De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

27 ὀρίγανος Ἡρακλεωτική· οἱ δὲ κονίλην καλοῦσι. φύλλον ἔχει ἐμφερὲς ὑσσώπῳ, σκιάδιον δὲ οὐ τροχοειδές, ἀλλʼ ὥσπερδιηρημένον καὶ ἐπʼ ἄκρων τῶν ῥάβδων τὸ σπέρμα οὐ πυκνόν.

ἐστὶ δὲ θερμαντική, ὅθεν τὸ ἀφέψημα αὐτῆς σὺν οἴνῳ ποθὲν ἁρμόζει θηριοδήκτοις, σὺν γλυκεῖ δὲ καὶ κονίᾳ τοῖς [*](26 RV: στοιχάς· οἱ δὲ συγκλίνωπα, οἱ δὲ Ἀλκιβιάδειον, οἱ δὲ παγκράτιον, οἱ δὲ Τυφωνία, Αἰγύπτιοι σουφλώ, προφῆται ὀφθαλμὸς Πύθωνος, Ῥωμαῖοι σκίλλα ῥούβιδα.) [*](27 RV: ὀρίγανος Ἡρακλεωτική· οἱ δὲ κονίλην καλοῦσιν, Ῥωμαῖοι κούνουλαμ.) [*](5 SIM.: Pl. XX 177 sq. e S. N.) cf. XX 170 (unde?).) [*](5 EXC.: Orib. XII s. v. (ὀρίγανος — πυκνόν); Ps. Ap. 122; Gal. XII 91 (unde Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v); Garg Mart 37 (174, 11 R; 175, 16 ~ Ps. Orib. II 35, A. Mai l. s. VII 429): Isid. XVII 9, 76.) [*](10 Ps. Ap. 43.) [*](1 κόμην θύμῳ ROrib.Di ἀκροφυλλοτέραν δὲ καὶ δριμεῖαν τ. γ. ὑπότικρον π, Orib.: μακροφυλλοτέραν μέντοι γε καὶ δριμεῖαν ἐν τ. γ. ὑπόπικρον R μέντοι] δὲ Orib.E: νέντοι γε RDi δριμεῖα ἐν ROrib.EDi 2 καὶ ὑπόπικρος 0rib.Di ποσῶς om. R 3 καθʼ ἃ καὶ R: καθὼε καὶ E τὸ ὕσσωπον RΕV 4 χρησίμως om. RE quae ad calcem cap. add. Ald. ἐτφράττει καὶ λεπτύνει τὰ σπλάγχνα πάντα καὶ ὅλην τοῦ ζώου τὴν ἕξιν e Paul. Aeg. l. s. interpolata sunt) [*](5 num. cap. τμα ODi: λ E tit. περὶ ὀριγάνου FHADi ὀρίγανον ἡρακλεωτικὴν E κωνίλην Οrib.: κορνήλην Di: κονίλην ἢ κορίνην E 6 τριχοειδές A]d. 7 διερριμμένον R: διερρινημένον Orib.: velut scissili umbraculo Ps. Ap. l. s. ἐπ᾿ ἄκρου C: ἐπʼ ἄκρω NOrib.: ἐπʼ ἄκρον (ο in ω corr. E2) E ῥαβδίων N (charta laesa C) post πυκνόν inser. ὑπόπικρον Dl: ἐνπόρφυρον R 8 σὺν οἴνῳ om. R 9 post θηριοδήκτοις 7 litt. eras. E2 καὶ κονίᾳ om. ODi (superscr. A2): καὶ κονίαν E ef. Pl. XX 178 venemum opii et ypsi extinguit decoctum, si cum cinere e uino bibatur, D. eup. I 147 (330) πρὸς δὲ μηκώνιον . . . ὀρίγανον σὺν κονίᾳ καὶ γλυκεῖ) [*](10 C fol. 320r: N 157 συγκλιωπα ibri: correxi οἱ δὲ ἀλκιβιάδειον om. C: ἀλκειβιάδης N: ἀλκιβιάδης reliqui: correxi cf. Ps. Ap. l. s. alii vocant scilla acibizon (L albibizon La V) 11 παγκράτιον] alii prancration vocant Ps. Ap. (L) στυφωνία HADi: alii tifonos vocant Ps. Ap. σουφλώ] subtho Ps. Ap. 12 ὀφθαλμοπήθωνος A: prophetae optalmo Ps. Ap. (LV): opthalmon typhonos Aek. σκιλεοβινα RDiHA: correxi. bulbum scilliticum vel scillam albam a quibusdam stoechada vocari Pa. Ap. l. s. testatur. scilla rubida vocatur propter floris colorem) [*](13 C fol. 247v (charta laesa): N 116 14 κονουλαμ N: cunila Pl. XX 169 sqq.)

38
κώνειον ἢ μηκώνιον, σὺν ὀξυμέλιτι δὲ τοῖς γύψον ἢ ἐφήμερον πεπωκόσι, πρὸς δὲ τὰ σπάσματα καὶ ῥήγματα καὶ ὕδρωπας μετὰ συκίου βιβρωσκομένη. ξηρὰ δὲ ποθεῖσα ὀξυβάφου πλῆθος σὺν μελικράτῳ μέλανα κατὰ κοιλίαν ἄγει, ἔμμηνά τε κινεῖ

2 καὶ βῆχας θεραπεύει σὺν μέλιτι ἐκλειχομένη· καὶ κνησμοὺς δὲ καὶ ψώραν καὶ ἴκτερον τὸ ἀφέψημα αὐτῆς ἐν λουτρῷ ὠφελεῖ. ὁ δὲ χυλὸς αὐτῆς χλωρᾶς οὔσης παρίσθμια καὶ κιονίδας καὶ ἄφθας θεραπεύει καὶ αἷμα διὰ ῥινῶν ἄγει σὺν ἐλαίῳ ἰρίνῳ ἐγχυματιζόμενος· σὺν γάλακτι δὲ καὶ ὠταλγίας παρηγορεῖ ἐμετικόν τε φάρμακον δι᾿ αὐτῆς σκευάζεται καὶ κρομύων καὶ ῥοὸς τοῦ ἐπὶ τὰ ὄψα, πάντων ἐν χαλκῷ Κυπρίῳ ἐν τοῖς ὑπὸ κύνα καύμασιν ἡλιασθέντων ἐπὶ ἡμέρας τεσσαράκοντα· ὑποστρωννυμένη δὲ ἡ πόα ἐρπετὰ διώκει.