De Sacrificiis Abelis Et Caini
Philo Judaeus
Philo Judaeus. Cohn, Leonard, editor. Opera quae supersunt, Volume 1. Berlin: Reimer, 1896.
ἴδε γέ τοι τὸν ἀσκητὴν Ἰακὼβ ἕψοντα αὐτήν, ὅτε καὶ „Ἠσαῦ ἐκλείπων“ (Gen. 25,29) εὐθὺς εὑρίσκεται· θεμέλιος γὰρ τῷ φαύλῳ κακία καὶ πάθος, οἷς ἐπερηρεισμένος, ὅταν ἐξηττημένα καὶ παρειμένα ὑπὸ τοῦ αἱροῦντος αὐτὰ λόγου θεάσηται, κατὰ τὸ εἰκὸς ἐκλύεται τοὺς ἰσχύος δεσμούς.
ἔστω δὲ ὁ [*](1 φυτητην Pap ὄνομα] ὄμμα Α 2 αὐτὸν om. Pap ἔτι Pap UF: ἐστι ceteri ὑφηγήσεως Pap UF: ὑφηγήσεων ceteri ἀνέχεσθαι Pap: ἀνασχέσθαι codd. 3 νέα Mang. (non M): νέας codd. et Pap πεφρυμμενη Pap ὡς πυρὶ] ὡσπερεὶ ’ 4 βεβασάνισται καὶ δεδοκίμασται Η 5 πεπηγέναι] πεφρυγέναι coni. Mang. 6 φρύσσεται MAHPL1 δὲ MG, γὰρ P πόρος Pap πέφυκεν Pap 7 οὕτω MAGHP καὶ om. HP ἀνάληψιν ἀκμὴν transp. Mang. ἀκινήτω H 8 σταθηροτάτην G πέφυκεν Pap 9 πήττειν F, πηπτειν Pap: πέσσειν U, πέττειν ceteri, πέπτειν Mang. τὰ om. MAGHPL1 διαρεῖν Pap, διαιρεῖν U 10 ευτωνως εγλυειν Pap ἰδὼν γε Pap, ἴδετέ γε U II αὐτήν] φακῆν coni. Mang. ὅτε Pap UF: ὁπότε ceteri ἑγλιπων Pap 12 τῶ φαύλω Pap UF: τῶ φιλαύτῳ MAGP, τῶν φιλαύτων Η 12. 13 οἷσπερ ἐρηρεισμένος U 13 ἐξητημένα UFP αἱροῦντος Pap UF: αἴροντος ceteri λόγου om. G 14 εγλυεται Pap, καὶ ἐκλύεται Η τοὺς] τῆς P) [*](2 sqq. Ambros. l. l. II 6,20 Si autem offeres sacrificium de primitivis ovibus, frixum in igne, frixum pingue, offeres sacrificium primitivorum, sicut scriptum est: quod significat fidem tuam velut igne probatam esse debere et sancto fervere spiritu. denique coxit lentem lacob et fratri primatus benedictionis eripuit, quos utique solida consequeretur fides; hic ergo robustus et vividus augebatur, ille autem, qui cibum suum coquere nesciebat, fatigatus atque deficiens defluebat. uratur igitur verbo Domini sicut igne virtus animae tuae . . . torj-eatur fides tua sicut spicae messium; tunc enim maturitatem fructuum praeferunt, cum eas primo solis processu tempora aestiva torruerint. sermo igitur plurimus Scripturarum animam confirmat et quodam spiritalis gratiae colorat vapore; rationabilia quoque inventa corroborat dissolvitque omnem vim irrationabilium passionum. ideoque Esau laxatis virtutis suae nexibus dissolutus est.)
οὕτως τὸ πάντων ἄριστον ἐσθημάτων ὁ λόγος ἁρμονίως συνυφαίνεται· καὶ γὰρ τὰ πέταλα τοῦ χρυσίου κατατέμνει ὁ νομοθέτης εἰς τρίχας, ὥστε συνυφῆναι τὰ οἰκεῖα ἐπιμόνως (Exod. 36, 10)· οὕτως ὁ τιμιώτερος χρυσοῦ λόγος ποίκιλμα ὢν ἐκ μυρίων ἰδεῶν ἐπαινετῶς τελεσιουργεῖται, ὅταν ἄχρι τῶν λεπτοτάτων κεφαλαίων τμηθεὶς τρόπον τινὰ νήματος δέξηται καθάπερ κρόκην ἀποδείξεις ἐναρμονίους.
