De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

3 ὁ δὲ καρπὸς χλωρός τε καὶ ξηρὸς λεῖος καταχρισθεὶς σύν ὄξει ἐν ἡλίῳ σμηκτικός ἐστιν ἀλφῶν, μετʼ ὀξελαίου δὲ σύγχρισμα προφυλακτικὸν ἰοβόλων· ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς δυσεντερίαν, ὰἵματος ἀναγωγήν, διάρροιαν. τὸ δὲ ἀφέψημα τοῦ σπέρματος πινόμενον καὶ πρὸς μελισσῶν καὶ τῶν λεπτῶν θηρίων πληγάς πάντων ἐν ὀξυδράτῳ ποθὲν ἡ ἐν οἴνῳ· καὶ τὰ φύλλα δὲ μετʼ ἐλαίου ὀλίγου καταπλάσσεται ἐπὶ τῶν δηγμάτων καὶ ἐπὶ πυρικαύτων. πήγνυσι δὲ ἡ ῥίζα καὶ ὕδωρ μιγεῖσα λεία καὶ συνεξαιθριασθεῖσα.

147 ἀλκαίας· καὶ αὕτη εἶδός ἐστιν ἀγρίας μολόχης, ἔχουσα φύλλα ἐπεσχισμένα πρὸς τὰ τῆς ἱερᾶς βοτάνης, καυλούς τρεῖς ἤ τέσσαρας, φλοιὸν ἔχοντας καννάβει παραπλήσιον, ἄνθος μικρόν, ἐμφερὲς ῥόδῳ, ῥίζας λευκάς, πλαγίας, πέντε ἢ ἔξ, ὅσον πήχεως, αἴτινες ἐν οἴνῳ ἤ ὕδατι πινόμεναι δυσεντερίαν καὶ ῥήγματα ἰῶνται.

[*](1 SIM.: Alex. Trall. II 517 D. eup. I 231 213) — [Theiogr,] 1 l. s. eup. II 34 (246) Pl. 230 — eup. I 69 (127) — eup. I 118 (152) — eup. II 30 (239) Pl. 230 — Pl. 2t9 — Nic. Th. 89 (ex Apollod.) Pl. XX 29 eup. II 122 (320) — Pl. XX 29 eup. II 130 (323) — [Thoephr.] l. s. Pl. XX 230.)[*](11 SIM.: Pl. XXVII 21 (e S. N.) — D. eup. II 49 (260) Pl. l. s. — eup. II 34 (246) Pl.)[*](11 EXC.: med. Paul. Aeg. VII 3. s. v. Hes. s. v. ἀλκαῖον.)[*](1 λιθι (sic) P: marg. add. pr. m. (cum ·/·) ῶντας ὠμότητας ἰσχιαδικοὑς ὠμότητας seclusi: om. EDiDl (dittogr.) λειεντερικούς pro δυσεντ. E 2 ῥήγματα E σὺν ὄξει ἑψηθεῖσα πραύνει διακλυζομένη E 4 λεῖος om. 0E at cf. Dl semen eius uiride et siccum cum aceto et oleo tritum et perunctum ma- culas tollit (cf. A. Mai l. s.) καταχρισθεὶς ἢ καταπλασθείς E (καταχρ. ἢ del. E) σὺν ὄξει καταχρισθείς FHA ἐν ἡλίῳ (ἐλαίω superscr. pr. m.) E 5 συγχριόμενος EDi προφυλακτικός ἐστιν Di 6 καὶ post δυσεντερίαν et ἀναγωγήν add. Di ἀναγωγὰς HA 8 ἢ οἴνῳ ποθὲν DEi 9 ὀλίγου ἐλαίου Di 10 ἐπί τῶν HADi δὲ καὶ (om. καὶ post ῥίζα)_ E ὕδωρ om. marg. add. E)[*](12 num. cap. υξα O: υξβ Di: ρνβ E tit. περὶ ἀλκέας FHDi: περὶ ἀλκαίας A textum s. v. ἀλθαία habet C ἀλκέα FLHADi D. eup. II 34. 48 καὶ om. C ἐστὶν εἶδος VFHA 13 πρὸς] ὡε A 14 φλοιόν CE: φλον PV: φλοῦν reliqui καννάβη VHE: κανάβη Di 15 ἐμφερὲς ῥόδῳ om. C ῥόδῳ ἐμφερές E πλαγίας CDl: πλατείας reliqui: correxi coll. Pl. radices albas cum plurimum sex, cubitales, obliquas ε ἢ Ϛ ἢ ζ E 16 δυσεντερίας E cf. Paul. Aeg. l. s. σὺν ρἴωῳ πινομένη δυσεντερίας καὶ ῥήξεις (δήξεις libri) ἰᾶται καὶ μᾶλλον ἡ ῥίξα αὐτῆς)
157

148 κάνναβις· φυτὸν εὔχρηστον τῳ βίῳ πρὸς τὰς τῶν εὐτονωτάτων σχοινίων πλοκάς. φύλλα δὲ φέρει παραπλήσια τῇ μελίᾳ, δυσώδη, καυλούς μακρούς, κενούς, καρπὸν στρογγύλον, ἐσθιόμενον, ὃς πλείων βρω| θεὶς σβέννυσι γονήν· χλωρὸς δὲ χυλισθεὶς ἁρμόζει πρὸς τὰς τῶν ὤτων ἀλγηδόνας ἐνσταζόμενος.

