De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

59 σκευάζεται δὲ ἐν Αἰγύπτῳ μύρον, ἐπιχωρίως ὑπʼ αὐτῶν καλούμενον μετώπιον διὰ τὴν τῆς χαλβάνης μεῖξιν· τὸ γὰρ ξύλον, ἐξ οὗ γεννᾶται ἡ χαλβάνη, μέτωπον καλεῖται. διʼ ἀμυγδάλων δὲ πικρῶν καὶ ἐλαίου ὀμφακίνου καὶ καρδαμώμου καὶ σχοίνου καὶ καλάμου καὶ μέλιτος καὶ οἴνου καὶ σμύρνης καὶ βαλσάμου καρποῦ καὶ χαλβάνης καὶ ῥητίνης συντίθεται. δόκιμον δέ ἐστι τὸ βαρύοσμον καὶ λιπαρόν, ἐμφαῖνον μᾶλλον τοῦ καρδαμώμου καὶ τῆς σμύρνης ἤπερ τῆς χαλβάνης.

2 σφόδρα δὲ θερμαίνει καὶ πυροῖ καὶ ἀναστομοῖ ἐπισπᾶταί τε καὶ καθαίρει ἕλκη, πρός τε νεῦρα καὶ μύας διακοπέντα ποιεῖ, [*](3 SIM. Theophr. de od. 30. 35. 42. 55; Apoll. (Ath. XV 689a) Pl. XIII 13.) [*](3 EXC. Aet I s. v. (unde Nic. M. XVI 27).) [*](12 SIM. Gal. XIV 52. 306. 262.) [*](15 Theophr. de od. 28sq. Apoll. (Ath. XV 668f.), Pl. XIII 8 (e S. N.): XV 26 D. eup. II 24 (236) cf. Erot. s. v. νίωπον (immo νέτωπον); Gal. XIX 71 Hes, s. v. νέτωπον.) [*](15 EXC. Aet. I s. v. ἔλαιον μετώπιον (unde Nic. M. XVI 25); Paul. Aeg. VII 20 (f. 298); Zach. m. m. VI 10.) [*](1 πιλώμασιν FDi: πυλώμασιν Da quae post ἐπιτιθέμενον add. Spr. libri non habent 3 mg. add. περὶ μεγαλίου (num. cap. om.) Di μεγάλιον FDiDa: correxi coll. Ath. XV 690 f 5 τούτου addidi ἡ σκευασία Da 9 ἄχρις ὅτου ἃν F: ἄχρις ἂν reliqui 12 mg. add. περὶ ἡδύχρου Di ἐν τῇ αἰγύπτω H) [*](15 num. cap. νθ QDi: ξδ΄ Di δὲ] καὶ Di ἐν αὐτῆ H 17 μέτωπον FZach.: μετώπιον reliqui, cf. D. III 83 δι᾿ ἐλαίου ὀμφακίνου καὶ ἀμυγδάλων πικρῶν Spr. Aetio duce 18 καὶ (tert.) om. Di 19 σχίνου Di Aet. l. s. Zach. l. s.: σχίνου τε καὶ Di ῥητίνης i. e. τερεβινθνης 24 τε (pr.) om. QDa τε (alt.) om. Da διακοπέντας F)

55
ὑδροκήλας τε σὺν σηπταῖς. μείγνυται δὲ καὶ μαλάγμασι καὶ κηρωταῖς, πρός τε ῥίγη καὶ ὀπισθοτονικῶς σπωμένους χρησιμεύει. κινεῖ δὲ καὶ ἱδρῶτας καὶ ἀναστομοῖ τὰ περὶ ὑστέραν καὶ σκληρίας τὰς περὶ αὐτὴν χαλᾷ, καὶ καθόλου μαλακτικὴν ἔχει τὴν δύναμιν.

καὶ τὸ Μενδήσιον δὲ λεγόμενον ἔκ τε βαλανίνου ἐλαίου 3 καὶ σμύρνης καὶ κασσίας καὶ ῥητίνης σκευάζεται. ἔνιοι δὲ μετὰ τὸν κατασταθμισμὸν κινάμωμον μικρὸν προσεμβάλλουσιν ἀνωφελῶς· οὐκ ἐκδίδωσι γὰρ τὰ μὴ συνεψηγμένα τὴν δύναμιν. ἐμφερῆ δὲ ἔχει τὴν ἐνέργειαν τῷ μετωπίῳ, ἥττονα μέντοι καὶ οὐχ οὕτως ἐπιτεταμένην.

60 στακτὴ δὲ καλεῖται τῆς προσφάτου σμύρνης τὸ λιπαρόν, κεκομμένης μεθʼ ὕδατος ὀλίγου ἀποτεθλιμμένης τε διʼ ὀργάνου. εὐώδης δὲ λίαν καὶ πολυτελής ἐστι καὶ καθʼ ἑαυτὴν οὖσα μύρον τὸ καλούμενον στακτή. δόκιμος δέ ἐστιν ἡ ἀμιγὴς ἐλαίου καὶ ἐν ἐλαχίστῳ πλείστην δύναμιν κεκτημένη, οὖσαν θερμαντικήν, ἀναλογοῦσαν τῇ σμύρνῃ καὶ τοῖς θερμαίνουσι τῶν μύρων.

