De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

34 ἡδύοσμον, οἱ δὲ μίνθην· γνώριμον βοτάνιον, δύναμιν ἔχον θερμαντικήν, στυπτικήν, ξηραντικήν· ὅθεν αἷμα ἵστησι πινόμενος ὁ χυλὸς αὐτοῦ μετʼ ὄξους καὶ ἕλμινθας κτείνει στρογγύλας, ἀφροδίσιά τε ἐρεθίζει καὶ λυγμούς καὶ ἐμέτους καὶ χολέραν [*](34 RV: ἡδύοσμον ἥμερον· οἱ δὲ μίνθα, οἱ δὲ καλαμίνθη, Ῥωμαῖοι μέντα, οἱ δὲ νεπέταμ, Αἰγύπτιοι τίς, οἱ δὲ φερθρουμόνθου, οἱ δὲ περξώ, οἱ δὲ μακιθώ.) [*](ἡδύοσμον ἄγριον· Ῥωμαῖοι μεντάστρουμ.) [*](6 SIM.: Pl. XX 147 sq. (e S. N. et J. B.); Garg. M. 24, 158 R (e Pl.) Geop. XII 24 — IHipp.] περὶ δ. II 54 (VI 558) — Pl. 148 eup. II 29 (239) — Pl. 151 eup. II 67 (282).) [*](6 EXC.: Orib. XI s. v. (ἡδύοσμον — ξηραντικήν); Gal. XI 882 (unde Aet I s. v. Paul. Aeg. VII 3); Ps. Ap. 120 (unde Ps. Orib. I 100 cf. Garg. M. 158 19 ~ A. Mai VII 409), Isid XVII 11, 9. Hes. s v. μίνθα.) [*](9 SIM.: Ps. Ap. 93. 120.) [*](1 πινόμενον οὗρα ἄγειν R καὶ ἔμμηνα — ἀρήγειν om. RE: del. A2 ἔμβρυα καὶ ἐμμηνα FHADi: ἔμβρυα ἔμμηνα P (at in marg. ἔμμηνα καὶ ἔμβρυα ἄγειν): menstruis imperat, obortum prestat Dl 2 δὲ om, C: τρίχας μελαίνει N τραυματική] sc. ἡ βοτάνη (inconc. dict.): τραύματα ἴσχει N: τραυματικαὶ ἰσχαιμονος C 4 ἐστὶν ἑλκῶν FHDi: om. A. τῶν φύλλων — κλάδων om. R 5 αὐτῶν FHADi καὶ κνησμοὺς V τοὺς om. V κνησμούς post αἰδοῖα transpos. FHADi ad calcem cap. add. τὰ δὲ φύλλα ἐν οἴνῳ ἑψηθέντα καὶ ποθέντα σπλῆνα τήκει N cf. carm. de herb. 7.) [*](6 num. cap. τμη PFΗDi: λθ E: om. A tit. περὶ ἡδυόσμου FADi ἡδύοσμος ἥμερος Di (post ἡδ. syn. e R add. DiA): ἡδύοσμος Orib. FHADi μίνθη PF: μίνθαν E τὸ βοτάνιον E 7 ἔχει E στυπτικήν om. RE. del. A2 καὶ αἷμα E 8 πινόμενος] λαμβανόμενος R: τῷ δὲ στρυφνή μετʼ ὀξυκράτου πινομένη τὰς προσφάτους αἵματος ἀναγωγὰς ἐπέχει Gal. αὐτοῦ om. RE ἕλμινθα κτείνει στρογγύλην R 9 ante ἀφροδίσια 3 litt. (εἰς?) eras. E2 χολέρας R: ipsa trita choleras (sc. emendat) Pl.) [*](10 C fol. 128v: N fol. 80 syn. marg. add. H2 marg. adscr. N (m. rec.) menta domestica. idyosmon imeron μίνθα ΟΜΙΝΘΑ (ε antecedenti iterata) RDi οἱ δὲ μίνθα om. A, sed poet μακιθώ add. e D. οἱ δὲ μίνθην καλαμίνθην HDi 11 νεπετάν A cf. Ps. Ap. 93 nomen herbae nepeta. a grecis dicitur calamites, itali nepitam vocant: Ps. Ap. 120 nomen herbae nenta. a grecis dicitur hedgosmus 12 περξό HA μακηθό HADi 13 C fol. 131r: N 80: syn. superscr. H2 marg. add. mentastrum C (m. rec.): menta silvatica N m. rec.))

