Περὶ Ὀδυσσειακῆς προσῳδίας

Aelius Herodianus

Aelius Herodianus, Περὶ Ὀδυσσειακῆς προσῳδίας, Grammatici Graeci 3.2, Lentz, Teubner, 1868

149. ἕϲταϲαν: δαϲύνεται· ἀντὶ γὰρ τοῦ εἱϲτήκειϲαν ἐϲτί. M.

[*](sic fere accommodandum sit: Ἀρίϲταρχοϲ κάταγον εἶτα τοὶ δ’ ἱϲτία ὁμοίωϲ τῷ ενίζον καὶ πρότιθεν τοὶ δὲ κρέα». ὁ δὲ Ἡρωδιανὸϲ κατάγοντο.)[*](14 cf. Schol. A ad D. Β 380, Lob. El. I 68. 28 ef. Il. Pros. Φ 279.)[*](34 in codd. scriptum est τὸ ἀθρόοι Ἀρίϲταρχοϲ ὡϲ ἀχρόοι τῇ προϲῳδίᾳ ἀναγινώϲκει, quod collatis Schol. ad Ιl, Ξ 38 et Ιl. Pros. Μ 391 correxi. 35 cf. Il. Pros. Ζ 268, unde adiici potest: καὶ τρίτη ἀπὸ τέλουϲ ἡ ὀξεῖα. 46 nunc hoc Odysseae loco δέπαϲ exhibetur. 50 correxit Lehrsius locum in quaest. ep. 123 pro νοῶν scribens ἀγνοῶν et οὐ ante λαμβάνεται addens. ef. Ιl. Pros. Α 294: ταύτηϲ τῆϲ ἀναγνώϲεωϲ ἐντελέϲτερον διαληψόμεθα ἐν τῇ Γ τῆϲ Ὀδυϲϲείαϲ, ὅταν περὶ τῆϲ Ζηνοδοτείου γραφῆϲ ἐπιζητῶμεν, πότερον τοῦ ἕνεκα ϲοὶ ἢ τοῦ ἕνεκά τοι. 59 cf. Ιl Pros. Π 248. 69 verbis ἐν ἑτέροιϲ praeter Pros. Cathol. (p. 466, 14) etiam hic Odyssiacae locus intellegi potest. 134 locus est obscurus, signifcari videtur τῶ περιϲπώμενον retinere accentum, licet bisyllaba. enclitica sequatur diverse e. g. a πῶποτε πώποτε Lehrs qu. ep. 129 et Pros. Cathol. p. 492, 4 et 19. 137 cf. Lehrs qu. ep. 98. 149 pro οὐ scripsi ἀντὶ et pro ἐκεῖ ἐϲτί, similiter Friedlaender l. c., qui confert Il. Pros. Μ 55.)
137

170. ἢ καθύπερθε: ὁ ἤ ϲύνδεϲμοϲ δύο τόνω ἐπιδέχεται ἢ περιϲπωμένην ἢ βαρεῖαν, ὅπερ κάλλιον. E.

179. μῆρ᾿ : μῆρα ὡϲ μῆλα. HQ.

195. ἐπιϲμυγερῶϲ: περιϲϲὴ ἡ ἐπί ὡϲ ἐν τῷ « βοῶν ἐπιβουκόλοϲ» (422).BEHQ.

214. εἰπέ μοι ἠὲ ἑκὼν ὑποδάμναϲαι ἦ ϲέ γε λαοί: ὁ μὲν πρῶτοϲ ἤ ὀξύνεται, ὁ δὲ δεύτεροϲ περιϲπᾶται. H.

219. περικήδετο: ὑφ’ ἕν τὸ περικήδετο ἀντὶ τοῦ ὑπερεκήδετο· οὕτωϲ Ἀρίϲταρχοϲ καὶ Ἡρωδιανόϲ. HM.

247. ϲὺ δ’ ἀληθὲϲ ἐνίϲπεϲ: τὸ προϲτακτικὸν πρὸ τέλουϲ ἔχει τὴν ὀξεῖαν, τὸ δὲ ὁριϲτικὸν προπαροξύνεται. Il. Pr. Ω 388.

255. ἤτοι μὲν τάδε κ’ αὐτὸϲ ὀΐεαι: τὸ πλῆρέϲ ἐϲτι τῆϲ ϲυναλοιφῆϲ κέν ἀντὶ τοῦ δή. τὸ δὲ ὅμοιον ἐν Ἰλιάδι (Ζ 260) «ἔπειτα δέ κ’ αὐτὸϲ ὀνήϲεαι ». HM.

268. εἴρυϲθαι: ὥϲπερ γίνεται ἀπὸ τοῦ εἰλίϲϲω εἰλίξαϲ, οὕτωϲ καὶ ἀπὸ τοῦ εἰρύω εἴρυμι τὸ εἴρυϲθαι. Β.

272. τὴν δ’ ἐθέλων: Ὅμηροϲ τριϲυλλάβωϲ. H.

