De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

5 οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ διὰ τῆς τῶν ὀδόντων ἐπερείσεως· λεῖον γὰρ ὑποπίπτει καὶ οὐ τραχὺ τὸ ἀμιγές. τὸ δὲ χαλκανθὲς ἀπελέγχεται τῷ πυρί· εἰ γάρ τις ἐμπάσας τὸν οὕτως δεδολωμένον ἰὸν ἐπὶ λεπίδα ὄστρακον, τούτων τὸ ἕτερον ἐπὶ θερμῆς τέφρας ἢ ἀνθρακιᾶς θείη, μεταβάλλει καὶ κατερυθραίνεται τὸ χαλκανθὲς διὰ τὸ φύσει καιόμενον αὐτὸ τοιαύτην ἔχειν χρόαν.

6 τοῦ δὲ λεγομένου σκώληκος ἰοῦ δισσὸν εἶδος ὑπάρχει· ὁ μὲν γὰρ ὀρυκτός ἐστιν, ὁ δὲ σκευάζεται οὕτως· εἰς θυίαν Κυπρίου χαλκοῦ, ἔχουσαν δὲ καὶ δοίδυκα ἀπὸ τῆς αὐτῆς πεποιημένον [*](18 SIM. Pl. XXXIV 116.) [*](18 EXC. Orib. XIII s. v. ἰός (τοῦ δὲ — ξυστῷ), Aet. II 56 (εἰς θυίαν — προείρηται).) [*](1 τὸν — σπηλαίου om. mg. add. A2 2 μὲν om. Orib. εὔχροον Orib. 4 δὲ ἄλλοις τε Orib. E μισγομένοις POrib: μισγόμενος reliqui 5 κισσίρηδι E: κισσήρει Orib.QDi 6 κυκῶσιν αὐτόν om. Di 7 τὸ om. Orib. μάρμαρον καὶ τὰ ὅμοια Orib.E 8 τῷ] τὸ P τι τοῦ ἰοῦ μέρος Orib.E: τι μέρος τοῦ ἰοῦ Di 9 τὸν μὲν Orib.E: τὸ μὲν cett. μὲν αὐτοῦ Di τὰ δʼ ἀπὸ Orib.EDi 10 μαρμάρου μέρη εἶναι Orib.: μαρμάρου μέρη μένειν E: μαρμάρου μέρη ἀδιάχυτα μένειν Di: μαρμάρου μένειν ἀδυάχιτον A (ρει ἀδιάλυτα μένειν superscr. A2) ἀδιάλυτα Orib.E ἐκ τῆς ἐπιπλέον (ἐπϊπλεῖον E) παρατρίψεως καὶ τῆς τοῦ ὑγροῦ παραπλοκῆς Orib.E 11 τῇ om. O παρατροπῇ HA (corr. A2) 12 καὶ (pr.) post τῆς colloc. Ald. 13 χάλκανθες Orib.E: χάλκανθον Q (χαλκανθῶδες superscr. A2) Di 14 ἐμπλάσας ODi: ἐπιπάσσοι Orib.: ἐπιπάσαι E: corr. Sar. οὕτως PFE: οὕτω reliqui 15 ἔπειτα τούτων Orib.E καὶ τὸ ἕτερον τούτων ἐπιθήσει ἐν θερμῇ τέφρᾳ ἢ ἐπὶ ἄνθραξι Di εἰ ἐπὶ HA τῆς θερμῆς Orib. 16 θείης HA μεταβάλλεται Di καὶ καὶ ἐρυθραίνεται P: καὶ ἐρυθραίνεται reliqui: correxi χάλκανθες POrib.E: χάλκανθον (. . όν F) Q: χαλκανθῶδες Di, superscr. A2 17 χροιάν P 18 nov. cap. inc. (πδ) EDl, ψμζ Di tit. περὶ ἰοῦ σκώληκος Di ἰοῦ om. Orib. 19 ὃς μὲν E οὕτω Di 20 δὲ καὶ om. Aet. Di πεποιημένης Orib.)