46
παύει δύο ἢ τρία κλωνία σὺν ῥοᾶς ὀξείας κυλῷ ποθέντα· διαφορεῖ δὲ καὶ ἀποστήματα μετʼ ἀλφίτου καταπλασθὲν καὶ κεφαλαλγίαν παρηγορεῖ ἐπιτεθὲν τῷ μετώπῳ μαστῶν τε περίτασιν καὶ σπάργησιν πραύνει.

2 σὺν ἁλσὶ δὲ τοῖς κυνοδήκτοις κατάπλασμα, ὠταλγίαις τε ὁ χυλὸς σύν μελικράτῳ ἁρμόζει. γυναιξὶ δὲ πρὸ τοῦ πλησιάζειν προστιθέμενον ἀσυλληψίαν ἐργάζεται γλῶσσάν τε τραχεῖαν παρατριβόμενον λεαίνει καὶ γάλα ἀτύρωτον φυλάσσει, ἐναποκλυσθέντων αὐτῷ κλωναρίων, καὶ καθόλου ἐστὶν εὐστόμαχον καὶ ἀρτυματῶδες.

γίνεται δὲ καὶ ἄγριον ἡδύοσμον, δασύτερον τοῖς φύλλοις καὶ βραχεῖ μεῖζον σισυμβρίου, τὴν ὀσμὴν βρωμωδέστερον καὶ ἥττον εἰς τὴν ἐν ὑγιείᾳ χρῆσιν εὔθετον.

35 καλαμίνθη· μὲν τις ὀρεινοτέρα ἐστίν, ἔχει δὲ φύλλα [*](1 SIM.: D. eup. II 96 (300) — Pl. XX 149 (e Ps. Democrito) eup. II 4. 5 (228) — Pl. 150 — Zop. Orib. II 589) Pl. 150 — Scrib. Larg. 2 Pl. 150 eup. I 2 (95) — Pl. 150 eup. I 134 (161) — Nic. Alex. 374 (ex Apollod.) Scrib. Larg. 197 eup. II 113 (314) — Pl. 151 eup. I 57 (120) — [Hpp.] l. s. Pl. 147 eup. II 95 (299) — Pl. 149 eup. II 18 (233) — Pl. 147. 151.) [*](11 EXC. Orib. XI s. v. (γίνεται — εὔθετον).) [*](14 SIM.: Pl. XX 144 (e S. N.); Nic. Th. 60 (ex Apoll.) cum schol.) [*](14 EXC.: Orib. XI s. v. (καλαμένθη — καθύγροις); Gal. XII 4 (unde Paul. Aeg. VII 8 s, v. Aet. I s. v. allis e Ps. Orpheo additia): Ps. Ap. 90 (unde Pa. Orib. I 17. ~ A. Mai l. s. VII 441); Isid. XVII 9, 82. Hes. s. v. καλαμίνθη.) [*](1 κλωνάρια R: ἡδυόσμου κλωνία σῦν ῥοιᾶς ὀξείας χυλῷ (ac. λυγμοὺς παύει) D, eup. II 4 (228) 2 ἀλφίτων Gal. l. s. διὰ δὲ τὴν τοιαύτην τῆς πόας κρᾶσιν [l. e. ὑγρότητα ἡμίπεπτον καὶ φυσώδη) καὶ κατὰ τῶν ἀποστημάτων ἐπιτιθέασιν ἔνιοι μετʼ ἀλφίτων αὐτήν καταπλασθεῖσα RE (corr. E2) 3 κεφαλαλγίας EFHADi ἐπιτεθέντα C: ἐπιτεθεῖσα N κατὰ τοῦ μετώπου RE περίστασιν RV 4 σπάργησιν ἄλγησιν R (superscr. A2). σπάργνσιν reliqui: correxi cf. Sor. ed. Roae I 25 (246) συνεργεῖ δὲ (τε N) τοῖς κυνοδήκτοις καταπλασσόμενον R 5 ὠταλγίας CFH: ὠταλγί N τε] δὲ Di ἁρμόζει] ἀρήγει FHADi 6 προστιθεμένη C συντιθεμένη N 8 post φυλάσσει habet ἐναποκαυσθὲν αὐτῷ [ἐν αὐτῷ ἀποκλυσθέν N) καὶ καθόλου ἐατὶν εὔποτοι (εὔπομον C) R: superscr. A2 τῶν κλωναρίων καὶ τῶν φύλλων E: τῶν φύλλων Di 10 nov. cap. (μ) incip. E ἄγριος ἡδύοσμος· γίνεται δασύτερος Ε: τὸ δὲ ἄγριον ἡδύοσμον γινόμενον δασύτερον R: τὸ δὲ ἄγριον ἡδύοσμον, ὃ Ῥωμαῖοι μενθάστρουμ καλοῦσι, γίνεται Di Ῥωμαῖοι μεντάοτρουμ ald. A: superscr. H2 11 βραχεῖ PF: βραχύ VHA (παντὶ superscr. A2): παντὶ R: τῷ παντὶ E: hirsutiore folio et maiore Orib.: maior in omnibus Dl σισυμβρίου del. A2: σισυμβρίζων τῇ ὀσμῆι E ἐν ὀσμῇ τρομωδέστερον R: (unde) ἐν ὀσμῇ δὲ Di 12 εὔθετος E: εὔθετον ὑπάρχει R) [*](13 num. cap. τμθ ODi: μα E tit. περὶ καλαμίνθης FHADi καλάμινθος Nic. Th, 60 ὠρινωτέρα P: ὀρεινορωτέρα V: ὀριγανωτέρα E. superscr. A2 τὰ φύλλα RE)