61 κιναμώμινον δὲ ἔκ τε ἐλαίου βαλανίνου καὶ στυμμάτων ξυλοβαλσάμου, καλάμου, σχοίνου, ἡδυσμάτων δὲ κιναμώμου, [*](6 SIM. Pl. XIII 4. 5. 8; Gal. XIX 70.) [*](6 EXC. Aet. I s. v. ἔλαιον Μενδήσιον (═ Nic. M. XVI 26); Paul. Aeg. VII 18 (f. 291) Zach. m. m. VI 10 (123).) [*](12 SIM. Theophr. de od. 29. 14; Pl. XIII 17 cf. XII 68; Ath. XV 688c. 689bsq.) [*](12 EXC. Orib. XII s. v. (στακτὴ — μύρων); Orib. t. V 78 D. s. v. σμύρνα στακτή; Aet. I s. v.; Zach. m. m. VI 10 (123).) [*](19 SIM. Pl. XIII 15 (e S. N.).) [*](1 συνσήπει F: συσσήπει Zach. l. s.: σὺν σηπταῖς reliqui 2 ὀπισθοτονικοὺς καὶ σπωμένους DlZach. l. s. 6 mg. add. περὶ μενδησίου Di: nov. cap. (ξε΄) inc. Dl τε H: τοῦ reliqui, cf. D. I 61 7 μετὰ τὸν om. Q (spatio relicto) 9 γὰρ] δὲ Da φυνεψημένα libri: συνεψηγμένα Ald. cf. Paul. Aeg. l. s. 10 καὶ — ἐπιτεταμένην om. HDiDa) [*](12 num. cap. ξ QDi: ξ𝔮 Dl τῆς om. Di μυρίνης Orib. (corr. O2) 13 ἀποτεθλιμμένου QDiDa: ἀποτεθλιμμένης Orib.AetZach. 14 δὲ Orib.: τε libri πολ. οὗσα καὶ καθʼ ἑαυτὴν μύρον καλούμενον Aet. καὶ (alt.) om. Orib.: seclusi (dittogr.) οὗσα καθʼ αὑτὴν Orib. αὑτὴν H 15 οὗσαν Di τὸ καλοὑμενον om. Orib. ἡ] ὁ F 16 ἐλαί libri: ἐλαίου Aet.Orib. V 78 Zach.: correxi πλείστην—μύρων om. Da οὗσα θερμαντική, ἀναλογοῦσα H οὗσαν om. Orib.Aet.) [*](19 num. cap. ξα QDi: ξζ΄ Dl κιναμώμινον F: κινναμώμινον reliqui τε libri: τοῦ Spr. 20 καλάμου om. H δὲ] τε H: om. Da)

56
βαλσάμου καρποῦ, σμύρνης τετραπλασίονος παράὰ τὸ κινάμωμον σκευάζεται· μείγνυται δὲ καὶ μέλι εἰς τὴν φύρασιν. δόκιμον δέ ἐστι τὸ μὴ δριμύ, μαλακὸν δὲ τῇ ὀσμῇ καὶ παρεμφαῖνον σμύρνης, παχύ τε καὶ εὐῶδες ἄγαν, τῇ γεύσει πικρόν. τὸ γὰρ τοιοῦτον οὐκ ἐκ ῥητίνης ἀλλʼ ἐκ σμύρνης ἔχει τὸ πάχος· ἡ γὰρ ῥητίνη οὐ προσδίδωσι πικρίαν οὐδὲ εὐωδίαν.

δύναμιν δὲ ἔχει σφόδρα δριμεῖαν καὶ θερμαντικὴν καὶ 2 πικράν. ἀναστομοῖ γοῦν θερμαῖνον καὶ διαφορεῖ καὶ διαχεῖ καὶ ἐπισπᾶται ὑγρὰ καὶ πνεύματα· ἔστι δὲ καρηβαρικόν. ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς τὰ περὶ μήτραν σὺν ἐλαίῳ διπλασίονι καὶ κηρῷ καὶ μυελῷ. οὕτως γὰρ ἀποβάλλει τὸ πολὺ τῆς δριμύτητος καὶ γίνεται μαλακτικόν· ἄλλως γὰρ συγκαίει καὶ σκληρύνει βιαιότατα πάντων τῶν παχέων μύρων. ποιεῖ καὶ τρὸς σύριγγας καὶ σῆ πας ἐναργῶς καὶ πρὸς ὑδροκήλας καὶ ἄνθρακας καὶ γαγγραίνας σὺν καρδαμώμῳ, πρός τε ῥίγη τὰ περιοδικὰ καὶ πρὸς τρόμους καὶ τοὺς ὑπὸ τῶν ἰοβόλων θηρίων δακνομένους ἐν συγχρίσματι, ἐπίθεμά τε σκορπιοπλήκτοις καὶ φαλαγγιοδήκτοις σὺν ὀλύνθοις λείοις.