς καθάπερ σκορπίου οὐρά· ῥίζα δὲ λεπτή, ἄχρηστος. φύεται δὲ ἐν τραχέσι τόποις.

2 τούτου ὅσον δέσμη ἀφεψηθεῖσα μεθʼ ὕδατος καὶ ποθεῖσα ἄγει φλέγμα καὶ χολὴν κατὰ κοιλίαν. ἁρμόζει δὲ καὶ σκορπιοπλήκτοις μετʼ οἴνου πινομένη καὶ καταπλασσομένη· ἔνιοι δὲ [*](190 RV: σκορπίουρον· οἱ δὲ ἡλιοτρόπιον οἱ δὲ ἡλιότροπος, οἱ δὲ ἀδιάλυτον, οἱ δὲ ἡλιόπουν, οἱ δὲ σκορπιοκτόνον, οἱ δὲ σήσαμον ἄγριον, οἱ δὲ σκορπίου οὐράν καλοῦσιν.) [*](1 SIM.: Pl. XXII 57 sq. (ex I. B.); schol. Nic. Th. 677.) [*](1 EXC.: Orib. s. v. (ἡλιοτρόπιον — τόποις); cf. Paul. Aeg. VII 3 s. v. Ps. D. de h. f. 34;  Ps. Ap. 50 (═ Ps. Orib. I 36); Isid. XVII 9, 37.) [*](8 SIM.: Pl. XXII 58 Ruf. (Orib. II 119) — Nic. Th. 678 (ex Apollod.) Pl. l. s. 59 D. eup. II 122 (320) — eup. II 132 (324) — Pl l. s. 60 eup. II 20. 21 (234) — Pl. l. s. 59 eup I 176 (185) — Pl. l. s. 59 eup. I 235 (217) — eup. I 226 (210) — Pl. l. s. 59 eup. I 9 (98) — eup. II 78 (290).) [*](1 τε om. N 2 καὶ καθεψόμενον (om. τε) C: καθεψόμενον N 3 τε] δὲ Di) [*](4 num. cap. χξβ O: χξδ Dl: ρπζ E tit. περὶ ἡλιοτροπίου FHA: περὶ ἡλ. τοῦ μεγάλου Di post μέγα syn. e R add. Di: post κλίσει A: mg. H2 ὃ ἔνιοι om. RDi σκορπίουρον λέγεται Di 5 περὶ] περ P: om. A τοῦ ἄνθους FHA ἐκ] ἀπὸ REDi 6 συμπεριφέρεσθαι E ἔχει δὲ REDi τὰ om. E 7 παραπλήσια ὠκίμῳ FHA δὲ] μέντοι E καὶ μείζονα καὶ λευκότερα RDi καὶ μελάντερα καὶ μείζονα Orib.E: paulo maioribus atque succulentis et nigrioribus et asperis Ps. Ap. κλωνία δὲ C 8 ὅσον τρία RDi: γ΄ ἢ δʼ ἢ Orib.HADi: V aut sex Dl: quatuor aut quinque Ps. Ap. 9 ἄκρω NOE λευκὸν ἢ R ὑπόπυρρον Orib ODi: ὑποπόρφυρον REDl Ps. Ap 10 καὶ ἄχρηστος REDi δὲ (alt.) om. RFHA Di 12 τούτου om. PF δέσμη] δραχμὴ R at cf. Ruf. l. s. 14 ἔνιοι — ἀπονίαν] καὶ πρὸς ἀτονίαν περιάπτουσιν C: καὶ πρὸς ἀτοκίαν δὲ περιάπτεται N: πρὸς ἀτόκων δὲ περιάπτεται Di: περιάπτουσι δὲ (δὲ superacr. H2) πρὸς ἀτόκιον (τονίαν superscr. H2) HA at cf. Dl multi etiam radicem eius collo suspendunt contra vim scorpionum) [*](15 C 292r: N 135 ἡλιοτρόπιον τὸ μέγα· οἱ δὲ σκορπίουρον, οἱ δὲ ἡλιότροπος Di 16 διαλιον libri: dialiton (dialithon VL1) Ps. Ap.: corr. Koebert ἡλιούπουμ CH: ἡλιούπουν NDi: elioron Ps. Ap.: correxi 17 οἱ δὲ — καλοῦσιν om. ADi)

339
τὴν ῥίζαν τοῖς σκορπιοπλήκτοις περιάπτουσι πρὸς ἀπονίαν. φασὶ δὲ πρὸ μιᾶς ὥρας τῆς λήμψεως τοῦ καρποῦ τέσσαρας κόκκους μετʼ οἴνου ποθέντας τεταρταίους ἀπαλλάσσειν, τριταίους δὲ τρεῖς. καταπλασσόμενος δὲ ὁ καρπὸς μυρμηκίας καὶ ἀκροχορδόνας καὶ θύμια καὶ ἐπινυκτίδας ξηραίνει, τὰ δὲ φύλλα ποδάγραις καὶ στρέμμασι καὶ σειριῶσι παιδίοις ἐπιπλάττεται ὠφελίμως· κινεῖ δὲ καὶ ἔμμηνα καὶ ἔμβρυα λεῖα προστεθέντα.