47
ὅμοια ὠκίμῳ, ὑπόλευκα, κλωνία δὲ καὶ κάρφη γεγωνιωμένα, ἄνθος πορφυροῦν. ἡ δέ τις γλήχωνι ἔοικε, μείζων δέ, ὅθεν ἀγρίαν τινὲς αὐτὴν γλήχωνα ἀνομάζουσι, διότι καὶ τῇ ὀσμῇ παρέοικε· ταύτην Ῥωμαῖοι νεπέταν καλοῦσιν. ἡ δὲ τρίτη ἔοικεν ἡδυόσμῳ ἀγρίῳ, ἐπιμηκεστέρα τοῖς φύλλοις, καυλῷ καὶ κλάδῳ μείζων τῶν προειρημένων καὶ ἧττον ἐνεργής.

πασῶν δὲ τὰ 2 φύλλα γευομένῳ πυρωτικά ἰσχυρῶς καὶ δριμέα, ῥίζα ἄχρηστος. φύεται δʼ ἐν πεδίοις καὶ ἐν τραχέσι τόποις καὶ καθύγροις.

πινομένη δὲ καὶ καταπλασσομένη ἀρήγει ἑρπετοδήκτοις· ἄγει δὲ καὶ οὖρα τὸ ἀφέψημα πινόμενον· βοηθεῖ δὲ καὶ ῥήγμασι καὶ σπάσμασι καὶ ὀρθοπνοίᾳ καὶ στρόφοις καὶ χολέρᾳ [*](35 RV: καλαμίνθη· οἱ δὲ ὀσμῖτις, οἱ δὲ γλήχων ἀγρία, Αἰγύπτιοι βελλού, οἱ δὲ θεσμουζοεί, Ὀσθάνης . . . . ⟨προφῆται⟩ αἴλουρον ἢ πρόγονος Ἀπόλλωνος ἢ γόνος Ὥρου, Ῥωμαῖοι μεντάστρουμ, Σπάνοι κρόβουλα, Γάλλοι μεντασῶνε, Δάκοι τεύδιλα.) [*](καλαμίνθη ὀρεική· οἱ δὲ ὀριγανίς, οἱ δὲ μίνθην, Ῥωμαῖοι νεπέταμ, οἱ δὲ μέντα μοντάνα.) [*](9 SIM.: [Hipp.] περὶ διαίτης II 54 (VI 558) — Nic. Th. 60 (ex Apoll.) Ael. h. a. IX 26 (ex Sostrato) schol. Aristoph. Eccl. 648 eup. II 117 (317) — Pl. l. s. eup. II 34 (247). II 39 (253). — eup. II 40 (254). II 22 (235). II 136 (327). II 56 (267). II 67 (282) cf. Alex. Trall. II 597 — schol. Nic Th. 60 (e Crat.) eup. I 205 (200) — eup. II 78 (291). II 128 (323). I 114 (150. I 56 (119). I 240 (221). I 61 (124).) [*](1 post ὠκίμῳ inser. μικρότερα δὲ καὶ λευκότερα (albidiora Dl) R: mg. add. A2 γωνιοειδῆ R 2 post πορφυροῦν add. ἢ καὶ μήλινον R: mg. add. A2 ἡ δὲ τις — καλοῦσιν om. R: del. A2 ἔοικε καὶ E 3 ὀνομάζουσι] ἐκάλεσαν Di: ὠνόμασαν E fort. ὀσμῇ ⟨αὐτῇ〉 4 νέπετα E: ἐπέταν Di τρίτη] ἑτέρα R: superscr. A2 