Dialexeis

Maximus of Tyre

Maximus of Tyre. Maximi Tyrii philosophumena. Hobein, Hermann, editor. Leipzig: Teubner, 1910.

οὗτος ἐπαναστάντων αὐτῷ φθόνῳ καὶ ἀπεχθείᾳ καὶ τῇ πρὸς τὰ καλὰ ὀργῇ ἐκ μὲν τοῦ θεάτρου Ἀριστοφάνους, ἐκ δὲ τῶν σοφιστῶν Ἀνύτου, ἐκ δὲ τῶν συκοφαντῶν Μελήτου, ἐκ δὲ τῶν ῥητόρων Λύκωνος, καὶ τοῦ μὲν κωμῳδοῦντος, τοῦ δὲ γραφομένου, τοῦ δὲ εἰσάγοντος, τοῦ δὲ λέγοντος, τῶν δὲ δικαζόντων, ἐχαλέπαινεν πρῶτα μὲν τῷ Ἀριστοφάνει, καὶ καταστὰς ἐν Ἀθηναίοις ἀντεκωμῴδει τὸν ἄνδρα ἐν Διονυσίοις, ἔτι μεθυόντων [*](2 πένης vi. or. 1. 9c; 18. 6g; 39. 5i cf. Dio Chrys. 54. 2 | δεινὸς sq. vi or. 8. 1a ἀνδρὶ sq. || 4 οἷος sq. cf. Xenoph. mem. l 1. 11 || 6 φαυλοτάτους cf. Xenoph. apol. 17 || 7 Ἀπόλλωνα vi. supra p. 30. 15 || 9 Ἀριστοφάνους nil fuit Aristophani cum ceteris tribus ut docet p. 31 18 sq. cf. Plat. apol. 23e Diog. Laert lI 39 Themist. 23. 285c; 34. 68 sed vi. or. 12. 8a; 36. 5h cf. Aelian. v. hist. II 13 || 10 σοφιστῶν cf. Diog. Laert lI 38 aliter Plat. apol. 23e | συκοφαντῶν Maximum „soli variandae orationi in- tentum“ finxisse sibi vidit C. F. Hermann (de Socratis accusato- ribus ind. schol. Gott. 1854. 13); debuit enim Maximus dicere ὑπὲρ τῶν ποιητῶν cf. Plat. apol. 23e || 13 ἐχαλέπαινεν sq. vi. or. 18. 6g; or. 39. 5i etiam supra p. 32. 6 cf. Aelian. v. hist. lI 13 Epict. diss. IV 11. 20 Plut. educ lib. 14 (10 d) περὶ ἀσκήσεως (mus. Rhen. 27. 528).) [*](1 γέρων τὴν ἡλικίαν (propter vers. 5) del. Markl. de duplici Maximi editione ut solet cogtans || 4 νηφάλαιος (man. recent. in νηφάλοιος mutatum) R νηφάλιος cett. (δ∠) | εἰκῇ] εἰπεῖν MN || 7 οὕτως R! (pr. man corr.) n || 11 Λύκωνος 〈ἐκ δὲ τῶν Ἑλλή- νων, Ἀθηναίων·〉 καὶ Markl. (prob. Combes) lacunam asteriscis indic. Duebn. || 13 〈ἰδιω〉τῶν τῶν δικαζόντων Schenkl || 15 ἐπὶ μεθυόντων Reiske (Duebn.))

34
δικαστῶν· ἔπειτα εἰς τὸ δικαστήριον παρελθὼν ἀντερρητόρευεν τοῖς λέγουσι καὶ λόγους διεξῄει μακρούς, ἀπολογίαν εὖ μάλα εἰς ἐπαγωγὴν δικαστῶν συγκειμένην, ἐξευμενιζόμενος μὲν τὸ δικαστήριον τοῖς προοιμίοις, πείθων δὲ τοῖς διηγήμασιν, ἀποδεικνὺς δὲ τεκμηρίοις καὶ πίστεσιν καὶ εἰκάσμασιν, ἀναβιβαζόμενος δὲ καὶ μάρτυρας τῶν πλουσίων τινὰς καὶ ἀξιόχρεων ἐν Ἀθηναίοις δικασταῖς, κἂν τοῖς ἐπιλόγοις ἱκετεύων καὶ ἀντιβολῶν καὶ δεόμενος | καί που καὶ δάκρυα ἐν καιρῷ ἀφιείς,

[*](29 b)

καὶ μετὰ τοῦτο τελευτῶν τὴν Ξανθίππην ἀναβιβασάμενος

κωκύουσαν, καὶ τὰ παιδία κλαυμυριζόμενα, διὰ τούτων ἁπάντων μετεχειρίσατο τοὺς δικαστάς, καὶ ἀπεψηφίσαντο αὐτοῦ, καὶ ᾤκτειραν, καὶ ἀφῆκαν;

Καλοῦ τοῦ νικηφόρου· ἦ που εἰς Λύκειον ὤσατο ἂν ἐκεῖθεν, καὶ εἰς Ἀκαδημίαν αὖθις, καὶ τὰς ἄλλας διατριβὰς φαιδρός, ὥσπερ οἱ ἐκ χειμερίου θαλάττης σεσωσμένοι.

Καὶ πῶς ἂν ἠνέσχετο φιλοσοφία σπάνιον τὸ πρὸς ἑαυτὴν τοῦτον τὸν ἄνδρα; οὐ μᾶλλον ἢ παιδοτρίβης [*](Ed. Duebn. p. 33)ἐκ σταδίου ἀγωνιστὴν μύρῳ κεχρισμένον, || ἀνιδρωτὶ καὶ ἀκονιτὶ στεφανωθέντα, ἄπληκτον, καὶ ἄτρωτον, [*](c)καὶ μηδὲν ἴχνος ἀρετῆς ἔχοντα.