51
ἥλης, ἐγχέας ὄξους λευκοῦ καὶ δριμέος κοτύλης ἥμισυ τρῖβε, ἕως οὗ γλοιωθῇ, εἶτα ἔμβαλε στυπτηρίας στρογγύλης ⋖ δ´ καὶ ἁλὸς ὀρυκτοῦ διαφανοῦς ἢ θαλασσίου ὡς ὅτι λευκοτάτου καὶ στερεοῦ, εἰ δὲ μή γε, νίτρου τὸ ἴσον· εἶτα λέαινε ἐν ἡλίῳ ἐν τοῖς ὑπὸ κύνα καύμασιν, ἕως τῇ μὲν χρόᾳ ἰώδης, τῇ δὲ συστάσει ῥυσώδης γένηται, καὶ οὕτως ἀναπλάσας σκώληκας τοῖς Ῥοδιακοῖς ὁμοίους ἀποτίθεσο.

ἐνεργὴς δὲ καὶ εὔχρους 7 γίνεται ἄγαν, ἐὰν ὄξους μὲν λάβῃ μέρος ἕν, οὔρου δὲ παιδίου μέρη δύο, τὰ δ᾿ ἄλλα ὡς προείρηται. τινὲς δὲ ἀποτετευγμένῳ τῷ ξυστῷ κόμι μείξαντες ἀναπλάσσουσι καὶ πωλοῦσιν, ὃν παραιτητέον ὡς φαῦλον. ἔστι δέ τις καὶ ὑπὸ τῶν χρυσοχόων γινόμενος ἰὸς διὰ θυίας καὶ δοίδυκος Κυπρίου χαλκοῦ, ἔτι δὲ οὔρου παιδίου, ᾧ τὸ χρυσίον κολλῶσιν.

ἀναλογοῦσι δὲ κοινῶς 8 οἱ προειρημένοι ἰοὶ κεκαυμένῳ χαλκῷ, μᾶλλον δὲ ἐρρωμένοι περὶ τὴν ἐνέργειαν. ἰστέον δὲ ὅτι προέχει μὲν αὐτῶν ὁ ὀρυκτὸς σκώληξ· ἐχόμενος δ᾿ ἐστὶν ὁ ξυστός, εἶτα ὁ σκευαστός· δηκτικώτερος μέντοι καὶ μᾶλλον στύφων οὗτος ὑπάρχει, ὁ δὲ τῶν χρυσοχόων ἀνάλογος τῷ ξυστῷ.