191 ἡλιοτρόπιον τὸ μικρόν φύεται ἐν τόποις τελματώδεσι καὶ παρά λίμναις, ἔχον φύλλα παραπλήσια τῳ προειρημένῳ στρογγυλώτερα δέ, καρπὸν στρογγύλον, ἀποκρεμάμενον ὡς ἀκροχορδόνας.

δύναται δὲ ἡ πόα μετὰ τοῦ καρποῦ πινομένη σὺν νίτρῳ καὶ ὑσσώπῳ καὶ καρδάμῳ καὶ ὕδατι ἕλμινθα πλατεῖαν καὶ | στρογγύλην ἐκτινάσσειν· αἴρει δὲ καὶ ἀκροχορδόνας σὺν ἁλσὶ καταπλασσομένη.

192 σκορπιοειδές· βοτάνιον φύλλα ἔχον ὀλίγα καὶ σπέρματα οὐραῖς σκορπίου ἐμφερῆ. βοηθεῖ δὲ καταπλασσόμενα σκορπιοπλήκτοις.

[*](191 RV: ἡλιοτρόπιον τὸ μικρόν· οἱ δὲ καὶ τοῦτο σκορπίουρον ἐκάλεσαν ἑτέρα δὲ σκορπίουρος.)[*](192 RV: σκορπιοειδές.)[*](8 SIM.: Pl. XXI 57 sq. — Pl. l. s. 59 Ruf. (Orib. II 129) D. eup. lI 66 (281) — Pl. l. s. 59.)[*](8 EXC.: Orib. XI s. v. (ἡλιοτρόπιον — ἀκροχορδόνας); Paul. Aeg VII 3 s. v. Ps. Ap. 50.)[*](16 SIM.: Pl. ΧXII 39 (e S. N.) D. eup. II 121 (319).)[*](16 EXC.: cf. Gal. XII 126 (═ Paul. Aeg. VII 3 s. v.).)[*](1 ἀτονίαν F 2 πρὸ] πρὸς P ὥρας τῆς om. FHA (in mg. corr. A2) λήμψεως] ἐπισημασίας Di 3 ἀπαλλάσσειν] καταπαύειν RDi 4 ἐπιπλαττόμενος RA2 (in mg.) 5 θύμους NEHADi ποδάγραις] τῆς βοτάνης E 6 καταπλάττεται HA: ἐπιπάττεται E 7 ἔμβρυα καὶ ἔμμηνα E: ἔμβρυα ἄγει Di λεῖα om. E)[*](8 num. cap. χξγ O: χξε Di: ρπη E tit. τὸ μικρόν F: περὶ ἡλιοτροπίου τοῦ μικροῦ AHDi post μικρόν e R add. οἱ δὲ σκορπίουρον Di: mg. οἱ δὲ σκορπίουρον τὸ μικρόν H2 τόποις addidi: τελματώδεσι τόποις EDi 9 τῶν προειρημένων (vitio sollemni) PF 10 καὶ καρπὸν (dittogr.) R 11 ἀκροχορδόνες Di 13 καρδαμώμῳ NE Paul. Aeg. l. s. ἕλμιν RADi 14 ἀλοὶ καὶ ὕδατι E in fine add. maxime si ipsa herba fuerit elixa imposita Dl)[*](16 num. cap. χξδ O: χξϚ Di: ρπθ E tit, περὶ σκορπιοειδοῦς FHADi σκορπιειδές PF· βοτάνιόν ἐστιν N τὰ σπέρματα N 17 σκορπιοπλήκτοις ἄκρως NADi 18 subscr. διοσκουρίδου περὶ ὕλης βιβλίον τέταρτον E: ΠΕΔΑΝΙΟΥ ΔΙΟϹΚΟΥΡΙΔΟΥ ΑΝΑζΑΡΒΕωϹ ΠΕΡΙ ΥΛΗϹ ΙΑΤΡΙΚΗϹ ΛΟΓΟϹ ΤΕΤΑΡΤΟϹ PF)[*](19 C fol. 130v: N 81 effig. herb. pict. add κοινῶς ἡλιόδρομος C (m. rec.))[*](21 N fol. 135: om. C)