Historia Ecclesiastica

Theodoret, Bishop of Cyrus

Theodoret, Bishop of Cyrus. Theodoret Kirchengeschichte. Parmentier, Léon, editor. Leipzig: Hinrichs, 1911.

καὶ τούτων >τῶν ἀσεβειῶν οὐδὲ ἀκοῦσαι δυνάμεθα, ἐὰν μυρίους θανάτους ἡμῖν >ἐπαπειλῶσιν οἱ αἱρετικοί. Ἡμεῖς δὲ τί λέγομεν καὶ φρονοῦμεν καὶ >ἐιδάξαμεν καὶ διδάσκομεν; ὅτι ὁ υἱὸς οὐκ ἔστιν ἀγέννητος οὐδὲ >μέρος ἀγεννήτου κατ’ οὐδένα τρόπον, οὔτε ἐξ ὑποκειμένου τινός, >ἀλλ᾿ ὅτι θελήματι καὶ βουλῇ ὑπέστη πρὸ χρόνων καὶ πρὸ αἰώνων [*](A HN(n) GS(s) DL + FVfv) = z Τ W) [*](2 εὔλογον ὀφειλόμενον AnszW εὔλογον καὶ ὀφειλόμενον TEp. = Λ rationabile Cass. rationi debitum Cand. ι nach ἐφάνη + μοι D Ep. Λ ι 3 καὶ διάθεσιν = Cass. Ep. Cand. Λ > n ι εἰς] πρὸς TWEp. περὶ D circa Cass. Λ ad Cand. ι 5 διώκει z Ep. ι 6 καὶ = Cass. > W Ep. Cand. Λ ι ἡμὰς = Cass. > T ι ὡσ ἀνθρώποισ’ ἀθέους szTWCass. Ep. Cand. Λ ἀνθρώπουσ ἀθῴους An ι 7 θεὸς = Ep.] ὁ θεὸς An ι 8 συνυπάρχει — θεῷ > V i συνυπάρχει ἀγεννήτως ὁ υἱὸσ ὁ υἱὸς ἀγεννήτως ~ Εp.) τῶ θεώ AnsLFTWEp. consubsistit ingenite filius pairi Cand. συνυπάρχει ὁ γεννητὸς υἱὸς τῶ ἀγεννήτω θεῶ D coexistit ingenito deo filius Cass. cum d[e]o est infacturnliter filius Λ; s. oben 20, 7. 21, 16 ι ἀειγενὴς vT Ep. ἀειγεννήσ AnDLW seniper genitus (natus Λ) Cass. Cand. Λ ἀειγέννησίσ s ι 9 ἀγεννητογενήσ AnLEp. ἀγεννητογεννήσ sDvW ingenitogenitus Cand. ab ingenito genitus Cass. ἀγενητογενήσ T infacturaliter Λ ι ἐστιν2 = Cass. Cand. > T Εp.Λ ι 10 θεός ἀεὶ υἱός = Ep.] ὁ θεὸς ἀεὶ ὁ υἱόσ T υἱὸς ἀεὶ χσ(??) 14 ἑλλαδικοῦ s i 15 τὸν nTWEp. τῶν τὸν Asz ι 17 θανάτουσ ἡμῖν szT Cass. Ep. Cand. Λ ἡμῖν θανάτοις An ι ἡμῖν nach ἐπαπειλῶσιν ~ W ι 18 ἐπαπειλῶσιν TWEp. ἐπαπειλοῦσιν A ἐπαπειλήσωσιν sz παραπειλήσωσιν n ι 19 ἀγένητοσ NT infactus Λ, ingenitus Cass. Cand. ι 20 οὔτε szTW οὐδὲ An ἀλλ’ οὔτε Ep.)

27
>πλήρης θεός, μονογενής, ἀναλλοίωτος·

καὶ πρὶν γεννηθῇ ἤτοι κτισθῇ >ἤ ὁρισθῇ ἢ θεμελιωθῇ, οὐκ ἢν· ἀγέννητος γὰρ οὐκ ἢν. διωκόμεθα ὅτι >εἴπαμεν· »ἀρχὴν ἔχει ὁ υἱός, ὁ δὲ θεὸς ἄναρχός ἐστιν«. διὰ τοῦτο διωκό- >μεθα, καὶ ὅτι εἴπαμεν ὅτι ἐξ οὐκ ὄντων ἐστίν· οὕτως δὲ εἴπαμεν, καθότι >οὐδὲ μέρος θεοῖ ἐστιν οὐδὲ ἐξ ὑποκειμένου τινός. διὰ τοῦτο διωκόμεθα· λοιπὸν σὺ οἶδας. ἐρρῶσθαί σε ἐν κυρίῳ εὔχομαι, μεμνημένον τῶν θλίψεων ἡμῶν. συλλουκιανιστὰ ἀληθῶς Εὐσέβιε.«