δύναται δὲ πᾶς ἰὸς στύφειν, θερμαίνειν, ἀποσμᾶν τὰς ἐν 9 [*](19 SIM. Cels. V 2. 5. 6. 7 — Pl. XXXIV 113 D. eup. I 41 (112) — eup. I 200 (196) — Pl. l. s. 115 — Cels. V 9 Pl. 115 eup. I 183 (190) — Pl. l. s. 115 eup. I 207 (201) — Pl. 115 eup. I 9 (134) — Pl. 113 eup. I 46 (114) — Pl. 115 eup. I 128 (157).) [*](1 ἐκχέας E καὶ om. Aet. δριμέος superacr. H2: καὶ δριμέος mg. add. A2 2 τρῖβε ἐν ἡλίῳ Aet. οὗ] om. Orib. Aet.: ἂν E γλοιῶδες γένηται Aet. ἔμβαλλε FOrib.: ἐπίβαλλε E: ὑπέμβαλε Aet. 3 ⋖ δ PFEDl: ᾱ Di: τριώβολα τέσσαρα Orib.: οὐγγίας δ´ (comp. scr.) HA καὶ om Orib. post ὀρυκτοῦ add. δραχμὰς δ καὶ Aet. ἢ — ὅτι om. Aet. ὡε om. Orib. λευκοῦ Aet. 4 post στερεοῦ add. τουτέστι σπεκλαρίου (errore) Aet. τὸ om. PFOrib.E λέαινε] τρῖβε (post καύμασιν coll.) Aet. 5 ἐν add. e QDi ἕως ἂν Aet.E 6 ῥυπώδης P: γλοιώδης QDi: γλοιώδης ἢ ῥυπώδης Orib. Aet.E (ἢ ῥυπ. del. E2): καὶ γλοιώδης καὶ ῥυπώδης mg. add. A2: correxi coll. Pl. l. s 116 donec viride fiat contrahatque se vermiculorum specie 7 τοῖς μὲν AH (μὲν del. H2) ὁμοίους τοῖς ῥοδιακοῖς Orib.E ὁμοίως Q (corr. A2) 8 ἄγαν om. Orib. μὲν om. Orib. ἕν] ᾱ HA παιδίου L: παλαιοῦ reliqui, at cf. Pl. l. s. 116 9 β´ F τὰ δ᾿ ἄλλα PA: om. Q (superscr. H2): καὶ τὰ ἄλλα δὲ Orib.: καὶ τἄλλα E δὲ τὸν Di ἀποττευγμένως (sic) P: ἀποτετευμένως A: ἀποτετευγμένον QDi: ἀποδεδουμένον Orib.: ἀποτετηγμένω E (ἀποτετευγμένω mg. add. E2): erugine rasiciu Dl 10 ἐν τῷ Di τῷ addidi ex Orib.EDi κόμι POrib.: κόμη E: κόμμι AH: κόμει F: κόμμει Di καὶ πωλοῦσιν addidi ex EDiDl 12 δὲ καὶ A 13 παιδιακοῦ Orib.: παιδικοῦ E. ad rem cf. Pl. XXXIII 93 κοινῶς] καὶ Orib.: om. E 14 δὲ om. Orib. 16 ἐχομένως H2ADi ἐστὶν om. Di εἶθ᾿ ὁ E 18 ἀναλογεῖ Orib.)

52
ὀφθαλμοῖς οὐλὰς καὶ λεπτύνειν, δάκρυον ἄγειν, νομάς ἴσχειν, τραύματα ἀφλέγμαντα τηρεῖν, τὰ παλαιὰ ἀπουλοῦν ἕλκη σὺν ἐλαίῳ καὶ κηρῷ. σὺν μέλιτι δὲ ἑψηθέντες τύλους καὶ τὰ ῥυπαρὰ τῶν ἑλκῶν ἀνακαθαίρουσιν.

10 ἀμμωνιακῷ δὲ ἀναλημφθέντες εἰς κολλούρια σύριγγας καὶ τύλους ἐκτήκουσι, χρήσιμοι δὲ καὶ πρὸς ἐπουλίδας καὶ τὰς τῶν οὔλων ἐξοχάς. ἱκανῶς δὲ καὶ βλέφαρα λεπτύνουσι σὺν μέλιτι ἐγχριόμενοι· δεῖ δὲ πυριᾶν μετὰ τὴν ἔγχρισιν σπόγγῳ ἐξ ὕδατος θερμοῦ· ἀναλημφθέντες δὲ ῥητίνη τερεβινθίνῃ σὺν χαλκάνθῳ ἢ νίτρῳ λέπρας ἐξάγουσι.

11 καυστέον δὲ ὃν ἂν θέλῃς ἰὸν οὕτως· θλάσας αὐτὸν εἰς ὁλοσχερέστερα μέρη καὶ τηγάνῳ κεραμεῷ ἐπιθεὶς ἀπέρεισαι ἐπ᾿ ἀνθράκων διαπύρων, κίνει τε, ἕως ἂν μεταβάλῃ καὶ ὑποσποδίσῃ τῇ χρόᾳ· λοιπὸν δὲ ψύξας ἀποτίθεσο καὶ χρῶ. τινὲς δὲ ἐν ὠμῇ χύτρᾳ αὐτὸν καίουσιν ὡς προείρηται, οὐκ εἰς τὸ αὐτὸ δὲ πάντοτε καιόμενος μεταβάλλει χρῶμα.

