De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

25 ὔσσωπος· πόα γνώριμος, δισσή· ἡ μὲν γάρ τίς ἐστιν ὀρεινὴ ἡ δὲ κηπευτή· ἀρίστη δὲ ἡ ἐν Κιλικίᾳ γεννωμένη. δύναμιν δὲ ἔχει θερμαντικήν· ἀφεψηθεῖσα δὲ μετὰ σύκων [*](25 RV: ὕσσωπον· Ῥωμαῖοι ὑσσώπουμ, οἱ δὲ λάτερ, οἱ δὲ κάσιαμ, Αἰγύπτιοι σαέμ.) [*](6 TFST. Gal. XI 801: καὶ διὰ τοῦτο μηκέτι ἐπιζήτει ἀκούειν μήθʼ ὅτι σὺν ἑφθῷ μήλῳ κυδωνίῳ καταπλασθὲν ἢ ἄρτῳ φλεγμονὰς ὀφθαλμῶν ἰᾶται μήθʼ ὅτι διαφορεῖ φύματα σὺν ὠμῇ λύσει λεῖον ἑψηθέν. οὐδὲ γὰρ τούτων οὐδέτερον οὔτε τῶν ἄλλων οὐδὲν τῆς νῦν πραγματείας ἴδιόν ἐστιν, ἀλὶλὰ τοῖς μὲν ἐμπειρικὴν διδασκαλίαν ποιουμένοις ἐν τοῖς εὐπορίστοις γράφεται φαρμάκοις, ὅσοι δὲ λογικῶς ἀσκῆσαι τὴν τέχνην βούλονται, τῆς θεραπευτικῆς ἐστι χρεία τούτοις μεθόδου.) [*](10 SIM.: [Hipp] περὶ διαίτης II 54 (VI 560 L) Pl. XXV 136 (e S. N.).) [*](10 EXC.: Orib. XII s. v. (ὕσσωπος — γεννωμένη); cf. Gal. XII 149 (unde Aet. I s. v. Paul Aeg. VII 3 s. v.); Isid. XVII 9, 39; Hes. s. v. ὔσσωπος) [*](12 SIM.: Pl. XXVI 41 eup. II 36 (249) — Pl. l. s. 29 eup. lI 31 (241) — Cels. IV 8 (131, 14) Pl. l.  s. 34 eup. II 39 (252) — Pl. l. s. 54 eup. II 66 (281) Ruf. (Orib. II 129) — [Hipp.] l. s. Cels. I 3 (19, 22) Pl. l. s. 40.) [*](1 ὁμπνοίᾳ V: ὀρθοπνοίαις A ἰσχιαδικοῖς E 2 δυσουρία E ἐπίσχεσιν R ἐστὶν φαρμάκων R 3 ἀντίδοτον R: ἀντίδοτος reliqui ποθὲν] πινόμενον (ἀβρότονον mente suppleas) post τε 4 litt. eras. E2 μετʼ ἐλαίου] νῦν ἐλαίῳ R 4 ἐστὶ om, R: fort. recte θυμιώμενον καὶ στιβαδευόμενον E στιβαδευόμενον] ἐνβαδευόμενον N: ἐμβαλευόμενον C (superscr. A2) 5 καὶ πινόμενον (bis) V δὲ (pr.) om. R 6 ὀφθαλμιῶσιν καὶ φλεγμονάς E: φλεγκονάς P 7 μήλῳ addidi e Gal. cf. D. eup. I 29 (108) ἀβρότονον σὺν μήλῳ κυδωνίῳ ἑφθῷ 8 διαφορεῖ δὲ E λύσεως (superscr. σεσελεως A2) A 9 ἰρίνου] ἐφίνου R (superscr. A2): είρίνου E: ἀβροτονίνου vel σαμψυχίνου coni. Sar. at cf. Dl miscetur et confectioni olei hirini ἐλαίου] ἀλεύρου R post λαίου c. 6 litt. eras. E) [*](10 num. cap. τλθ ODi: κη D tit. περὶ ὑσσώπου FHDi: om. A ὔσσωπον RVGal. Aet. Paul. Aeg.: marg. add. τινὲς τὸν ἔρειον μᾶλλον E post ὔσσωπος syn. e R add. ADi, marg. H2 τις om. E 11 κηπευτική R post δὲ (alt.) inser. ἐστίν RDi 12 ἔχουσα E θερμαντικὴν λεπτυντικήν DiA: λεπτ. del. A2: superscr. H2 (e Gal.) δὲ (alt.) om. O) [*](13 C 359r: N 145 λάτερ libri: suspectum 14 ΚΑϹϹΙΑΛΑ R: κασίαλα ADi: correxi cf. Pl. XXI 53. A. Mai l. s. VII 434 σαεμ libri: πεσαλέμ vulgo)

36
καὶ ὔδατοε καὶ μέλιτος καὶ πηγάνου καὶ πινομένη ἀρήγει περιπνευμονικοῖς, ἀσθματικοῖς, βηχὶ χρονίᾳ, κατάρρῳ, ὀρθοπνοίᾳ· κτείνει δὲ καὶ ἑλμεις, σὺς μέλιτι δὲ ἐκλειχθεῖσα τὸ αὐτὸ ποιεῖ. ἄγει δὲ καὶ πάχος κατὰ κοιλίαν τὸ ἀφέψημα αὐτῆς σὺν ὀξυμέλιτι

2 πινόμενον καὶ βιβρώσκεται δὲ μετὰ χλωρῶν σύκων λείων πρὸς ὑπαγωγὴν κοιλίας, σφοδρότερον δὲ καθαίρει μιγέντος αὐτῷ καρδάμου ἢ ἴριδος ἡ ἐρυσίμου· περιποιεῖ δὲ καὶ εὔχροιαν. καταπλάσσεται δὲ μετὰ σύκου καὶ νίτρου πρὸς σπλῆνα καὶ ὕδρωπα, σὺν οἴνῳ δὲ πρὸς φλεγμονάς· διαφορεῖ δὲ καὶ ὑπώπια σὺν ὕδατι ζεστῷ καταπλασθεῖσα. συνάγχης δὲ ἀναγαργάρισμα μετὰ σύκων ἀφεψήματος ἄριστον, ὀδόντος τε πόνον πραΰνει σὺν ὄξει ἑψηθεῖσα καὶ διακλυζομένη· λύει δὲ καὶ τὰς περὶ ὦτα ἐμπνευματώσεις ὑπατμισθεῖσα.