Περὶ ὀρθογραφίας

Aelius Herodianus

Aelius Herodianus, Περὶ ὀρθογραφίας, Grammatici Graeci 3.2, Lentz, Teubner, 1868

Τὰ εἰϲ θοϲ οὐ θέλει τῇ ει διφθόγγῳ παραλήγεϲθαι οἷον ἔριθοϲ, λέκιθοϲ, Λάπιθοϲ, Προβάλινθοϲ, πίθοϲ.

Τὰ εἰϲ δὲ ὀξύτονα κτητικὰ διὰ τοῦ ι γράφεται οἷον Ὁμηρικόϲ, δουλικόϲ, βαϲιλικόϲ, δεϲποτικόϲ πλὴν τοῦ βοεικόϲ, Δαρεικόϲ, Δεκελεικόϲ, Κεραμεικόϲ. τὸ δὲ ὑεικὸν δέρμα παρὰ Ἀξιονίκῳ ἡμάρτηται. οὐδέποτε γὰρ λέξιϲ ϲημαίνουϲα μέροϲ ϲώματοϲ ἔχει εἰϲ κον κτητικόν, ἀλλὰ διὰ καθαροῦ τοῦ ον· οὐ γὰρ λέγομεν χοιρικὸν κέραϲ, ἀλλὰ χοίρειον οὐδὲ ἀνθρωπικὸϲ πούϲ, ἀλλ’ ἀνθρώπειοϲ. οὕτωϲ οὖν οὐ δεῖ λέγειν ὑεικόν, ἀλλὰ ὕειον δέρμα.

Τὰ εἰϲ ικοϲ εἴτε κύρια εἴτε προϲηγορικά, μὴ κτητικῆϲ ἐννοίαϲ ἐχόμενα, διὰ τοῦ ι γράφεται· καὶ ι μακρῷ μὲν παραλήγεται ταῦτα. Εὔνικοϲ, [*](l. 3 περὶ ποϲ. 288, 29. Theogn. 58, 16, Arc. 41. 24 cf. E. M. 40, 18 τὰ ἀπὸ ἀπτώτων διὰ τοῦ ιοϲ γινόμενα ὀνόματα ὑπὲρ δύο ϲυλλαβὰϲ διὰ τοῦ ι γράφεται, ἀρκῶ ἄρκιοϲ, αἰτῶ αἴτιοϲ, An. Ox. II 320. 30, ubi adduntur ἁρμόζω ἁρμόδιοϲ, πλήϲϲω πλάγιτοϲ. l. 6 Theogn 58, 22, Arc. 41, 28. l. 8 περὶ ποϲ. 293, 17 Arc. 42, 1, Choer. Orth. 168, 22; 174, 32, E.M.195, 53 et 146, 33. l.14 περὶ ποϲ. 293, 20: de Ἄμφιοϲ Choer. Orth. 168 et in E.M. 92, 49. l. 16 περὶ ποϲ. 293, 26, E. M4. 144, 20, Choer. Οrth. 172, 1 276, 18. l. 18 Theogn. 54, 5.) [*](l. 21 Choer. 248, 25: 237, 15; 248, 29 229, 22, ubi de κακῖθοϲ (hoc accentu, quum primo loco κάκιθοϲ scriptum sit) agitur, quod vocabulum omisi, quia peversapronunciatione ex κοκηθόϲ ap. Arc. 49, 25 ortum videtur. Theogn. 58 30. l 22 pro Προβάλιθοϲ scripsi Προβάλινθοϲ. l. 23 Theogn. 59, 7, περὶ ποϲ. 286, 25, Choer. Orth.186, 17, 183, 15 et 31 186, 4: 193, 13; 196, 6: 233, 17 Arc. 52, 1 seqq. ὑεικόϲ recepi ex Choer. 270, 15 coll. E. M. 775, 30. l. 30 Theogn. 59, 30, Arc. 51, 23, Choer. Οrth. 187, 25: 201 , 17, 228, 21.)

445
Κάϊκοϲ, Γρήνικοϲ, Φιλόνικοϲ, Ἑλλάνικοϲ, Ἀριϲτόνικοϲ, Γαμικόϲ, Παλικόϲ. ϲυνεϲταλμένῳ τῷ ι παραλήγεται, ἀνθέρικοϲ, Κύζικοϲ, Ὤρικοϲ, Ἀϲφόδικοϲ, Ορικοϲ, Ϲίνδικοϲ, Νήρικοϲ, Θορικόϲ.

