De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

79 μελάνθιον· θαμνίσκος ἐστὶ λεπτόκαρφος, δισπίθαμος ἢ καὶ μείζων, φύλλα ἔχων μικρὰ ὥσπερ ἠριγέροντος, λεπτότερα δὲ πολλῷ καὶ κεφάλιον ἔχων ἐπ᾿  ἄκρου λεπτόν, μικρόν, ὡς μήκωνος, ἐπίμηκες, ἔχον κατὰ τὰ ἐντὸς διαφράγματα, ἐν [*](79 RV: μελάνθιον· οἱ δὲ καὶ τοῦτο μήκωνα ἄγριον μέλανα καλοῦσιν, Ῥωμαῖοι παπάβερ νίγρουμ.) [*](1 SIM.: Pl. XXV 164 — Scrib. Larg. 56 Pl. XXV 166 eup. I 71 (130) — eup. II 31 (241) — eup. II 39 (253) — eup. II 40 (255) — Pl. XXVI 74 — [ Theophr.] l. s. Pl. XXVI 76 eup. II 61 (272) — Pl. XXVI 89 Zop. (Orib. II 567) — Pl. XXVI 76 — eup. I 166 (179).) [*](11 SIM.: Pl. XX 182sq. (e S. N.) — Sim. Seth. s. v. 65 L).) [*](11 EXC.: med. Gal. XII 69 (unde Orib. II 661. V 627. Ps. Orib. IV 153. Act. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v.).) [*](1 πνευματικαῖς διαδρομαῖς NBE: πολιτικαῖς καὶ διαδρομαῖς C 2 τε] δὲ NB καὶ (pr.) om. R 3 δυστοκίαις om. N: δυστόκοις BE (corr. E2) διατάσεως F καὶ νεφρῶν καὶ κύστεως FHDi 4 ὑστέρας E χρησίμη E (χρήσιμος corr. E2) 5 ἔλαττον NFHADi: ἧττον B 6 καὶ καθαίρει CB (dittogr.): ξηρανθεῖσα δὲ καθαίρει N λεία om, RB τὰ ξηρὰ καὶ ῥυπαρὰ C 7 ἐπουλοῖ FHADi (ἀπουλοῖ superscr. A2) 8 καὶ (pr.) om. B κηρωταῖς RHADi καὶ (aIt.) om. B 9 πρόσφατον καὶ ἔβρωτον E διαλύεται E: μίγνυται R. λύεται reliqui cf. D. III 80. 81. 83 11 ἢ ἀνήθῳ habet E (post θερμῷ Di: in mg. H2): om. reliqui cf. Dl lacrimus eius confectionibus misceri potest, maxime amigdalis amaris, rute et aneto et pane calido triticeo) [*](12 num. cap. τ𝒢γ Ο: τ𝒢ε Di: πς E tit. περὶ μελανθίου FHADi post μελάνθιον syn. e R add. ADi: marg. H2 λεπτόκαρπος EDl δισπιθαμιαῖος E 18 μικρά] λεπτά R: superscr. A2: om. Dl 14 καὶ om. Ο ἔχων add. 0: om. REDi: seclusi λεπτὸν om. B λεπτὸν μικρόν om. Dl: μικρόν λεπτὸν HA 15 ἔχον om. R καὶ (εἰς add. N) τὰ ἐντὸς RE (corr. E2)) [*](16 C fol. 237r: N 103 μέλανα om. C)

93
οἷς καὶ τὸ σπέρμα μέλαν, δριμύ, εὐῶδες, καταπασσόμενον εἰς ἄρτους.

ἁρμόζει δὲ κεφαλαλγοῦσι καταπλασσομένου τοῦ μετώπου καὶ τοῖς ἀρχομένοις ὑποχεῖσθαι ἐγχεόμενον λεῖον εἰς τὰς ῥῖνας μετὰ ἰρίνου.

αἴρει δὲ καὶ φακοὺς καὶ λέπρας καὶ οἰδήματα παλαιὰ 2 καὶ σκληρίας σὺν ὄξει καταπλασθὲν καὶ ἥλους προπεριχαραχθέντας ἐκτινάσσει σὺν οὔρῳ παλαιῷ ἐπιτεθέν, ὠφελεῖ καὶ ὀδονταλγίας μετὰ δᾳδίου καὶ ὄξους ἑψηθὲν καὶ διακλυζόμενον, ἐκτινάσσει δὲ καὶ ἕλμινθας στρογγύλας καταπλασθέντος τοῦ ὀμφαλοῦ μεθ᾿  ὕδατος. λεανθὲν δὲ καὶ ἐν ἀποδέσμῳ δεθὲν καὶ ὀφραινόμενον τοὺς καταρροϊζομένους ὠφελεῖ, πινόμενον δὲ πλείονας ἡμέρας ἔμμηνα καὶ οὖρα καὶ γάλα ἄγει, παύει καὶ δύσπνοιαν μετὰ νίτρου ποθέν, βοηθεῖ καὶ φαλαγγιοδήκτοις ὅσον δραχμὴ μία μεθ᾿  ὕδατος ποθεῖσα. διώκει δὲ καὶ ἑρπετὰ θυμιώμενον· φασὶ δὲ καὶ ἀναιρεῖν αὐτό, ἐάν τις πλεῖον αὐτὸ πίῃ.