προστέτακται μέντοι καὶ „τὸ ὁλοκαύτωμα δείραντας εἰς μέλη διανεῖμαι“ (Lev. 1, 6), ὑπὲρ τοῦ πρῶτον μὲν γυμνὴν ἄνευ σκεπασμάτων, ὅσα περιποιοῦσιν [*](1 ἄλλα Pap οἰκείας UH τετμήσθω Pap U, τετμνήσθω F: τεμνέσθω ceteri τὸ γὰρ UF χέδρα MA 2 ἄμεινον Pap UF: ἀμείνων ceteri 3 δε Pap ὀξύτητι Α 4 καὶ τὰ λεγόμενα F 5 οἰκείους Pap: οἰκείας codd. 6 πάντ’ MGUF 7 πειρᾶται UP βέλεσιν Pap, βέλει F δ’ AUF 8 ἀρίστων U ἐσθημάτων Pap U, αἰσθημάτων F: μαθημάτων ceteri ἀρμονίως om. Γ’ 9 τὰ πέταλα Pap UF: τὰ om. ceteri τοῦ χρυσίου MAUF: τοῦ om. ceteri συνυφῆστη ναι Pap U, συνυφεῖναι F: συνυφᾶναι ceteri ἐπιστημόνως Α, ἐπιμόνως P 11 χρυσοῦ Pap UF: χρυσίου ceteri ποίκιλμα (πυκιλμα Pap) ὢν ἐκ Pap UF: ποικιλμάτων καὶ ceteri εἰδεῶν F επανετως Pap 13 νοήματος GHP1 αρμονιους Pap 14 διανεῖμαι Pap UF: διανέμειν ceteri 15 γυμνὴν om. F) [*](1 sqq. ibid. § 21 Oblationem autem atque orationem oportet non confusam esse, sed competenti divisione distinctam; in omni enim re confusione melior est distinctio, multo magis in oratione atque oblatione, quae nisi certas divisiones habeat fit obscurior. 13 sqq. ibid. ideoque hostiae plerumque membra lex dividi iubet et holocausta offerri, ut sine admixtione et operimento aliquo nudum sacrificium sit, eo quod nuda atque omnibus exuta involucris debeat fides nostra fervere, ne vanis et fallacibus opinionibus induatur, sed pura atque sincera simplicitas mentis appareat. deinde in partes dividatur congruas; virtus enim genus est, quae dividitur in plurimas species, sed principales quattuor sunt, prudentia teraperantia fortitudo iustitia. Clem. Alex. Strom. V 686 P. . . . προστάσσει γὰρ (Μωυσῆς) „τὰ ὁλοκαυτώματα δείραντας εἰς μέλη διανεῖμαι“, ἐπειδὴ γυμνὴν τῆς ὑλικῆς δορᾶς γενομένην τὴν γνωστικὴν ψυχὴν ἄνευ τῆς σωματικῆς φλυαρίας καὶ τῶν παθῶν πάντων, ὅσα περιποιοῦσιν αἱ κεναὶ καὶ ψευδεῖς ὑπολήψεις, ἀποδυσαμένην τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας τῷ φωτὶ καθιερωθῆναι ἀνάγκη.)
σκοπῶμεν δὲ ὅπως τήν τε ψυχὴν γυμνάσομεν, μὴ ὁλοσχερέσι καὶ ἀτυπώτοις φαντασίαις ὑποσυγχύτως ἀπατᾶσθαι, τομὰς δὲ καὶ διαιρέσεις ποιουμένην τῶν πραγμάτων διακύπτειν εἰς ἕκαστον ἔρευναν μετὰ πάσης ἀκριβείας ληψομένην, τόν τε λόγον, ὃς [οὐκ] ἀτάκτῳ ῥύμῃ φερόμενος ἀσάφειαν ἐργάσεται, τμηθεὶς δὲ εἰς τὰ οἰκεῖα κεφάλαια καὶ τὰς εἰς ἕκαστον ἀποδείξεις ὥσπερ ζῷον ἐκ τελείων μερῶν συμπαγεὶς ἁρμοσθήσεται. χρὴ δέ, εἰ μέλλει ταῦτα παρ’ ἡμῖν αὐτοῖς βεβαιοῦσθαι, μελέτην καὶ ἄσκησιν αὐτῶν ποιεῖσθαι συνεχῆ· ὡς τό γε ἁψαμένους ἐπιστήμης μὴ ἐπιμεῖναι ὅμοιόν ἐστι τῷ γευσαμένους σιτίων ἢ ποτῶν εἰς κόρον κωλυθῆναι τραφῆναι.
