Panarion (Adversus Haereses)

Epiphanius

Epiphanius. Epiphanius, Volume 1-3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrichs, 1915-1933.

καὶ γὰρ ἔστιν ἰδεῖν καὶ θαυμάσαι καὶ εἰς ἔκπληξιν ἐλθεῖν [*](5 ff über Andreas-, Johannes u. Thomasakten vgl. haer. 61, 1. 5 haer. 63, 2. 1 u. Eusebius h. e. III 25, 6; S. 252, 17 Schwartz Filastrius haer. 88, 6; S. 48, 19 Marx Augustin de serm. dom. in monte I 20, 65; Migne 34, 1263 c. Adimant. 17; CSEL 25 S. 166, 4 ff c. Faust. Manich. XXII 79; CSEL 25 S. 681, 11 ff XXX 4; ebda S. 751 c. adversar. leg. et prophet. I 20, 39; Migne 42, 626 Innocentius I ep. ad Exsup.; Zahn Gesch. neatest. Kan. II 1, 245 Turibius von Astorga ep. ad Idac. et Cepon. 5; Migne 54, 694 C decret. Gelas. V 2; S. 49, 265 ff Dobschütz Photius cod. 114; dazu C. Schmidt, Die alten Petrusakten (TU N.F. IX 1) S. 26 ff u. Ficker Amphilochiana S. 35, 14 — 7 vgl. Irenaeus adv. haer. I 28, 1; I 220 Harvey ἀγαμίαν ἐκήρυξαν Hippolyt refut. VIII 20, 1; S. 538, 29 f Wendland γαμεῖν κωλύοντες Clemens Al. strom. I 71, 5; II 46, 3 Stählin οὐ γάμον, οὐ παιδοποιίαν ἴσασιν Αmphilochius Icon. S. 61, 10 65, 11 Ficker Macarius Magnes III 43; S. 151 Blondel Theodoret haeret. fab. I 20 — 8 vgl. Irenaeus adv. haer. I 28, 1; II 220 Harvey τῶν λεγομένων παρ᾿ αὐτοῖς ἐμψύχων ἀποχὴν εἰσηγήσαντο, ἀχαριστοῦντες τῷ πάντα πεποιηκότι θεῷ Ηippolyt refut. VIII 20, 1; S. 238, 29 Wendland ἀπεχόμενοι ἐμψύχων Basilius ep. 236, 4; Migne 32, 881 C Amphilochius Icon. S. 38, 11 61, 10 65, 11 Ficker Macarius Magnes III 43; S. 151 Blondel Theodoret haeret. fab. I 20 — 10 Abendmahl mit Wasser vgl. zu haer. 30, 16, 1; I 353, 11 u. Amphilochius Icon. S. 29, 4. 17. 30 Ficker — 11 vgl. Hippolyt refut. VIII 20, 1; S. 238, 29 ὑδροποτοῦντες Clemens Al. paed. II 32, 1 ff; I 175, 26 ff Stählin Basilius ep. 188; Migne 32, 668 B Amphilochius Icon. S. 61, 10 65, 11 Ficker Macarius Magnes III 43; S. 151 Blondel Theodoret haeret. fab. I 20) [*](M U) [*](1 <δύναμιν> * | [καὶ] * 1—3 ὑποτασσομένου . . . ἰσχύοντος . . . πράττοντος . . . γενομένου *) ὑποτασσόμενον . . . ἰσχύοντα . . . πράττοντα . . . γενόμενον Μ U 3 παρατροπῆ Μ 4 παρὰ τῶ τῆς ἐκκλησίας κηρύγματι Μ)

217
τὸν συνετὸν ἄνθρωπον περὶ πάντων ὁριοῦν ὧν οἱ ἀλλότριοι λέγουσί τε καὶ πράττουσιν, ἀσυστάτως τῶν πάντων περ᾿ αὐτοῖς αὐτοῖς λεγομένων τε καὶ γινομένων καὶ μηδεμίαν ἔμφασιν ἀληθείας ἐπιδεχομένων.

2. Εἰ γὰρ κέχρηνται παλαιᾷ καὶ νέᾳ διαθήκῃ, πῶς ἀρχαὶ διάφοροι εὑρεθήσονται, τῶν δύο διαθηκῶν συμφωνουσῶν περὶ μιᾶς * θεότητος τὴν γνῶσιν κηρυττουσῶν;

εἰ δὲ καὶ νεκρῶν εἴη ἀνάστασις, πῶς ἔτι ὁ σεμνὸς γάμος τοῦ διαβόλου εὑρεθήσεται; ὁπότε θεὸς λέγει »αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε«, καὶ τοῦ κυρίου ἐν τῷ εὐαγγελίῳ λέγοντος »ὅ ὁ θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω« καὶ τοῦ ἀποστόλου φάσκοντος »τίμιος ὁ γάμος καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος«.

ἀλλὰ ἐλεγχόμενοι βλασφημοῦσι τοῦτον μεθυστὴν καλοῦντες, εἰς ἑαυτῶν δὲ γνώμην καὶ παράστασιν μυθολογίας κατὰ τῶν πινόντων τὸν οἶνον ἐπιλαμβάνονταί τινα θηρολεκτοῦντες καί φασιν ἐκ τοῦ πονηροῦ τὸ τοιοῦτον εἶδος εἶναι· »ἔπιε, γάρ φησι, Νῶς ἀπὸ τοῦ οἴνου καὶ ἐγυμνώθη, καὶ Λώτ, φηςί,

μεθυσθεὶς θυγατράσιν ἰδίαις κατὰ ἄγνοιαν συνεμίγη καὶ διὰ μέθης γέγονεν ἡ μοσχοποιία· καί φησιν ἡ γραφή· τίνι θόρυβος; τίνι μάζαι; τίνι ἀηδίαι καὶ λέσχαι; τίνι συντρίμματα διὰ κενῆς; τίνος πελιδνοὶ οἱ ὀφθαλμοί; οὐ τῶν χρονιζόντων ἐν οἴνοις, οὐ τῶν ἐξιχνευόντων ποῦ πότοι γίνονται;«