80 ἰὸς δὲ σιδήρου στύφει, ῥοῦν τε γυναικεῖον προστεθεὶς ἴσχει, πινόμενός τε ἀσυλλημψίαν ποιεῖ, ἐπιχριόμενος δὲ σὺν ὄξει ἐρυσιπέλατα καὶ ἐξανθήματα ἐνεργῶς ἰᾶται, πρός τε παρωνυχίας καὶ πτερύγια καὶ τραχέα βλέφαρα εὔχρηστος καὶ κονδυλώματα, καὶ οὖλα κρατύνει, ποδαγρικούς τε ὠφελεῖ περιχριόμενος [*](11 EXC. Orib. XIII s. v. (καυστέον — χρῶμα).) [*](17 SIM. Pl. XXXIV 153 — Pl. l. s. D. eup. II 83 (294) — 19 Pl. l. s. eup. I 168 (181) — Pl. l. s. eup. I 190 (193) — 20 eup. I 46 (114) — 21 Pl. l. s. — eup. I 79 (134) — Pl. l. s. eup. I 235 (216) — Pl l. s. eup. I 95 (140) — Pl. l. s. 151 — eup. II 61 (274) — eup II 137 (327).) [*](2 τὰ παλαιὰ addidi ex E coll. D. eup. I 183 (190) 3 καὶ κικίδη καὶ κηρῶ E 5 κολλούρια E: κολλύρια reliqui τύλους καὶ σύριγγας Q 6 τῶν τύλων καὶ οὐλῶν E 8 post πυριᾶν iter. μεταχριόμενοι· δεῖ δὲ μυριᾶν (sic) P σπόγγῳ om. E 9 τερμινθίνη E χαλκῷ libri: corr. Sar. coll. D. eup. I 128 (158) 11 οὕτως PEOrib.: οὕτω reliqui 12 ὁλοσχερέστερα POrib.: ὁλοσχερέστατα reliqui κεραμέω Orib.E ἐπέρεισον Orib.E: ἀπέρεισαι reliqui, cf. D. II 76, 9 13 ἐπὶ ἀνθράκων Orib.: ἐπʼ ἄνθρακας E πεπυρωμένων Orib.: πεπυρωμένους E μεταβάλλῃ Q 14 δὲ om. Orib. ψύξας A (στύψας superscr A2) 15 ὠμῶ χυτριδίω E αὐτὸ E: om. Orib. ἀνωτέρω εἴρηται Orib.E 16 δὲ] μέντοι Orib.E καιόμενος om. Orib. μεταβάλλουσι Orib.) [*](17 num cap. ψμδ´ O: ψμη Di: πε E tit. περὶ ἰοῦ σιδήρου HADi δὲ addidi ex EDi 19 ἐνεργῶς om. QDi mg. add. A2 20 fort. εὐχρηστεῖ 21 τε om. PF: καὶ ποδαγρικοῖς εὔχριστος· ἐπιχριόμενος ἀλωπεκίας (τε superscr.) δασύνει E περιχριόμενος P: ἐπιχριόμενος reliqui)

53
καὶ ἀλωπεκίας δασύνει.

σίδηρος δὲ πεπυρωμένος 2 ἐνσβεσθεὶς ὕδατι ἢ οἴνῳ καὶ πινόμενος, ἁρμόζει κοιλιακοῖς, δυσεντερικοῖς, σπληνικοῖς, χολεριῶσι, στομάχῳ ἀναλελυμένῳ. ἡ δὲ σκωρία τοῦ σιδήρου δύναται ὅσα καὶ ὁ ἰὸς τοῦ σιδήρου, ἐπʼ ἔλαττον δέ· βοηθεῖ καὶ ἀκονίτῳ ποθεῖσα μετ᾿ ὀξυμέλιτος.