μετὰ τὸ „χίδρα“ οὖν ἁρμόττει ποιεῖν „ἐρικτά“, τουτέστι μετὰ τὴν διαίρεσιν [*](1 φανεῖναι Α δέξασθε Pap 2 καὶ διαιρέσεις F ἐν γένει UF, ἐν γενέσει Pap: ἕν ἐστιν ceteri ἢ om. Pap F κατὰ] καὶ τὰ Pap 3 καὶ ἀνδρείαν καὶ δικαιοσύνην UF: καὶ δικαιοσύνην om. Pap, καὶ δικαιοσύνην καὶ ἀνδρείαν MAGP, δικαιοσύνην καὶ ἀνδρείαν H ἀνδρίαν AGHP 4 ἑκάστην F εἰδότας Α ὑπομένωμεν] ἀπονέμωμεν coni. Mang. 5 δ’ U τήν τε Pap UF: τε om. ceteri 6 γυμνάσομεν Pap G: γυμνάσωμεν ceteri ατουπωτοις Pap ἀτύπως τῆς φαντασίας P ὑποσυγχύτως Pap MAUF: ὑπὸ συγχύσεως GHP 8 ἔρευναν Pap UF: καὶ ἐρευνᾶν ceteri ληψόμεθά τε λόγον Turn. ὃς UF, (usPap: μὴ GHP, om. MA 8. 9 ὃς οὐκ] οὐχ ὃς coni. Markland; οὐκ seclusi 9 φερόμενον Pap, φερομένους Α ειργσηται Pap, ἐργάσηται Α, ἐργάζεται UF δ’ UF 10 τὰς] τὰ F ζώων P δ’ UF 12 μελέτηι αὐτῶν καὶ ἄσκησιν transp. UF αὑτῶν Α, αὐτοῖς P 13 ἐστιν Pap τῷ om. UF γευσαμένους Pap UF: γευσαμένῳ ceteri, γεύσασθαι v 14 ἢ Pap UF: καὶ ceteri εἰς κόρον Pap UF: εἰς κόρον δὲ ceterl μέτα τὸ Pap: μετὰ τὰ codd. 15 χέδρα MA ἐρικτά Pap MA: ἐρυκτά Η, ἐρεικτά ceteri τουτέστιν Pap H) [*](14 sqq. Ambros. l. l. II 6,22 Superest ut de continua et iugi oratione dicamus, quod immorari nos et vacare orationi oportet. . . . frequens enim oratio quandam operatur disciplinam orandi, quia ipse usus docibiles Dei facit, indocibiles neglegentia. bona igitur exercitatio. denique corporis virtus exercitatione augetur frequenti, at inexercitata minuitur et labitur; plurimi enim exercitii dissuetudine etiam naturalem dissolvere virtutem. similiter animae fortitudo exercitationis assiduitate solidatur. . . . hunc cibum menti nostrae deferamus, qui multa attritus meditatione ac politus cor hominis sicut illud caeleste manna confirmet: quod non otiose tritum ac politum accipimus, eo quod caelestium Scripturarum alloquia diu terere ac polire debemus toto animo)
ὅταν οὖν „νέα" τὴν ἀκμὴν καὶ „πεφρυγμένα„ τὸν πεπυρωμένον καὶ ἀνίκητον λόγον καὶ „χίδρα„ τὴν τομὴν καὶ διαίρεσιν τῶν πραγμάτων καὶ „ἐρικτὰ„ τὴν τριβὴν καὶ μελέτην τῶν ἐπινοηθέντων ὁμολογῇς κατὰ θεόν, πρωτογεννημάτων οἴσεις θυσίαν, ὧν πρώτων καὶ ἀρίστων ἐγέννησεν ἡ ψυχή. κἂν ἡμεῖς μέντοι βραδύνωμεν, αὐτὸς οὐ βραδύνει τοὺς ἐπιτηδείους πρὸς θεραπείαν λαβεῖν ἑαυτῷ· „λήψομαι„ γάρ φησιν „ὑμᾶς ἐμαυτῷ λαὸν ἐμοὶ καὶ ἔσομαι ὑμῶν θεὸς„ (Exod. 6,7) „καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι λαός· ἐγώ εἰμι κύριος„ (Lev. 26, 12).