[*](3 SIM.: Pl. XX 184 — Pl. 183 D. eup. I 2 (95)— Pl. 183 eup. I 41 (112) — Pl. l. s. eup. I 128 (158) — Pl. l. s. eup. I 147 (168) — Pl. 184 eup. I 175 (184) — Pl. 183 eup. I 69 (127) — eup. II 67 (283) — Pl. 183 schol. Nic. Th. 43 — [Hipp.] περὶ γυν. φ. 32 (VII 356, 360) Zop. (Orib. II 598) Pl. 184 eup. II 77 (290) — Zop. Orib. II 566) Pl. l. s. eup. II 112 (312) — Zop. (Orib. l. s) Pl. 183 eup. l 138 (163) — Pl. l. s. eup. II 39 (258) — Nic. Th. 43 (ex Apollod.) Pl. 182 eup. II 128 (323) — Pl. l. s. eup. II 121 (320).)[*](1 καὶ om B: seclusi καταπλασσόμενον libri: καταπ///ασσόενον E (corr. Ε2): quod semen multi pani aspergunt Dl: corr. Sar. cf. Pl. XIX 168 3 δὲ om. Di: δὲ καὶ (dittogr.) BFHA, καταπλασσόμενον τῷ μετώπῳ FHADi τοῦ om. P 4 λεῖον addidi, post ῥῖνας transpos. RE, post ἰρίνου AHDi cf. Dl in initio suffusionis tritum et naribus missum medicatur addita iri illirica 5 καὶ (pr.) om. B φακόν ODi: φακοὺς REB: lentigines et lepras inpositus curat Dl 6 καταπλασσόμενον R προσπεριχαραχθέντας R: προσπερικαθαρθέντας B: περικαθαρθέντας E 7 ἐκτινάσσει post παλαιῷ colloc. B οὔρῳ] οἴνῳ FHADi cf. D. eup. I 175 (184) μελάνθιον σὺν οὔρῳ (sc. ἥλους αἴρει): Dl cum vetere urina cf. Pl, XX 184 ὠφελεῖ δὲ FHADi 8 καὶ (pr). om. NFHA τὰς ὀδοντ. CE: ὀδονταλγίαν Di μετ᾿  ὄξους καὶ ῥοδίνου C: μετὰ ῥοδίνου καὶ ὅξους N: μετὰ ὄξους καὶ δαδίου Di: tedae additus cum aceto et coctus et ori retentus dolorem dentium nom admittit Dl 9 ἐκτινάσσει (om. δὲ) post στρογγύλας transpos. E ἕλμις FVE: ἔλμενς H: ἕλμεις C καταπλασσομένου RDi 10 τε (om. E) λεανθὲν (δὲ add. E) ἐν ἀποδέσμῳ καὶ ὀοφρ. RE δοθὲν A 12 ἐπὶ πλείονας CE: πλείους FHADi ἔμμηνα καὶ ἕλμινθας καὶ γάλα ἄγει καὶ οὗρα E: γάλα καὶ οὗρα R παύει δὲ E 13 νίτρον] οἴνου RHADi at cf. Dl cum nitro bibitus disnoicis prodest ef. Pl. XX 183 βοηθεῖ δὲ CDiE 14 μία om. R ποθείς P: ποθεῖσα RV: ποθέν reliqui ἑρπετὰ] θηρία R θυμιώμενον om. R 15 αὐτὸ πλεῖον ποθέν RDi αὐτὸ (alt.) πλεῖον HA: αὐτὸ om. E)
94

80 σίλφιον· γεννᾶται ἐν τοῖς κατὰ Συρίαν καὶ Ἀρμενίαν καὶ Μηδίαν τόποις καὶ Αιβύην, οὗ ὁ καυλὸς μάσπετον καλεῖται, ἐμφερήὴς νάρθηκι· φύλλα δὲ ἔχει σελίνῳ ὅμοια, σπέρμα πλατύ, φυλλῶδες, ὃ καλεῖται μαγύδαρις.

ῥίζα δὲ θερμαντική, φυσώδης, ἐρευγική, ἀναξηραντική, δύσπεπτος, κύστεως κακωτική. ἰᾶται δὲ χοιράδας καὶ φύματα ἀναληφθεῖσα κηρωτῇ ἢ καὶ ὑπώπια σὺν ἐλαίῳ καταπλασθεῖσα, σὺν ἰρίνῃ δὲ κηρωτῇ ἢ κυπρίνῃ ἰσχιαδικοῖς ἁρμόζει, τάς τε περὶ δακτύλιον ἐξοχὰς αἴρει ἐν σιδίῳ σὺν ὄξει ἑψηθεῖσα καὶ καταπλασθεῖσα, θανασίμων τέ ἐστιν ἀντιφάρμακον πινομένη, εὔστομός τέ ἐστι μειγνυμένη καὶ εἰς βάμματα καὶ ἄλας.

