De signis Odysseae

Aristonicus of Alexandria

Aristonicus. Aristonici Περὶ Σημίων Ὀδυσσείας. Carnuth, Otto, editor. Leipzig: Hirzel, 1869.

1.

ὥς ὁ μὲν ἔνθα καθεῦδε.

*) [ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι] Ζηνόδοτος [γράφει] ἐκάθευδε HP (cod. καθεῦδε, sed corrigendum est). cf. ad γ 402. Α 68. 611. Ο 716. Duentzer 60.

8.

εἷσεν δὲ Σχερίῃ.

*) ὅτι Σχερία ὠνομάσθη ἡ τῶν Φαιάκων γῆ καὶ οὐ Κέρκυρα, καὶ ὅτι ἔξω τῆς καθ’ ἡμᾶς οἰκουμένης. EPQ. cf. L. Ar. 244. ζ 204.

26.

εἵματα μέν τοι κεῖται ἀκηδέα σιγαλόεντα.

†) τὰ φύσει λαμπρὰ (suppl. οὐ τὰ τότε λαμπρά). E. cf. L. Ar. 199. Apoll. l. h. 161, 20. ζ 58. 74.

Adnotare solebat Ar. haec epitheta apud Homerum nominibus quasi propria et ita firmiter adhaerentia, ut ne tum quidem divelli possint, si significatio eorum ab aliquo loco vel tempore aliena sit. cf. Fr. ad Γ 352 et exempla ibid.

33.

ὄφρα τάχιστα || ἐντύνεαι.

†) ἀντὶ ὑποτακτικοῦ τοῦ ἐντύνηαι, ὡς καὶ ἐπὶ τοῦ ἐπεὶ ἄρ’ κεν ἀμείψεται ἕρκος ὀδόντων (Ι 409) καὶ ὄφρα καὶ ἄλλος πτωχὸς ἀλεύεται ἠπεροπεύειν (ξ 400) Ρ.

Verba non sunt Ar., nam nunquam his modorum nominibus: ὁριστικὴ, ὑποτακτικὴ, εὐκτική usus est, cf. F. Ar. p. 7, sed observationem Ar. esse puto. v. ζ 259.

37.

ἐφοπλίσαι, ἥ κεν ἄγῃσιν.

*) [ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ἄγῃσιν] ἀντὶ τοῦ ἄγοι P.

cf. F. Ar. 9. α 396. δ 692. ρ 385.

38.

ζῶστρά τε καὶ πέπλους.

Notatum fuit vocabulum ζῶστρα ἅπαξ εἰρημένον. cf. schol. PQT.

42.

Οὐλυμπόν δ’, ὅθι φασὶ θεῶν ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ.

*) [ἡ διπλῆ ὅτι] εἰ μὲν πρὸς τὸν οὐρανὸν τὸ ὅθι φασὶ, νῦν (cod. Vind. 133 habet: νοεῖν, quod Karajan l. c. p. 299 praefert] οὐκ ἔχει καλῶς. οὐδὲ γὰρ ἐπὶ τούτου διστάζει [διστάσειεν ἄν L.] ὁ ποιητὴς λέγων, ὅθι φασίν· εἰ δὲ πρὸς τὸ καλούμενον οὕτως ὄρος, καλόν. EQ. cf. L. Ar. 166.

44.

οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται.

†) ἀχιόνιστον μὲν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ἀνωτέρω μερῶν λέγει, ἀγάννιφον δὲ ἀπὸ τῶν κατωτέρω, τὸν μετὰ τὰ νέφη τόπον. BHPQT.

Sic explicuisse Aristarchum Lehrsio non dubium est. cf. Ar. p. 165. ADL ad Α 420.

45.

πέπταται ἀνέφελος.

†) νεφελῶν χωρίς· ἡ γὰρ κορυφὴ ἡ τοῦ Ὀλύμπου ἐπουράνιος καλεῖται. ὁ δὲ οὐρανὸς ὑφ’ Ὁμήρου ἀπὸ τῶν νεφελῶν ἑὼς τοῦ κατηστερισμένου τόπου συνωνύμως αὐτῷ τῷ κατηστερισμένῳ καλεῖται. EPQV.

cf. L. Ar. 166. Α 497.

50.

βῆ δ’ ἴμεναι διὰ δώμαθ’.

*) [ἡ διπλῆ ὅτι τὸ διὰ δώματα] ἀντὶ τοῦ διὰ δωμάτων. H.

cf. F. Ar. 21. Editiones habent κατὰ δώμαθ’, quod est in domo. ABDFHIKLM διὰ, ex ras. NPS, κατὰ CGQRV.

52.

ἡ μὲν ἐπ’ ἐσχάρῃ.

*) [ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τῆς παρὰ, ἵν’ ᾖ] παρὰ τῇ ἐσχάρα V.

cf.Ζ 92.ζ 305.η 153.

54. cf. not. 1.

57.

πάππα φίλ’.

†) πάτερ. ψελλιζομένη ἐστί τις φωνή, προσφώνησις φιλοφρονητικὴ νεωτέρου πρὸς πρεσβύτερον. EP. cf. Δ 411. Ι 607. L. Ar. 152.

58.

ἵνα κλυτὰ εἵματ’ ἄγωμαι.

†) οὐ τὰ τότε, ἀλλὰ τὰ φύσει. ὡς ἐπὶ τοῦ φαεινὴν ἀμφὶ σελήνην (Θ 551) οὐ τὴν τότε, ἀλλὰ τὴν φύσει. καὶ ἐπὶ τοῦ πλήθει δή μοι νεκύων ἐρατεινὰ ῥεέθρα (Φ 218). E.

cf.ζ 26.74.Fuit Ar. διπλῆ ὅτι ἄκαιρον τὸ ἐπίθετον.

60. vid. not. 2.

74.

ἐσθῆτα φαεινήν.

†) οὐ τὴν τότε οὖσαν φαεινήν· ῥερύπωται γάρ· ἀλλὰ τὴν φύσει καθαράν. EHPV. cf. ζ 58. 26. Φ 218.

76.

μήτηρ δ’ ἐν κίστῃ.

†) ἅπαξ ἐνταῦθα ἡ κίστη. PQV. Apoll. l. h. 99, 24.

83.

αἱ δ’ ἄμοτον τανύοντο.

*) [ἡ διπλῆ ὅτι] ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος [τὸ] ἔτρεχον, ὡς ἐκεῖ οἱ δὲ πανημέριοι σεῖον ζυγόν (γ 486) BP.

cf. γ 486 et locos ibi collatos.

86.

ἔνθ’ ἤτοι πλυνοὶ ἦσαν ἐπηετανοί, πολὺ δ’ ὕδωρ καλὸν ὑπεκπρορέει.

*) σημειωτέον τὴν ἐναλλαγὴν τῶν χρόνων, οὗ μὲν ἦσαν, οὗ δὲ ῥέει. πρὸς ὃ ἡ διπλῆ. P.

98.

εἵματα δ’ ἠελίοιο μένον τερσήμεναι αὐγῇ.

*) ὅτι καὶ [ἐν Ἰλιάδι ?] τὰ τοιαῦτα τηρεῖ, τὸ μὲν γὰρ ἐν

ἡλίῳ ξηρᾶναι τερσῆναι λέγει, τὸ δὲ ἐν ἀνέμῳ ψῦξαι τοὶ δ’ ἱδρῶ ἀπεψύχοντο χιτώνων (Λ 621) P.

cf. ad Λ 621. L. Ar. 127.