Τὰ μὲν δὴ τοῦ Κάιν μεθ’ ἡμέρας φέροντος θυσίαν ἐγκλήματα τοιαῦτα ἦν. Ἄβελ δὲ ἤνεγκεν οὐ τὰ αὐτὰ οὐδὲ τὸν [*](1 διατρίβειν Pap σχολάζειν F 2 παγίαν P ἀμελητησία MGHU γοῦν D, γ’ οὑν UF: οὑν ceteii 3 ἀσκήσεως coni. Mang. κατέλυσαν DR 4 τροφῆ θεία Pap UF: προφητεία ceteri τῷ om. UF 5 αὐτὸ ποιοῦντες] ἀποποιοῦντες P 6 ἄνω τρίβειν HP ante ἕνεκα add. ἕκαστος Η 6. 7 βεβαιότερον τὴν διάνοιαν Pap UF: βεβαιοτέραν διάνοιαν ceteri 7 νέαν F πεφρυγμένην F, πεφυρμένα Pap 8 περιπεπυρωμενον Pap χἐδρα MA 9 ἐρικτὰ Pap MA: ἐρυκτὰ, ἐρεικτὰ ceteri 10 ὁμολογεῖς, ὁμολογείης P πρωτογενημάτων Pap MGP 10. 1 1 πρώτων καὶ ἀρίστων codd. : πρῶτον καὶ ἄριστον v 11 ἐγέννησεν] ἔθυσεν Α κἀν] καὶ UF εἰ βραδύνομεν Γ̓͂F Γ2 βραδυνεῖ coni. Mang. θεραπείαν Pap UF: θεραπείας ceteri λημψομαι Pap 13 ἐμαυτῷ] ἑαυτῶ UF, ἐν αὑτῶ Α λάω Pap ἐμοὶ add. Pap UF: om. ceteri 14 ἔσεσθαι Pap G 15 θυσίαν Pap UF: θυσίας MAG, τὴν θυσίαν HP 16 οὐ τὰ αὐτὰ] αὐτῶ οὔτε (superscr.) ταὐτὰ (corr. ex ταῦτα) H, αὐτῷ οὔτε αὑτὰ Turn.) [*](et corde versantes. . . . ergo si tamquam pubescens adolescat fides . . . et spiritu ferveat et congrua distinctione teneatur mensura legitimae divisionis et assiduitas commendet gratiam, tunc fit illud pingue et tamquam adipale precationis genus. 1 — 2 DK fol. 125v (Φίλωνος ἐκ τοῦ περὶ γενέσεως νΛβελ) DM fol. 105’ DV p. 405 (Φίλωνος): ἡ συνεχὴς ἄσκησις — ἀμε)ετησία. 1 — 3 DR fol. 213i" (τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῶν εἰς τὸν νΛβελ) Anton. Mel. II 46 Col. 1128 (Φιωνος) : ἡ συνεχὴς ἄσκησις — ἐξἐ)’)σαν. IGsqq. Amhros. l. l. 1 τῆ,42 Haec munera obtulit Abel et ideo respexit Deus in munera eius, quoniam e primitivis obtulit; accedit ergo quia de primitivis ovium et de adipibus earum. considera quia non de insensibilibus, sed de animantibus obtulit. . . . deinde obtulit non secunda, sed prima, non exigua, sed pinguia: talia enim lex probavit et iussit ofiFerri, sicut scriptum est: Et erit, inquit, cum inducet te Deus in terram Chana-)
φησίν „ὡς ἂν εἰσαγάγῃ σε κύριος ὁ θεός σου εἰς τὴν γῆν τῶν Χαναναίων, ὃν τρόπον ὤμοσε τοῖς πατράσι σου, καὶ δῷ σοι αὐτήν, καὶ ἀφελεῖς πᾶν διανοῖγον μήτραν, τὰ ἀρσενικά, τῷ κυρίῳ, πᾶν διανοῖγον μήτραν ἐκ τῶν βουκολίων ἐν τοῖς κτήνεσιν ὅσα ἂν γένηταί σοι, τὰ ἀρσενικά, τῷ κυρίῳ. πᾶν διανοῖγον μήτραν ὄνου ἀλλάξεις προβάτῳ· ἐὰν δὲ μὴ ἀλλάξῃς, λυτρώσῃ αὐτό“ (Exod. 13, 11 — 13). τὸ γὰρ διανοῖγον μήτραν τὸ Ἄβελ δῶρόν ἐστι πρωτότοκον, ὃ πότε καὶ πῶς δεῖ φέρειν ἐρεύνησον.
