Podagra

Lucian of Samosata

Lucian. Luciani Samosatensis Opera, Vol. 3. Jacobitz, Karl, editor. Leipzig: Teubner, 1913.

  1. ἀλλὰ λιγὺ ψαίρει κείνου περὶ δέρμα πίτυϊ.
  2. πένθος ἀείμνηστον δι’ ἔριν τοκὰς ἔσχε Νιόβη.
  3. ἀλλ’ ἔτι μυρομένη προχέει πολὺ δάκρυ Σιπύλῳ.
  4. Μαιονία δ’ Ἀράχνη Τριτωνίδος ἦλθεν ἐς ἔριν,
  5. ἀλλ’ ὀλέσασα τύπον καὶ νῦν ἔτι νήματα πλέκει·
  6. οὐ γὰρ ἴσον μακάρων ὀργαῖς θράσος ἐστὶ μερόπων,
  7. ὡς Διός, ὡς Δητοῦς, ὡς Παλλάδος, ὡς Πυθίου.
  8. ἤπιον. ὦ πάνδημε, φέροις ἄλγημα, Ποδάγρα,
  9. κοῦφον, ἐλαφρόν, ἄδριμυ, βραχυβλαβές, ἀνώδυνον,
  10. εὔφορον, εὔληκτον, ὀλιγοδρανές, εὐπερίπατον.