2 συλλέγεται δὲ ὁ ὀπὸς ἐγχαρασσομένης τῆς ῥίζης καὶ τοῦ καυλοῦ. διαφέρει δὲ αὐτοῦ ὁ ὑπέρυθρος καὶ διαυγής, σμυρνίζων καὶ ἐν τῇ ὀσμῇ εὔτονος, μὴ πρασίζων μηδὲ ἀπηνὴς πρὸς τὴν γεῦσιν εὐχερῶς τε διειμένος ἐπὶ τὸ λευκὸν χρῶμα. ὁ μέντοι Κυρηναϊκός, κἂν ἐπ᾿  ὀλίγον αὐτοῦ τις γεύσηται, εὐθέως ἰκμάδα [*](1 SIM.: Theophr. h. pl. VI 3, 1. Pl. XIX 38 sq. (e Theophr. et S. N) — Pl. XXII 100sq. (e S. N) — Pl. 100 D. eup. I 154 (173) — eup. I 149 (170) — Pl. 100 eup. I 56 (119) — Pl, 105 eup. I 240 (221) — Pl. 103 eup. I 215 (206) — Nic. Al. 309 Scrib. Larg. 174 eup. II 135 (326) — Pl. XIX 46.) [*](1 EXC.: Orib. XII s. v. (σίλφίον — κακωτική); Gal. XII 123. 91 (s. v. ὀπός) unde Aet. I s v. Paul. Aeg. VII 3 s. v. Hes. s. v. μαγύδαρις et μάσπετα.) [*](12 EXT.: Orib. XII s. v (συλλέγεται — δριμύς).) [*](1 num. cap. τ𝒢δ Ο: τ𝒢ς Di: πζ E tit. περὶ σιλφίου FHADi σίλφιον ῥίζα Orib. E: silpi radix est omnibus nota Dl γεννᾶται μὲν V 2 καὶ μηδίαν om, Orib. μήδειαν Di τόποις post Λιβύην transpos. Orib.E μάσπεστον PV: |μαστίετος ἢ| μάσπετον E (corr. E2): μαστίερον (μάσπετον superscr. O2) Orib. ἐμφερὴς ὢν E folia maspetum vocari Theophr. l. s. testatur (cf. Hes. s. v.) ἔχων ὅμοια σελίνῳ Orib. 4 φυλλῶδες —μαγύδαρις om. FHADi: marg. add. P (pr. m.): semen latu quod appellatur magidaris Dl φυλλοειδές E μαγούδαρις (ut semper) E ad rem cf. Theophr. l. s. τὸ δὲ φύλλον ὂ καλοῦσι μάσπετον ὅμοιον τῷ σελίνῳ, σπέρμα δ΅ ἔχει πλατύ, οἷον φυλλῶδες τὸ λεγόμενον φύλλον 5 φυσώδης — ἀναξηραντική addidi ex Dl virtus est radici eius termantica et xerantica, stomacu inflat, ruptationes provocat: Orib. l s. ῥίζα θερμαντική, φυσώδης, ἐρευγική, ἀναξηραντική cf. Pl, XXII 100 7 κηρωτῇ κυπρίνῃ E ἢ seclusi (dittogr.) 8 τε post δακτύλιον transpos. FHDi 9 σὺν σιδίω καὶ (in ras. E2) ὄξει E 10 post πινομένη inser. καὶ μεθ᾿  ὕδατος μιγνυμένη σὺν ἀλσὶν καὶ ἄλλως E: bibitus venenis occurret Dl 11 τε ἐστι om. E ἐμβάμματα E: κάμματα FVH (corr. H2): βρώματα Serap. ex Ald. ἀλ///σίν E (corr. E2) 12 ἐγχαρασσόμενος FH 13 ὁ om. Orib. διαυγὴς ἀφρὸν ἀνιεὶς E 14 εὔτονος εὐώδης Orib. ἀπη . . . . . . . εὐχερῶς P (16 litteris abscisa margine absumptis) πρὸς τὴν γεῦσιν om. V 16 τις αὐτοῦ EHDi εὐθέως om. FHDi ἰκμάδας Orib.)

95
κινεῖ καθ᾿  ὅλον τὸ σῶμα τῇ τε ὀσμῇ ἐστι προσηνέστατος, ὥστε γευσαμένῳ μηδὲ τὸ στόμα πνεῖν, εἰ μὴ ἐπ᾿  ὀλίγον. ὁ δὲ Μηδικὸς καὶ ὁ Συριακὸς τῇ δυνάμει εἰσὶν ἀσθενέστεροι καὶ βρωμωδεστέραν ἔχουσι τὴν ὀσμήν.