καιρὸς μὲν δὴ ἐπιτηδειότατος, ὅταν εἰσαγάγῃ σε ὁ θεὸς εἰς τὸν σαλεύοντα λόγον, τὴν τῶν Χαναναίων γῆν, οὐχ ὃν τύχοι τρόπον, ἀλλ’ ὃν ὤμοσεν αὐτός· οὐχ ἵνα σάλον καὶ τροπὴν καὶ κλύδωνα ὧδε κἀκεῖσε φορούμενος ἀστάτως ὑπομένῃς, ἀλλ’ ἵνα τοῦ σάλου παυσάμενος αἰθρίαν καὶ γαλήνην [*](1 ἀλλὰ MGHP ἀντὶ μὲν UF (Pap?): μὲν om. ceteri 2 πρεσβύτερά τε καὶ U πρῶτα] τοιαῦτα UF ἀντὶ δὲ om. UF δ’ Α ἠσθενηχότων M 3 πότερα Pap, πιώτερα Α, πῖα U, πῖα F 4 φησιν Pap ποιεῖσθαι HP 5 ἐστιν Pap, ἔσται L 6 κύριος add. Pap UFL2: om. ceteri σου add. Pap: om. codd. τῶν Χαναναίων εἰς τὴν γῆν αὐτῶν HP 7 δῶ UF, δώσοι P: δώσω ceteri (et Pap) αὐτὴν om. Pap UF 8 διανοίγων U μήτραν om. U τὰ ἀρσενικὰ — διανοῖγον add. Pap F: om. ceteri μήτραν addidi 9 ἂν] ἐὰν UF ἐγγένηται P 10 ὄνου] ὤνου MA ἀλλάξῃς U προβάτῳ Pap UF: προβάτου ceteri 11 τὸ γὰρ — πρωτότοκον (12) om. Pap 12 τὸ] τῶ GPH1, τοῦ UF τὸ πρωτότοκον UL2 ὁπότε MGPU 13 μὲν δὴ] μηδὲ Pap, μὲν οὑν ἐστιν UF εἰσάγη GHP 14 τύχη P 15 φορούμενον Α, φερόμενος F 16 ἄστατος PH1) [*](naeorum, sicut iuravit patribus tuis, et dabit tibi, tolles omne quod aperit vulvam masculinum Domino; omne quod aperit vulvam de armentis et pecoribus tuis, quaecumque nata fuerint tibi masculina, sanctifica Domino; omne quod aperit vulvam asinae, mutabis illud ove, si autem non mutabis, rediraes illud. . . . Chananaei enim mobiles et inquieti sunt. cum igitur in eorum terram fueris ingressus, quos advertis propter levitatem inquietudinem et instabilitatem morum possessione deiectos, tu teneto constantiam. non te vilis ratio, non levis sermo perturbet: hoc est enim Chananaeus, mobilis sermo, affectus instabilis, et inquieta contentio; sed magis tranquillitatem cordis et animi serenitatem placidus servato, ut tamquam in salo maris tutam navibus stationem portu quodam tuae mentis exhibeas.)
τὴν ἀρετὴν ἀφικόμενος βεβαίως ἱδρυθῇς. ὅταν δὲ λέγῃ τὸν θεὸν ὀμνύναι, σκεπτέον εἰ πρὸς ἀλήθειαν ὡς ἐπιβάλλον αὐτῷ τοῦτο ἀποφαίνεται, ἐπεὶ μυρίοις ἔδοξεν ἀνοίκειον εἶναι· ὅρκου γὰρ ἔννοιά ἐστι μαρτυρία θεοῦ περὶ πράγματος ἀμφισβητουμένου· θεῷ δὲ οὐδὲν ἄδηλον οὐδὲ ἀμφισβητούμενον, ὃς καὶ τοῖς ἄλλοις τὰ γνωρίσματα τῆς ἀληθείας ἐναργῶς ἐπιδέδειχε· μάρτυρός γε μὴν οὐδενὸς δεῖται, οὐδὲ γάρ ἐστιν ἄλλος θεὸς ἰσότιμος αὐτῷ.
ἐῶ λέγειν ὅτι ὁ μαρτυρῶν, παρόσον μαρτυρεῖ, κρείττων ἐστὶ τοῦ ἐκμαρτυρουμένου· ὁ μὲν γὰρ δεῖται, ὁ δὲ ὠφελεῖ, τὸ δὲ ὠφελοῦν ἀξιονικότερον ἀεὶ τοῦ δεομένου. ἄμεινον δὲ οὐδὲ ἐπινοῆσαι θέμις τοῦ αἰτίου, ὁπότε οὐδὲ ἴσον αὐτοῦ ἀλλ’ οὐδὲ ὀλίγῳ καταδεέστερον, ἀλλ’ ὅλῳ γένει καταβεβηκὸς ἅπαν τὸ μετὰ θεὸν εὑρίσκεται.
