Iatrica

Anonymus Londinensis

Anonymi Londinensis ex Aristotelis Iatricis Menoniis et aliis medicis eclogae (Supplementum Aristotelicum, Volume 3). Diels, Hermann, editor. Berlin: Reimer, 1893.

  1. ὡς κοινότερον τοῖς ὀνόμασι π(ροσ)χρώ-
  2. μεθ(α) νόσους ἢ πάθη λέγοντες· τὰς
  3. γὰρ τούτ(ων) διαφορὰς γινώσκομ(έν) τε
  4. καὶ ὑπεμνήσαμ(εν) ἐν τοῖς προγεγραμμένοις·
  5. νοις * στάσις δὲ περὶ τοῦ ἐκκειμένου.
  6. οἱ μ(ὲν) γ(ὰρ) εῖπον γί(νεσθαι) νόσους παρὰ [τὰ]
  7. μa[τα] τὰ γινόμενα ἀπὸ τῆς τροφῆς,
  8. οἱ δὲ παρὰ τὰ στοιχεῖα. καὶ οἱ μ(ὲν) ἀρχὴν
  9. καὶ ὕλην ὑποθέμενοι τὰ περισσώματα
  10. τ(ῶν) νόσων λόγους κομίζουσι τοιούτους.
  11. * Εὐρ[υ]φῶν γ(άρ)]τοι [ὁ Κνίδιος] οἴεται
  12. νόσους ἀποτελεῖ[σθ]αι τρόπωι τοιούτωι·
  13. ‘ὅταν ἡ κοιλία, φ(ησίv), τὴν ληφθεῖσαν
  14. τροφὴν μὴ ἐκπέμπῃ, ἀπογεννᾶται
  15. περισσώματα, ἃ δὴ ἀνενεχθέντ[α]
  16. ὡς τοὺς κ(ατὰ) τὴν κεφαλὴν τόπους
  17. ἀποτελεῖ τὰ[ς νόσ]ους· ὅταν μ(έν)τοι γε
  18. λεπτὴ καὶ καθαρ[ὰ] ὑ(πάρχῃ) ἡ κοιλία, δεόντως
  19. γίνεται ἡ πέψις· [ὅτ]αν δὲ μὴ ᾖ τοιαὑτῃ,
  20. [*](IV 14] Aetius Plac. IV 5,8 [Doxogr. 391a 20 b n. 21]: οἱ δὲ ἐν τῷ διαφράγματι scil. τὸ ἡγεμονικὸν τῆς ψυχῆς εἶναι. Caelius Aurelianus [i. e. Soranus] acut. morb. I 8 [p. 22 ed. Amman. Amst. 1722]: aliqui igitur cerebrum pati dixerunt [scil. in phreuitide] . . . alii diaphragma. idein SoRAsus (ut videtur) in Excerptis Paris. Suppl. cod. gr. 636 f. 21v ὁ δὲ Διοκλῆς φλεγμονὴν τοῦ διαφράγματός φησιν εἶναι τὴν φρενῖτιν ἀπὸ τόπου καὶ οὐκ ἀπὸ ἐνεργείας τὸ πάθος καλῶν, συνδιατιθεμένης καὶ τῆς καρδίας· ἔοικε γὰρ καὶ οὖτος τὴν φρόνησιν περὶ ταύτην ἀπολείπειν. διὰ αὐτοῦ [scil. διαφράγματος?] γὰρ καὶ τὰς παρακοπὰς ἕπεσθαι τούτοις.)[*](IV 14 Κ 15 οὐχὶ clare P: an ἤτοι? 16 Κ 18 et 19 a dextra et sinistra parte chartam vacuam exhibent relictam 18 λον . . ωσ legebat K (Class. Rev. VI 238). auctoris nomen vix credam latere. [Φί]λωνος quidem vel [Πέ]λοπος vel non apta. nec iara placet [Αἰτιο]λογικός, de quo cf. Hermes XXVIII 412 19 nihil in versu praeter Νοσοι P 26 παρα ex δια corr. P 31. 32 K 37 K)
    7
    [*](IV)
  21. συ[μβα]ίνει τὰ προκείμενα γί(νεσθαι)’. * ‘Ηρόδικος