Dialexeis

Maximus of Tyre

Maximus of Tyre. Maximi Tyrii philosophumena. Hobein, Hermann, editor. Leipzig: Teubner, 1910.

Καὶ εἰ μὲν ὁ ἔρως φιλίας ἐστὶν ὁρμή, καὶ ὄρεξις τοῦ ὁμοίου πρὸς τὸ ὅμοιον ἄττοντος φύσει, καὶ ἀνακραθῆναι αὐτῷ ὀρεγομένου (πάθος ἂν εἴη τοῦτο, οὐ λόγος), δεῖ προστεθῆναι τῷ πάθει τούτῳ ἐπιστάτην λόγον, ἵνα ἀρετὴ γένηται, καὶ μὴ νόσος.

Καθάπερ γὰρ ἐπὶ τῆς τῶν σωμάτων κράσεως καὶ ἡ ὑγεία πάθος τί ἐστιν ὑγρῶν καὶ ξηρῶν καὶ ψυχρῶν καὶ θερμῶν δυνάμεων, ἢ ὑπὸ τέχνης συγκραθεισῶν καλῶς, ἢ ὑπὸ φύσεως ἁρμοσθεισῶν [*](1 δημαγωγούμενον vi. or. 11. 7 f || 4 τῆς ψυχῆς δίχα νενεμη- μένης sq. vi. or. 27. 7 b et 8 b τῆς ψυχῆς τὸ μὲν ἄρχον sq. cf. Albin. 28 Epict. ap.Stob.flor.1. 53 vi. etiam or. 7. 1 e || 10 ὄρεξις τοῦ ὁμοίου sq. vi. or. 14. 7 c (de amicitia) || 12. 13 δεῖ προστε- θῆναι sq. scil. ut virtus (non amor probus) effciatur vi or. 27. 5 d et quae ibr adnotavi || 14 νόσος vi. or. 19. 4 a || 15 ἡ ὑγεία sq. vi or. 39. 2 a cf lambl. ap Stob flor. 5. 66 | ὑγρῶν sq. nam 6 quattuor hisce elementis constat hominis corpus cf. Plut. ap. Stob.ecl. I 121 Plat. Timaeus 32d Aristot. ap.Stob. ecl. I 126 Ps Arist π. κόσμου 5 (= Stob ecl. l 271) Hermes ap. Stob ecl. l 291 Chrysipp. ap Stob. ecl. l 129 cf. etiam lulian. IV 143c Lucian. am. 19 ceterum vi. or. 9. 3 a) [*](1 ἀμφοῖν 〈μὲν〉 δημαγωγούμενον Ϛ(δΔ) || 2 〈ὡσθ᾿ 〉 ὁποτέρᾳ Reiske || 3 προ -σονομάζεσθαι R! || 4 δίχαενεμημένης R |ὁ (ante Πλάτωνος) om. α(θ) || 11 ᾄττοντος Duebn || 12 ὀρεγομένου Heins. (δ Δ) ὀρεγομένῳ R (unde cum in exemplari suo nil nisi ῳ adnotavisset, memoria deceptus ὡς πάθος scribendum esse postea putavit Dav.²) ὀρεγομένη certt. α | λόγος 〈καὶ〉 δεῖ MN α(θ) 12. 13 προτεθῆναι Reiske || 13 λόγον (ον in ras.) R! λόγω M )

247
τεχνικῶς· ἂν δὲ ἀφέλῃς τῆς φύσεως ἢ τῆς τέχνης, τὸ μὲν πάθος συνετάραξας, τὴν δὲ ὑγείαν ἐξήλασας·

οὕτως ἀμέλει καὶ ἐπὶ τοῦ ἔρωτος τὸ πάθος μὲν ὁμοίως ἐστίν, κἂν ἔχῃ λόγον· ἐὰν δὲ ἀφέλῃς τὸν λόγον, ἐπετάραξας αὐτοῦ τὴν συμμετρίαν, καὶ νόσον ἐποίησας τὸ πᾶν.

Ἔστω δὴ ὁ ἔρως ὄρεξίς τις ψυχῆς, ἀλλὰ τῇ ὀρέξει ταύτῃ χαλινοῦ δεῖ, καθάπερ ἵππου θυμῷ· ἐὰν δὲ ἐπιτρέψῃς τῇ ψυχῇ φέρεσθαι, αὐτὸ ἐκεῖνο, κατὰ τὴν [*](Ed. Duebn. p. 105) Ὁμηρικὴν εἰκόνα (Ζ 506), ἵππον ἀνῆκας ἀδηφάγον διὰ πεδίου κροαίνειν καὶ ὑβρίζειν, οὐκ ἐπὶ λουτρὰ νόμιμα, οὐδὲ ἐπὶ δρόμους τεχνικούς θέοντα, ἀχάλινον, ἀδέσποτον. [*](92 a) Ἀλλὰ |αἰσχρὸν μὲν θέαμα ἵππος ἄφετος, αἰσχρὸν δὲ ἄκουσμα ὑβριστὴς ἔρως.

Οὗτός ἐστιν ὁ ἔρως ὁ τοὺς κρημνοὺς πηδῶν, οὗτος ὁ ποταμοὺς περῶν, ὁ ξίφος λαμβάνων, ὁ ἅπτων βρόχον, ὁ μητρυιᾷ ἐπιτιθέμενος, ὁ προγόνοις ἐπιβουλεύων, ὁ παράνομος, ὁ ἔμπληκτος, ὁ χλωρός·