τοῦ γε μὴν πιστευθῆναι χάριν ἀπιστούμενοι καταφεύγουσιν ἐφ’ ὅρκον ἄνθρωποι· ὁ δὲ θεὸς καὶ λέγων πιστός ἐστιν, ὥστε [*](1 ἀγάγῃς UF (Pap?): ἄγης ceteri ὥσπερ ἢ εἰς U ὑππόδρομον corr. ex ἱππόδρομον Α, ἱππόδρομον H, ἐπίδρομον L, ἀπόδρομον F ὑφ’ ὅρμον MA 2 ἱδρυνθῆς UH, ἱδρυνθείς F 3 αὐτὸ G 4 ἐπεὶ] ἐπὶ Pap Α ἀνοίκιον F ἐστιν Pap 6 οὐδ’ AUF 7 ἐπιδέδειχεν Pap, ἐπιδεδειχώς F 8 ἄλλο U ὁ om. HP παρ’ ὅσον M 9 ἐκμαρτυρουμένου Pap UF: μαρτυρουμένου ceteri ὁ μὲν — δεομένου (10) om. UF 10 ἀξιονικότερον scripsi: αξιηκοτερον Pap, ἀξιοπιστότερον codd.; ἀξιοπρεπέστερον coni. Mang. ἀεὶ Pap: ἐστι codd. δ’ AUF οὐδὲ Pap, οὐδ’ F: οὐδὲν ceteri 11 ἐπινοῆσαι θέμις Pap UF: ἐπινοηθήσεται ceteri ὁπότ’ UF οὐδ’ Α, οὔτε Pap ἴσον αὐτοῦ (an αὐτῷ?) Pap: αὐτοῦ om. codd. 12 ἀλλὰ ὅλω M, ἀλόγω Η (corr. mgH) τὸν θεὸν UF 13 εὑρίσκεται om. ’ γε codd. et Pap: τε v μὴν] μὲν F, om. GHP 14 ἐπὶ ὅρκον UF ἀνθρώπου U ὁ θεὸς δὲ Α) [*](2 sqq. ibid. § 43 Hanc possessionem tibi Dominus pollicetur et quodam sacramenti promittit vinculo, ut constantiam tuam firmet. neque enim ideo Deus iurat, quod fide credentis indigeat aut testimoniorum astipulationibus destitutus suffragium sacramenti requirat, sicut homines qui fidem nobis adsciscimus sacramento et ideo iuramus, ut credamur vera dixisse. Deus autem et cum loquitur fidelis est, cuius sermo sacramentum est. non enim propter sacramentum fidelis omnipotens Deus, sed propter Deum etiam sacramentum fidele est. qua ratione igitur Moyses iurantem Deum inducit? quia nos usu quodam mortalium claudimur et velut echini cortice quodam nos vulgaris opinionis involvimus aut velut cochleae, quae nisi intra testae operimentum sint spirare non possunt nec aerem liberum carpere aiit sustinere, sic nos non nisi intra quaedam humauae consuctudinis latibula terrena versamur. unde quia illud verius solemus credere, quod iureiurando firmatur, ne nostra claudieet fides, iurare describitur Deus, qui ipse non iurat, sed iurantium iudex et ultor est peierantium.)
τί οὖν ἔδοξε τῷ ἱεροφάντῃ παρεισαγαγεῖν αὐτὸν ὀμνύντα; ἵνα τὴν ἀσθένειαν διελέγξῃ τοῦ γενητοῦ καὶ διελέγξας ἅμα παρηγορήσῃ· οὐ γὰρ δυνάμεθα διηνεκῶς τὸ ἄξιον τοῦ αἰτίου κεφάλαιον ἐν ψυχῇ ταμιεύεσθαι τῇ ἑαυτῶν, τὸ „οὐχ ὡς ἄνθρωπος ὁ θεός“ (Num. 23, 19), ἵνα πάντα τὰ ἀνθρωπολογούμενα ὑπερκύψωμεν·
ἀλλὰ πλεῖστον μετέχοντες τοῦ θνητοῦ καὶ χωρὶς ἑαυτῶν ἐπινοῆσαι μηδὲν δυνάμενοι μηδὲ ἐκβῆναι τὰς ἰδίους κῆρας ἰσχύοντες, ἀλλ’ εἰς τὸ θνητὸν εἰσδυόμενοι καθάπερ οἱ κοχλίαι καὶ περὶ ἑαυτοὺς ὥσπερ οἱ ἐχῖνοι σφαιρηδὸν εἱλούμενοι, καὶ περὶ τοῦ μακαρίου καὶ ἀφθάρτου τὰ αὐτὰ ἃ καὶ περὶ ἑαυτῶν δοξάζομεν τὴν μὲν ἀτοπίαν τοῦ λόγου, ὅτι ἀνθρωπόμορφον τὸ θεῖον, ἀποδιδράσκοντες, τὴν δὲ ἐν τοῖς ἔργος ἀσέβειαν, ὅτι ἀνθρωποπαθές, ἐπαναιρούμενοι.