81 σκευάζεται καὶ ὁ πεπλυμένος μόλυβδος τὸν τρόπον τοῦτον· βαλὼν εἰς μολυβῆν θυίαν ὕδωρ τρῖβε δοίδυκι μολυβῷ, ἕως ἂν μελανθῇ τὸ ὕδωρ καὶ γένηται ὑλῶδες, εἶτα διήθει αὐτὸ διʼ ὀθονίου προσεπιχέων τὸ ὕδωρ, ἵνα πᾶν τὸ διαχυθὲν ὑλισθῇ, καὶ ποίει τὸ αὐτὸ πάλιν, μέχρι οὗ ἄν σοι δόξῃ αὐτάρκως ἔχειν· εἶτα ἐάσας ὑποστῆναι τὸν πεπλυμένον μόλυβδον, ἀποχέας τε τὸ ὕδωρ καὶ ἄλλο ἐπιχέας πλῦνε ὡς τὴν καδμείαν, ἄχρι ἂν μηκέτι ἐφίστηται μελανία, εἶτα ἀναπλάσας τροχίσκους ἀποτίθεσο.

οἱ δὲ καθαρὸν μόλυβδον ῥινήσαντες τρίβουσιν ἐν λιθίνῃ 2 θυίᾳ δοίδυκι λιθίνῳ ἢ ταῖς χερσὶ μεθʼ ὕδατος, ὑπὸ χεῖρα ἀποχέοντες τὸ μελαινόμενον, ὅπερ ἐάσαντες ὑποστῆναι καὶ ἀποχέαντες ἀναπλάσσουσιν εὐθέως· τὸ γὰρ ἐφ᾿ ἱκανὸν τριβόμενον [*](6 SIM. Pl. XXXIV 168 sq. (e S. N.).) [*](6 EXC, Orib. XIII s. v. μόλιβος (σκευάζεται — πλυνόμενον μόλυβδον); cf. Gal. XII 230 (unde Aet. II 66. Paul. Aeg. VII 3 s. v.).) [*](1 nov. cap. (π𝔮) a σίδηρος inc. E tit. περὶ σιδήρου πεπυρωμένον mg. add. Di σιδήρου P, mg. add. σίδηρος 2 κοιλιακοῖς ἁρμόζει Q 3 καὶ χολεριῶσιν E καὶ στομάχῳ Di, fort. recte ἀναλυομένω E 4 ab ἡ δὲ σκωρία cap. πζ inc. E, cap. ψμθ· περὶ σκωρίας σιδήρου Di δύναται — σιδήρου bis habet P 5 βοηθεῖ· ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς ἀκόνιτον E καὶ] δὲ Di σὺν ὀξυμέλιτι Q μετ᾿ ὀξυμέλιτος ποθείς (ποθεῖσα Di) EDi) [*](6 num. cap. ψμε´ O: ψν Di: πη E tit. περὶ πεπλυμένου μολίβδου H: περὶ πεπλημένου μολύβδου A: περὶ μολίβδου πεπλ. Dl μόλιβος· πλύνεται τὸν τρόπον τοῦτον Orib. καὶ] δὲ E ὁ om. L μόλιβος Orib.: μόλιβδος OEDi 7 τοῦτον τὸν τρόπον QDi μολιβην P: μολιβίνην (ἴνην in ras.) E2 : μολιβδαίνην HADi θυίαν om. mg. add. P post τρῖβε ins. τοῦτον τὸν τρόπον HA δοίδυκι post μολυβῷ transpos. HAEDi μολιβδίνῳ H: μολιβδίνῃ Di: μολυβδίνῶ F: μολύβδῳ L 8 ὑλῶδες ἢ γλυῶδες E2: ὑλ. ἢ χυλῶδες ἢ πηλῶδες Di: ἢ χυλῶδες ἢ πηλῶδες superscr. H2, mg. add. A2: ἰλυῶδες coni. Marc. 9 τὸ (pr.)] om. Orib. Di: in ras. E2: τε H διαλυθὲν Di 10 μέχρι οὗ ἂν PFF: μέχρις οὗ ἂν L: μέχρις ἂν οὗ Orib.: μέχρις ἂν H: ἄχρις ἂν Di σοι om. Orib. 11 καταστῆναι Orib.Di τὸ πεπλ. Di μόλυβδον addidi ex E ἀπόχει Orib. 12 τε om. Orib.O μέχρι ἂν E: ἄχρις ἂν QDi: ἄχρις (om. ἂν) A: ἄχρι (om. ἂν) Orib. 13 μέλαν Orib. εἶτα om. Orib.EDi ἀναπλάσσας τε Orib.E: ἀναπλ. δὲ Di 14 οἱ δὲ] τινὲς δὲ E ῥινίσαντες LQ 15 ὑπὸ χεῖρας Orib. post ὑπὸ χεῖρα add. κατ᾿ ὀλίγον QDi, ante ὑπὸ χεῖρα L, mg. PE2: incerta sedes evincit glossema, cf. D. II 76, 1 16 ἐπιχέοντες QDi: ἀποχέαντες E καὶ addidi ex EDi καὶ ἀποχέαντες om. Orib. 17 ἀποχέαντες E: ἀποχέοντες reliqui)