296. ἐϲ Φαιϲτόν: ὀξύνεται τὸ Φαιϲτόν ἐπὶ τῆϲ πόλεωϲ, ἐπὶ δὲ τοῦ ἥρωοϲ προπεριϲπᾶται. Il. Pr. ε 43.

380. ἵληθι: ἀπὸ τοῦ ἵλημι. διὰ τὸ μέτρον ἐκτέταται ἡ παραλήγουϲα  ὡϲ ἐν τῷ «δίδωθι δέ μοι κλέοϲ ἐϲθλόν». ὑγιῶϲ οὖν Καλλίμαχοϲ ἔκλινεν «ἵλαθί μοι, φαλαρῖτι πυλαιμάχε ».

391. ἑνδεκάτῳ ἐνιαυτῷ: ἀμφίβολον κἄν τε δεκάτῳ κἄν τε ἑνδεκάτῳ.  E.

392. ὤϊξεν: τὸ ι προϲγεγραμμένον· ἐξεφωνήθη δὲ καὶ τὸ ι. E.

402. αὐτὸϲ δ’ αὖτε καθεῦδε: γράφεται καὶ «αὐτὸϲ δ’ αὖτ’ ἐκάθευδε. H.

411. Νέϲτωρ δ’ αὐτὸϲ ἔφιζε. ϲυϲτέλλειν δεῖ τὸ ι καὶ προπαροξύνειν τὸ ἔφιζε. Ιl. Pr. Γ 426.

422. ἐπιβουκόλοϲ ἀνήρ: παρέλκει ἡ ἐπί, διὸ φυλάϲϲεται ὁ τόνοϲ ὁ αὐτόϲ. Ιl. Pr. l 456.

441. ἑτέρῃ δ’ ἔχεν οὔλαϲ: τὸ οὔλη τὸ ἐπὶ τῶν κριθῶν ἴϲωϲ βεβαρυτόνηται μονογενὲϲ ὂν πρὸϲ μονογενὲϲ ὀξυνόμενον τὸ οὐλή (Od. ω 331). Il. Pr. Τ 26.

[*](179 ef. Ιl. Pros. Α 464, 320. 195 citatur hoc vocabulum in Il. Pros. I 456 additis: ὅταν παρέλκῃ ἡ πρόθεϲιϲ, οὐ ποιεῖται ἐξαλλαγὴν τοῦ τόνου cf. ibid. 516 et Ep. Cr. I 172, 27. 219 ef. Il. Pros. Κ 247. 255 ad Iliadis l. de hoc nostro loco sic refert Herodianus: τὸ ἐν τῇ Ὀδυϲϲείᾳ «ἤτοι μὲν τόδε κ’ αὐτὸϲ ὀΐεαι» ἀναγινώϲκει ὁ Ἀϲκαλωνίτηϲ, ἄλλοι δὲ τὸν καί κατὰ κρᾶϲιν καὶ ἔκθλιψιν καὶ αὐτόϲ — καὐτόϲ. cf. praeterea Aristonic. ad h. l. 268 Buttmannus ad h. l.: «Cavet Scholion ne quis in syllaba ει augmentum agnoscat et εἰρύϲθαι scribat , quod apte fit comparatione participii εἱλίξαϲ». ef. II. Pros. Π 542.)[*](380 cf. Choer. Dict. 893, 24. 391 cf. Il. Pros. Z 319, l 130. 402 in cod. exstat. γρ. αὐτὸϲ δ ᾿ ἐκάθευδε, quibus verbis Βuttmannus et Dindorfius scripturae diversitatem δέ καθεῦδε et δ’ ἐκάθευδε significari intellexerunt. Dindorfius verba restituit, ipse καὶ inserui. cf. IΙ. Pros. Β 808 et Θ 161.)
138

444. Περϲεὺϲ δ’ ἀμνίον εἶχε: ἀμνίον ὡϲ πηνίον. HM. Ζηνόδοτοϲ δὲ ἐν ταῖϲ ἀπὸ τοῦ δ γλώϲϲαιϲ τίθηϲι τὴν λέξιν. Μ. καὶ Νίκανδροϲ δὲ καὶ Θεοδωρίδαϲ ἀπὸ τοῦ δάμναϲθαι προφέρονται ἀϲυνδέτωϲ δαμνίον· Πορϲίλοϲ (?) δὲ ὁ Ἱεραπύτνιοϲ παρὰ Ἱεραπυτνίοιϲ ἔτι ϲώζεϲθαι τὴν φωνὴν αἱμνίον δαϲέωϲ μετὰ τοῦ ι κατ’ ἀρχὴν προφερομένην παρὰ τὸ αἷμα. καὶ Ἀπολλόδωρόϲ φηϲιν ὡϲ εἰκὸϲ ἦν καὶ παρὰ τῷ ποιητῇ οὕτωϲ αὐτὸ προφέρεϲθαι, ὑπὸ δέ τινων περιῃρῆϲθαι τὸ ι. HMQR.

490. νύκτ’ ἄεϲαν: ϲυνέϲταλται τὸ α· ἀλλαχοῦ δὲ «νύκτα μὲν ἀέϲαμεν» (Od. γ 151). HQ.