5 ἀγρίῳ om. R: del. A2 tertium genus simile est ediosmo agresti Dl καὶ καυλῷ R: τῷ καυλῷ καὶ τοῖς κλάδος N 6 μείζονι V τῆς προειρημέ νης C πασῶν] ἀμφοτέρων R 7 γενομένων OE: γευομένῳ post ἰσχυρῶς tanspos. R πυρωτικά] θερμαντικὰ C ῥίζαι ἄχρηστοι R 8 φύονται R ἐν (alt.) om. RE παχέσι A: corr. A2 πανύγροις R: superscr. A2 9 πινόμεναι δὲ καὶ καταπλασσόμεναι R 10 δὲ (alt.) om. CE καὶ (alt.) om. N δήγμασι σπάσμασι ὀρθοπνοίαις NDi 11 ὀφθοπνοίᾳ PE: ὀρθοπνοίαις reliqui καὶ (tert. et quart.) om. Di) [*](12 C fol. 154r: N 48: syn. om. HADi ὀσμῖτις] alii osmites bregmu Ps. Ap. i. e. alii osmitis [Aegyptii] bregmu) ἄγριος libri: correxi 13 βελλου R: bregmu Ps. Ap. (L: bregmo L1 V) θεσμουζοεί] alii vocant thermuhortantes Ps. Ap. (L: thesmuhortantes L1 i. e. thesmu Osthanes) lac. significavi, προφῆται supplevi ef. Ps. Ap. 14 αιλουσιν N: ειλουσιν C: correxi πρόγονος Ἀπὀλλωνος] prophetae gonos Apollonos Ps. Ap. ὄρου R: correxi Itali vocant mentastrum Ps. Ap. cf, Pl. ΧIX 159 genus eius (ec. mentae) silvestre mentastrum 15 μεντασωναι C τεύδειλα N ef. Tomaschek l. c. 27 16 C fol. 153v: N 48 ὀρειγανίς N)

48
καὶ ῥίγει, καὶ πρὸς τὰ θανάσιμα προπινομένη ποιεῖ σὺν οἴνῳ καὶ ἴκτερον ἀποκαθαίρει ἕλμινθάς τε κτείνει καὶ ἀσκαρίδας σὺν ἁλσὶ καὶ μέλιτι πινομένη ἑφθή τε καὶ ὠμὴ τετριμμένη, ὠφελεῖ

3 καὶ ἐλεφαντιῶντας βρωθεῖσα ἐπιπινομένου ὄρρου γάλακτος. φθείρει δὲ καὶ ἔμβρυα καὶ ἔμμηνα ἄγει τὰ φύλλα λεῖα ἐν προσθέτῳ, θυμιαθέντα δὲ ἑρπετὰ διώκει καὶ ὑποστρωννύμενα. λευκαίνει δὲ καὶ μελαίνας οὐλὰς ἑψηθεῖσα ἐν οἴνῳ καὶ καταπλασθεῖσα, καθαίρει καὶ ὑπώπια ἰσχιαδικοῖς τε ἐπιτίθεται εἰς μετασύγκρισιν, ἐπικαίουσα τὴν ἐπιφάνειαν, καὶ σκώληκας τοὺς ἐν ὠσὶ κτείνει ὁ χυλὸς ἐνσταζόμενος.