Fabulae Aesopeae
Babrius
Babrius. Babrii Fabulae Aesopeae. Crusius, Otto, editor. Leipzig: Teubner, 1897.
Θέρους ἐν ὥρᾳ _ U+02D8 μύρμηξ περιπατῶν
Οὕτως οἱ περὶ τὰς εὐθηνίας τοῦ μέλλοντος μὴ προνοούμενοι παρὰ τὰς τῶν καιρῶν μεταβολὰς τὰ μέγιστα δυστυχοῦσι.
Λέων εἰς ἔπαυλιν γεωργοῦ εἰσῆλθεν·
Οὕτως οἱ τοὺς ἰσχυροτέρους διερεθίζοντες εἰκότως τὰς ἐξ αὐτῶν πλημμελείας ὑπομένουσιν.
[*](17, 4 ταλάνιζεν ὡς Nevel., melius |4 sqq. liberius Nevel. 9 ἐκλυθείσης Pr, κλυσθείσης Au Nevel. || 12 ὅτε ἐμόχθουν καὶ με (ἐμὲ) ὠνείδιζες Au (Pr) || 13 ὠνείδισας, νῦν οὐ τροφῆς ἂν ἐπεδέου?)[*](18 (Gb 240) Au 142 Pr 139: sim. F 93. Nev. 224 Cor. 220 || 1 Εἰσῆλθεν εἰς ἔπαυλιν ἀγροίκου λέων Gb || 3 πρῶτον μὲν οὖν ? || 5 βόας AuPr || 10 συνέκλεισας Nev., συγκλεῖσαι ἐβούλου sim. ceteri || Epim. τὰς ἑαυτῶν Au, corr. e Pr)Λέων καὶ ἄρκτος βρῶμά τι εὑρόντες ἐν ἕλει περὶ τούτου ἐμάχοντο. δεινῶς οὖν ὑπʼ ἀλλήλων κατακοπέντες ἐσκοτίσθησαν ἐκ τῆς πολλῆς μάχης καὶ ἔκειντο ἡμιθανεῖς. ἀλώπηξ δὲ περιιοῦσα καὶ θεασαμένη πεπτωκότας,
Ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι πολλοὶ κοπιῶντες καὶ μοχθοῦντες ἑτέροις κέρδος προσκτῶνται.
Λέων λαγωῷ περιτυχὼν κοιμωμένῳ
Οὕτως πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων διʼ ἐλπίδα μείζονα τὰ ἐν ταῖς χερσὶν ἐλάχιστα κέρδη ἀθετοῦντες εὑρίσκονται καὶ τούτων ὑστερούμενοι.
Ὄνῳ τις ἐπιθεὶς αἶγα καὶ πρόβατον καὶ δέλφακα
Ὅτι καὶ τῶν ἀνθρώπων οὐ μεμπτέοι εἰσὶν ὅσοι τὰς μελλούσας προορώμενοι συμφορὰς ἀποκλαίονται.
[*](7 παρεχ. — ἀφέξ. AuPr, sim. Nev., τοῦ δεσπότου λαμβάνοντος ἀνθέξεται F || Epim. οὐ om. F, suppl. ex AuPr)Ne inter incertas quidem iambicarum paraphrases recepi plerasque Gitlbaueri fa bulas, quas paucis infra indicavi:
= B 88 F 120 Μόσχος πρὸς τὴν ἔλαφον κτλ. Babrii nostri 156.
= B 99 C 258 Ὄνος δορὰν λέοντος ἐπενδυθείς κτλ. Babrii 139, tabularum ceratarum testimonio confirmata.
= B 1ΟΟ Ὁ λαγωὸς τῇ ἀλώπεκι κτλ. Babrii 157.
= B 103 F 151 Ὄνος τὸν ἵππον ἐμακάριζε κτλ. Babrii 160.
= B 107 F 139 Ὄνος πλατείας ὁδοῦ ἐκτραπείς κτλ. Babrii 162.
= B 130 F 321 Ῥόδῳ παραφυὲν ἀμάρανθον κτλ. Babrii 178.
G 223 = F 2 Au 4 Ἀηδὼν ἐπί τινος δρυὸς ὑψηλῆς καθημένη κτλ. Barii 204.
= F 6 Ac 7 Au 17 Ἀλώπηξ ὑπό τινος παγίδος τὴν οὐρὰν ἀποκοπεῖσα κτλ., ex Aesopeis vetustissimois, cf. Timocr. fr. 3 PL. III p. 539 B.
Gb. 225 = FA 9 Au 20 Ἀλώπηξ καὶ κροκόδειλος περὶ εὐγενείας ἤριζον κτλ.
= F 14 Nevel. Cor. 152 Au 7 Αἴλουρος ἀκούσας
= F 18 Nevel. Cor. 157 Au 41 Ἀλώπηξ εἰσελθοῦσα εἰς ἀγέλην προβάτων --- ἐρωτηθεῖσα ὑπὸ κυνός κτλ.
= 33 Ac 22 Au 42 Γεωργός τις μέλλων καταλύειν τὸν βίον --- τοὺς --- παῖδας --- προσκαλεσάμενος κτλ.
= F 37 C 167 Βάτραχοι λυπούμενοι περὶ τῆς ἑαυτῶν ἀναρχίας κτλ. Babrii nostri 174.
= F 60) C 26 Au 66 Δύο νεανίσκοι μαγείρῳ παρεκάθηντο κτλ.
= A 78 F 65 Ἔλαφος διωκομένη ὑπὸ κυνηγῶν κτλ. Babrii nostri inc. 219 (choliambus integer servatus).
= F 68 C 8 Au 81 Ἔν τινι ταμείῳ μέλιτος ἐκχυθέντος μυῖαι προσπτᾶσαι κατήσθιον κτλ.