149 ἡ δὲ ἀγρία κάνναβις ῥαβδία φέρει ὄμοια τοῖς τῆς πτελέας, μελάντερα δὲ καὶ μικρότερα, τὸ ὕψος πήχεως· τὰ φύλλα ὅμοια τῇ ἡμέρᾳ, τραχύτερα δὲ καὶ μελάντερα, ἄνθη ὑπέρθυρα, λυχνίδι ἐμφερῆ, σπέρμα δὲ καὶ ῥίζα ὅμοια τῇ ἀλθαίᾳ.

[*](148 RV: κάνναβις ἥμερος· οἱ δὲ καννάβιον, οἱ δὲ σχοινιόστροφον, οἱ δὲ ἀστέριον, Ῥωμαῖοι κάνναβεμ.)[*](149 RV: κάνναβις ἀγρία· οἱ δὲ ὑδράστινα, Ῥωμαῖοι τερμινάλις.)[*](1 SIM.: Pl. XX 259 (e S. N.) cf. XIX 173 unde? Sim. Sedi. 60 L. — Pl. l. s cf. Alex. Trall. II 496 Ruf. 430.)[*](1 EXC.: med. Gal. XII 8 (unde Paul. Aeg. VII 3 s. v.): καννάβεως ὁ καρ- πὸς ἄφυσός τε καὶ ξηραντικὸς εἰς τοσοῦτόν ἐστιν ὡς, εἰ πλείων βρωθείη, ξηραί- νειν τὴν γονήν. ἔν ιοι δὲ χλωρὸν μὐτὸν χυλίζοντες εἰς ὤτων ἀλγήματα χρῶνται τὲ κατ᾿ ἔμφραξιν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, γινόμενα. cf. Aet. I s. v. (unde?). 7 SIM.: Pl. XX 259 — Pl. L. s. D. eup. I 236 (218) Aret. caus. m. cbr. II 12 (172).)[*](7 EXC.: Orib. XI s. v. (ἡ δὲ ἀγρία — ἀλθαίᾳ); cf. Gal. XII 8.)[*](11 SIM.: Ps. Ap. 114.)[*](1 num. cap. υξβ O: υξγ Di: ρνγ E iti. περὶ καωωάβεως FHA: περὶ ἡμέρου καννάβεως Di post κάνναβις syn. e R add. DiA: marg. H2 cap. Post alterum περὶ καννάβεως ἀγρίας transpos. Di φυτόν ἐστιν RDi 2 παρα- πλήσια] παρόμοια E 3 μελέα C (superscr. A): μελαίᾳ N: μηλέα (μελία corr. in marg. cum ·/·) E μικρούς R at cf. Dl astas longas et inanes (sc. habet) καρπὸν δὲ E 4 ἐσθιόμενον deleri vult Kn. ὅστις πλεἴον ἐσθιόμενος ἤ βρωθεὶς σβέννυσι τήν τροφήν N: ἐσθιόμενος πλεῖον σβέννυσι τήν τροφήν C: ὄς ἐσθιόμενος πλείων σβέννυσι τήν γονήν Di ὃς om. E (δὲ post πλείων add.) λυχνιασθεὶς R)[*](7 num. cap. υξγ 0: om. EDi tit. περὶ τῆς ἀγρίας καννάβεως H: περὶ τῆς ἀγρίας A: om. Di ἔστιτ δὲ ἑτέρα ἀγρία καννάβη E: κάναβις· οἱ δὲ ὑδρά- στινα· ῥωμαῖοι υρτμινσλις· κάναβις ἀγρία ῥαβδία φέρει Di κάνναβις om. A (add. syn. Rom. A : marg. H2) παρόμοια E 8 πτελέας 0: ἀλθαίας superscr. H2A: ἀλθαίας reliqui μελανώτερα R μικρότερα] τραχύτερα R: superscr. A2: sed nigras et minores Dl: τραχύτερα καὶ μικρότερα Di: μικρότερα καὶ πικρότερα E τὰ δὲ REDi 9 τραχύτερα δὲ καὶ μελάντερα om. R: nigrior foliis et asperior Pl. 10 ῥίζαν ὁμοίαν RE: ῥίζαν Di ὅμοιαι P)[*](11 C fol, 168r: N 52 σχοινόστροφον H: σχινόστροφον A: σχονόστροφον Di cf. D, IV 46 12 ἀτέριον C: superscr. A2)[*](13 C fol. 169r: N 52 hydrostinam Ps. Ap.)
158

δύναται δὲ ἡ ῥίζα καταπλασθεῖσα ἑφθὴ φλεγμονὰς παρηγορεῖν καὶ πώρους διαχεῖν· καὶ ὁ ἀπʼ αὐτῆς δὲ φλοιὸς εὐθετεῖ εἰς πλοκὴν σχοινίων.

150 ἀνάγυρος· οἱ δὲ ἀνάγυριν, οἱ δὲ ἄκοπον καλοῦσι. θάμνος ἐστὶ τοῖς φύλλοις καὶ ταῖς ῥάβδοις προσεμφερὴς ἄγνῳ, δενδρώδης, βαρύοσμος ἰσχυρῶς· ἄνθος κράμβη ἐοικός, καρπὸς ἐν κερατίοις μακροῖς, τὸ σχῆμα νεφρῶν, ποικίλος, στερεός· σκληρύνεται δὲ περὶ τὸν τῆς σταφυλῆς πεπασμόν.