54
γίνεται ψιμυθίῳ ὅμοιον. ἔνιοι δὲ προσεμβάλλουσι τοῖς ῥινήμασιν ὀλίγην μολύβδαιναν, φάσκοντες βελτίονα εἶναι τὸν οὕτως πλυνόμενον μόλυβδον.

3 δύναται δὲ στύφειν, ψύχειν, παρεμπλάττειν, μαλάττειν πληροῦν τὰ κοιλώματα, στέλλειν τὰ ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς ῥεύματα καὶ τὰ ὑπερσαρκοῦντα τῶν ἑλκῶν. ἔστι δὲ καὶ ἴσχαιμος, καὶ ποιεῖ πρὸς τὰ ἐν δακτυλίῳ ἕλκη, κονδυλώματα, αἱμορροίδας μετὰ ῥοδίνου καὶ τὰ δυσκατούλωτα, καὶ καθόλου ποιεῖ, ὅσα καὶ ἡ σποδὸς δίχα τοῦ ἐσχαροῦν. ὁ δὲ ἀκέραιος μόλυβδος παρατριβόμενος βοηθεῖ σκορπίου θαλασσίου καὶ δράκοντος πληγῇ.

4 καίεται δὲ ὁ μόλυβδος οὕτως· λαβὼν μολύβδου ἐλάσματα ὡς ὅτι λεπτότατα ἐπίθες ἐπὶ καινὴν λοπάδα, καὶ ἐπιπάσας θεῖον πάλιν ἕτερα ἐπίθες πέταλα καὶ θεῖον ἐπίπασσε καὶ πάλιν ἕτερα, καὶ τὸ αὐτὸ ποίει, ἄχρι οὗ πληρώσῃς τὴν λοπάδα, εἶτα ὑπόκαιε· ἀναφθέντος δὲ τοῦ μολύβδου κίνει σιδήρῳ, ἄχρι ἂν ἀποτεφρωθῇ τελέως καὶ μηδὲν ἐντρέχῃ μολυβδῶδες, καὶ ἀναιροῦ, σκεπάσας τοὺς ῥώθωνας· βλαβερά γὰρ ἡ ἀποφορά.