διὰ τοῦτο χεῖρας πόδας εἰσόδους ἐξόδους ἔχθρας ἀποστροφὰς ἀλλοτριώσεις ὀργὰς προσαναπλάττομεν, ἀνοίκεια καὶ μέρη καὶ πάθη τοῦ αἰτίου· ὧν ἐστι καὶ ὁ ὅρκος τῆς ἡμετέρας ἐπίκουρος ἀσθενείας.
„ἐὰν οὖν δῷ σοι ὁ θεός, ἀφελεῖς“ (Exod. [*](2 συμβέβηκεν Pap ὅρκῳ] ὅρκον MAGPH1 3 δι’ ὅρκων Pap AP, δι’ ὅρκων G 4 ὁ om. UFP1 ἔδοξεν Pap αὑτὸν post ἔδοξεν transp. U 5 γεννητοῦ GHUF 6 κατηγορήσῃ AP 7 ταμιεύεσθαι Pap UF: ταμιεῦσαι ceteri 8 πάντα Pap UFG : ἅπαντα ceteii 9 ἀπέχοντες Pap ἑαυτῶν Pap UF: αὐτῶν ceteri 10 μηδὲ Pap, μηδ’ UF: μήτε ceteri ἰδίους Pap F: ἰδίας ceteri ἀλλὰ M εἰς τὸν Pap F 11 ἑαυτοὺς Pap UF: αὑτοὺς HP, αὐτοὺς MAG οἱ ἐχῖνοι UF, ἐχῖνοι Pap: ἐκεῖνοι ceteri 12 φαρηδον Pap, εἰλούμενοι MU τὰ αὐτὰ om. HP ἃ add. UF: om. ceteri 13 αὑτῶν Η corr., αὐτῶν P δοξάζωμεν Pap P ατοπειαν Pap, ἀνομίαν UF 14 δ’ AUF 15 ἐπαναιρούμενοι UF (Pap?): ἐπανορθούμενοι ceteri 16 ἀπαλλοτριώσεις F 17 καὶ μέρη Pap UF: καὶ om. ceteri ὁ om. HP1 18 ἐπίκουρος ἀσθενείας Pap UF: ἀσθενείας ἐπικουρία ceteri ἐὰν οὖν Pap UF: οὖν om. ceteri δῷ σοι] δώσει P, δώσῃ σοι Mang. ἀφελεῖς Pap UF: ἃ θέλεις ceteri) [*](10 — 13 Clcm. Alex. Strom. V 686 P. οἱ δὲ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων τὸ θνητὸν ἐνδυόμενοι καθάπερ οἱ κοχλίαι καὶ περὶ τὰς αὑτῶν ἀκρασίας ὥσπερ οἱ ἐχῖνοι σφαιρηδὸν εἱλούμενοι περὶ τοῦ μακαρίου καὶ ἀφθάρτου θεοῦ τοιαῦτα οἷα καὶ περὶ αὑτῶν δοξάζουσιν. 15 — 17 CleiH. Alex. Strom. V 687 P. διὸ καὶ χεῖρας καὶ πόδας καὶ στόμα καὶ ὀφθαλμοὺς καὶ εἰσόδους καὶ ἐξόδους καὶ ὀργὰς καὶ ἀπειλὰς μὴ πάθη θεοῦ τις ὑπολάβῃ παρὰ Ἑβραίοις λέγεσθαι μηδαμῶς, ἀλληγορεῖσθαι δέ τινα ἐκ τούτων τῶν ὀνομάτων ὁσιώτερον.)
τὸ σαυτοῦ. παρατήρει δὲ ὡς πάνυ εὐαγῶς ἀπὸ τῶν δοθέντων ἀφελεῖν διείρηται, οὐχ ὅλα προσάγειν τὰ δοθέντα. μυρία γὰρ ἡμῖν ἡ φύσις ἐπιβάλλοντα ἀνθρώπων γένει δεδώρηται, ὧν ἀμέτοχος ἁπάντων ἐστὶν αὐτή, γένεσιν ἀγένητος οὖσα, τροφὴν τροφῆς οὐ δεομένη, αὔξησιν ἐν ὁμοίῳ μένουσα, τὰς κατὰ χρόνον ἡλικίας ἀφαίρεσιν ἢ πρόσθεσιν οὐκ ἐπιδεχομένη, σῶμα ὀργανικὸν ᾧ λαβεῖν, ᾧ δοῦναι, προελθεῖν, ἰδεῖν, ἀκοῦσαι, προσενέγκασθαι τροφήν, τὴν ἐξικμασθεῖσαν ἀποπέμψασθαι πάλιν, ἀτμῶν ἐπικρῖναι διαφοράς, λόγῳ χρήσασθαι γεγωνῷ, πολλὰ καὶ ἄλλα τῶν εἰς τὰς ἀναγκαίας ἅμα καὶ ὠφελίμους ὑπηρεσίας ἔνεστιν.
ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἀδιάφορα ἄν τις εἴποι, τὰ δὲ ὁμολογούμενα ἀγαθὰ δεῖν [*](1 Μώσης MAGHP ἐπεὶ] ἐπὶ Pap AU 2 λόγους H 3 ἐνέργειαι Pap UF: ἐνέργειαι καὶ οὐσίαι ceteri σὺ] σοι Pap ὁ om. U 4 ὅ τι Pap UF: καὶ ὅ τι ceteri διαιρῇ] αἴρηι Pap τοῦτ’ Pap UF: τοῦτο ceteri 5 καὶ γῆν U 6 οὐχ Α ἰδία UH κέκτησαι Mang.: κέκτηται Pap et codd. (κέκτηνται F) 7 αὐτῶν om. AF ἱέρου Pap προσάγῃς scripsi: δὴ Pap, ἄγη UF, προσάγῃ ceteri προσάξεις UF: προσάξει Pap MA, προσάγει G, προσάξῃ HP 8 σαυτοῦ scripsi: ἑαυτοῦ codd. et Pap (?) δ’ UF 9 διήρηται AG ἡμῖν] ὑμῶν F 10 ἡ φύσις om. M ανθρώπω(??) U γένει om. UF 11 ἐστὶν om. UF αὐτή UF: αὕτη ceteri γένεσιν UF (Pap?): γέννησιν ceteri ἀγένητος F: ἀγέννητος celeri οὖσαν Pap 12 χρόνους UF 13 ὧ λαβεῖν Pap UF: ὃ λαβεῖν ceteri ὦι δοῦναι Pap: δοῦναι MAGPUF, οὐ δύναται Η προσελθεῖν UF, προῆλθεν Pap 15 χρῆσθαι UF γεγονω Pap, γεγώω (sic) UF: γέλωτα ceteri 16 εἰς τὰς Pap F, εἰς τοὺς U: τὰς om. ceteri ἀναγκαίας Pap UF: χρείας MAG, χρείαν HP ἔνεστι Pap 17 ἄν] τάχα ἄν U, τάχ’ ἄν F εἴπῃ G δ’ AUF) [*](8 sqq. Amhros. l. l. § 45 . . . non totum exigit a te Deus, qui totum donavit. multa enim ad usum substantiae largitur humanae, et hoc non potest esse divinum sacrificium, ubi est usus naturae: edere bibere dormire aliaque etiam ministeria corporis dono sunt tibi collata, non a te relata Deo munera. 9 sqq. Clem. Alex. Strom. V 687 P. λέληθεν δ’ αὐτούς, κἀν πλησίον ἡμῶν τύχωσιν, ὡς μυρία ὅσα δεδώρηται ἡμῖν ὁ θεός, ὧν αὐτὸς ἀμέτοχος, γένεσιν μὲν ἀγένητος ὤν, τροφὴν δὲ ἀνενδεὴς ὤν, καὶ αὔξησιν ἐν ἰσότητι ὤν, εὐγηρίαν τε καὶ εὐθανασίαν ἀθάνατός τε καὶ ἀγήρως ὑπάρχων.)
τίς οὖν ἀγνοεῖ ὅτι εὐγηρία καὶ εὐθανασία μέγιστα τῶν ἀνθρωπείων ἀγαθῶν ἐστιν, ὧν οὐδετέρου κοινωνὸς ἡ φύσις ἀγήρως τε καὶ ἀθάνατος οὖσα; καὶ τί παράδοξον, εἰ τὸ ἀγένητον γενητῶν ἀγαθοῖς οὐκ ἀξιοῖ προσχρῆσθαι, ὁπότε καὶ τὸ γενόμενον αὐτὸ κατὰ τὰς τῶν εἰδῶν εἰς ἃ τέμνεται διαφορὰς ἀνομοίων μεταποιεῖται ἀρετῶν; ἄνδρες γοῦν οὐ γυναιξὶν οὐδὲ γυναῖκες ἀνδράσιν ἁμιλλήσαιντο ἂν περὶ ὧν μόνοις τοῖς ἑτέροις ἁρμόττει προσεῖναι· ἀλλ’ αἱ μὲν γυνάνδρων, εἰ ζηλώσαιεν τὰ ἀνδρῶν, οἱ δὲ ἀνδρογύνων, εἰ τοῖς γυναικῶν ἐπίθοιντο ἐπιτηδεύμασι, δύσκλειαν οἴσονται.