5 ἢ ῥινήματα μολύβδου βαλὼν μετὰ θείου εἰς λοπάδα οὕτως καῖε· οἱ δὲ εἰς κύθραν ὠμὴν βαλόντες τὰ πέταλα, ὡς εἴρηται, ἐν καμίνῳ ἐντιθέασιν ἢ ἐπὶ ἐσχάρας, περιπλάσαντες τὸ πῶμα [*](4 SIM. Pl. l. s. 169 — 5 Cels. VI 6, 5 Pl. l. s. — 6 D. eup. I 189 (193) — Cels. V 1 — 7 Pl. l. s. eup. I 212 (205) — eup. I 182 (190).) [*](12 EXC. Orib. XIII s. v. (καίεται — ἀποφορά, δεῖ δὲ πλύνειν — μᾶλλον).) [*](2 ῥινίσμασιν Q 3 οὕτω HADi μόλυβδον om. E 4 ὁ δὲ πεπλυμένος μόλιβος δύναται E ψύχειν, στύφειν QDiDl post ψύχειν add. σμίλίῳ E 5 καὶ στέλλειν E 7 ποιεῖ addidi τοῖς δακτύλοις H: τῷ δακτυλίῳ Di καὶ αίμορροίδας καὶ κονδυλώματα E 9 ἡ om. L 10 βοηθεῖ τῇ (om. F) τοῦ θαλασσίου σκορπίου QDi 11 πληγάς E 12 nov. cap. (ψνᾱ) περὶ μολίβδου κεκαυμένου inc. Di 13 ὡς] ἐς F ἐπίθες om. Orib. ἐπὶ] εἰς Di ἐπίπασσε E: ἐπιπας (sic) P ἐπίθες ἕτερα πάλιν πέταλα Orib.: πάλιν ἐπίθες ἄλλα πέταλα μεγάλα E 14 ἐπίπασσε — ἕτερα om. Orib. ἐπίπασον E καὶ (alt.) — ἕτερα om. EDi 15 τὸ αὐτὸ δὲ E: τοῦτο Di ἄχρι οὗ P: ἄχρις ἂν οὗ E: ἄχρις ἂν Orib.HADi: ἄχρι οὗ ἂν F 16 ὑπόκας Orib. ἁφθέντος PL ἄχρις ἂν Orib.HADi: ἄχρι οὗ ἂν F 17 παντελῶς ἐκτεφρωθῇ Orib.E καὶ (pr.) om. Orib.E μηδενὸς φαινομένου (ἐντρέχοντος E) μολιβδώδους Orib.E ἐντρέχῃ Di: τρέχῃ P: τι ἔχῃ LFA (ἐντρέχει ἀκαὲς μολυβδῶδες superscr. A2): ἔχῃ H ἀκαὲς μολιβδῶδες Di καὶ ἀναιροῦ om. E. 18 σκέπεται δὲ Orib.: κατάσκεπε δὲ E 19 ἐν λωπάδι E οὕτω HDi 20 ἔνιοι δὲ E βάλλοντες PLF: ἐμβάλλοντες E: βαλόντες reliqui 21 ἐν om. EDi ἐπιτιθέασιν L: τιθέασιν HA)

55
καὶ ὀλίγην δόντες ἀναπνοήν. οἱ δὲ ψιμύθιον παρεπιπάττουσιν ἀντὶ τοῦ θείου ἢ κριθάς.

οἱ δὲ ἀκεραίους τὰς λεπίδας ἐπιθέντες 6 ὀξεῖ πυρὶ χρῶνται καὶ κινοῦσιν ἐπιτεταμένως σιδήρῳ, ἄχρι ἂν ἐκτεφρωθῇ ἔστι δὲ δυσχερὴς ἡ τοιαύτη καῦσις· καὶ ἐπὶ πλεῖον δὲ καεὶς λιθαργύρου λαμβάνει τὸ χρῶμα. ἡμῖν μέντοι ἀρέσκει ἡ πρώτη καῦσις· δεῖ δὲ πλύνειν αὐτὸν ὡς τὴν καδμείαν καὶ ἀποτίθεσθαι.

δύναμιν δὲ ἔχει, ἣν καὶ ὁ πεπλυμένος μόλυβδος, εὐτονωτέραν δὲ μᾶλλον.

82 σκωρία δὲ μολύβδου ἐστὶν ἀρίστη ἡ ψιμυθιοφανής, πυκνὴ δὲ καὶ δύσθραυστος, μηδὲν ἔχουσα μολυβδῶδες, μηλινοειδὴς δὲ τῷ χρώματι καὶ ὑαλίζουσα.

δύναται δὲ τὰ αὐτὰ τῳ κεκαυμένῳμολύβδῳ, στύφουσα μᾶλλον. πλύνεται δʼ ἐν θυίᾳ ἐπιχεομένου ὕδατος καὶ ἀποχεομένου τοῦ ἐφισταμένου μηλίνου χρώματος. πολλάκις δὲ τοῦτο γίνεται, ἄχρι οὗ ἂν ἀναλωθῇ ἡ σκωρία, τό τε λοιπὸν ἐάσαντες ὑποστῆναι αὐτὴν ἀποχέομεν τὸ ὕδωρ καὶ οὕτως ἀναπλάσσομεν.

83 καὶ ὁ μολυβδοειδὴς δὲ λίθος ἀνάλογον ἔχει τὴν δύναμιν τῇ σκωρίᾳ· πλύνεται δὲ ὁμοίως.

84 στίβι δὲ κράτιστόν ἐστι τὸ στίλβον καὶ λαμπυρίζον, [*](10 SIM. Pl. XXXIV 171 (e S. N.).) [*](20 SIM. Pl. XXXIII 101 sq. (e S. N.); Erot. s. v. φαρμάκοισι πλατυοφθάλμοις (133, 3).) [*](25 EXC. Orib. XIII s. v. (στίβι — ἐκάλεσαν, ὀπτᾶται — σκωρίᾳ); cf. Orib. Syn. II 56 (V 82 D.) Ps. Gal. simpl. s. v. Gal. XII 236 (unde Aet. II 72. PA VII 3 s. v.).) [*](1 post ἀναπνοήν add. οὕτως καίουσιν E: καίουσιν Dl ἐπιπάσσουσιν E: παρεμπάσσουσιν Di 2 ἐπιτιθέντες HAE2 (in ras.) 3 ἐπιτεταμένῳ Q σιδηρίῳ Di 4 ἄχρις ἂν HADi καὶ — καῦσις (v. 6) om. E 5 πλεῖον scripsi: πλέον libri καεὶς οὕτω Di τὸ addidi e Di 6 αὐτὸν HEDi: αὐτὸ Orib.: αὐτὴν PLF τὸν om. Orib. 7 ἀποθέσθαι Orib.) [*](10 num. cap. ψμ𝔮´ O: ψνβ Di: πθ E tit. περὶ σκωρίας H: περὶ σκωρίας μολίβδου Di ψιμμιθιοφανής Di: μὴ θειοφανής PFE: μιθειοφανής L: quae cerusse visum habet Dl 11 μηλοειδὴς libri: corr. Sar. coll. Pl. l. s. optima quae maxime ad luteum colorem accedit 12 ὑελίζουσα QDi 13 στύφουσα δὲ E 14 τοῦ ὕδατος Di 15 τοῦ ἐφισταμένου om. superscr. H δὲ] τε HDi 16 ἄχρις ἂν HDi ἂν om. P post ἂν add. πᾶσα E σκωρία τοῦ μολίβου E 17 ὑποχεομένου τοῦ ὕδατος (om. καὶ) O) [*](18 num. cap. ψμζ´ O: ψνγ Di: 𝔮 E tit. περὶ λίθου μολιβδοειδοῦς HDi μολιβδίτης E: μολοβδοειδὴς P 19 δὲ] τε E) [*](20 num. cap. ψμη´ O: ψνδ Di: 𝔮ᾱ E tit. περὶ στίμμεως QDi στίβι PL: stibu Dl: stimi appellant, alii stibi Pl: στίμι Orib.E: στίμμι reliqui δὲ om. Orib. στιλβότατον E: στιλπνότατον HADi)

56
ἐν τῇ θραύσει πλακῶδες, μηδὲν ἔχον γεῶδες ἢ ῥυπαρόν, εὐχερῶς τε θλώμενον. τοῦτο ἔνιοι πλατυόφθαλμον, οἱ δὲ λάρβασον ἐκάλεσαν.