Τὰ εἰϲ ικοϲ ϲύνθετα ὀνόματα παρὰ τὴν νίκην γινόμενα διὰ τοῦ ι γράφεται οἷον Καλλίνικοϲ, Ἐπίνικοϲ, Ϲτρατόνικοϲ. τὸ φιλόνικοϲ ἐπὶ τοῦ τὴν νίκην φιλοῦντοϲ. τὸ δὲ φιλόνεικοϲ διὰ τῆϲ ει διφθόγγου γραφόμενον παρὰ τὸ νεῖκοϲ ἐγένετο. καὶ τὸ προύνεικοϲ δὲ διὰ διφθόγγου γράφεται· ϲημαίνει δὲ τοὺϲ ὑβριϲτὰϲ καὶ τοὺϲ ἄνδραϲ ἱϲταμένουϲ ἐν ταῖϲ ἀγοραῖϲ καὶ φέρονταϲ τὰ ὤνια καὶ λαμβάνονταϲ ὑπὲρ τούτων μιϲθόν. εἴτε δὲ τοὺϲ ὑβριϲτὰϲ ϲημαίνει εἴτε τοὺϲ ἄλλουϲ, διὰ τῆϲ ει διφθόγγου γράφεται. καὶ ἐπὶ μὲν τῶν ὑβριϲτῶν, ἐπειδὴ παρὰ τὴν πρό πρόθεϲιν καὶ τὸ νεῖκοϲ γέγονε πρόνεικοϲ, τὸ δὲ νεῖκοϲ διὰ τῆϲ ει διφθόγγου γράφεται· εἰ δὲ τοὺϲ ἄλλουϲ ϲημαίνει, ἐπειδὴ παρὰ τὴν πρό πρόθεϲιν καὶ τὸ ἐνείκω Βοιωτιακὸν γέγονε προένεικοϲ καὶ κατὰ κρᾶϲιν τοῦ ο καὶ ε εἰϲ τὴν ου δίφθογγον προὔνεικοϲ ὥϲπερ τὸ ἐμόν τοὐμόν.

Οὐδεὶϲ μὴν Μακεδόνων τὴν ει δίφθογγον ἔχει ἐν παρατελεύτῳ, ·διὸ Ξανθίαϲ ὁ μὴν διὰ τοῦ ι.

Πάντα τὰ εἰϲ ϲxοϲ κύρια ἢ ὑποκοριϲτικὰ διὰ τοῦ ι γράφεται, κορακίϲκοϲ, ϲτυλίϲκοϲ, παιδαρίϲκοϲ, χιτωνίϲκοϲ. οὐδέποτε γὰρ τὰ ϲκ ἐν ϲυλλήψει ἔχοντα ἔχει τὴν ει δίφθογγον προηγουμένην κτλ. cf. supra p. 430, 6.

Πάντα τὰ εἰϲ ιλοϲ ἔχοντα πρὸ τέλουϲ τὸν τόνον διὰ τοῦ ι γράφεται, εἰ μὴ ἀπὸ ϲυναιρέϲεωϲ εἴη, ἶλοϲ, πῖλοϲ, ϲπῖλοϲ, τῖλοϲ, κτίλοϲ, φίλοϲ. ϲεϲημείωται τὸ χεῖλοϲ· χέλλοϲ γὰρ λέγουϲιν οἱ Αἰολεῖϲ ὥϲπερ κείρω κέπρω καὶ τὸ Nεῖλοϲ· Nῆλοϲ γὰρ κατὰ διάλεκτον.

Πάντα τὰ εἰϲ ιλοϲ διϲύλλαβα ὀξύτονα διὰ τοῦ ι γράφεται οἷον χιλόϲ ἡ τροφή, ψιλόϲ. ϲεϲημείωται τὸ δειλόϲ παρὰ τὸ δέοϲ τὸ ϲημαῖνον τὸν φόβον.

Πάντα τὰ εἰϲ ιλοϲ λήγοντα ὑπὲρ δύο ϲυλλαβὰϲ πρὸ τέλουϲἔχοντα [*](l. 4 περὶ ποϲ. 290, 30, Choer. Orth. 271, 12; προύνεικοϲ addidi ex Choer. Orth. 251, 5, pro cuius verbis ἐνεῖ καὶ Βοιωτιακῶϲ recepi ex E. Mi. s. v. ἐνείκω Βοιωτιακὸν cf. Lob. Phem. p 59, Aglaoph. 1325. Memorabilis est locus ex Cyrilli lexico ap Cram. An. Par. IV 189, 9: προύνεικοι. λέγονται οἱ μιϲθοῦ τά ὤνια κομίζοντεϲ ἐκ τῆϲ ἀγορᾶϲ. δῆλον δέ ἐϲτιν ν, εἴτε κατὰ τὸν Ἀλεξίονοϲ λόγον εἴτε κατὰ τὸν Δημητρίου διὰ ει διφθόγγου γραφή ἐϲτι, παρὰ γὰρ τὸ ἐνέγκαι, οὕτω καὶ Φιλόξενοϲ. προύνεικοϲ: καὶ οἱ μὲν ἀπὸ τῶν νεικῶν ἐϲχημάτιϲαν · ἐπὶ γὰρ ἀπαιδεύτων κεῖϲθαί φαϲι τὴν φωνήν. Ἀλεξίων μέντοι παρὰ τὸ ἐνοητέϲ (scr. ἐνείκω Βοιωτιακόν)· κυρίωϲ γὰρ λέγεϲθαι προυνείκουϲ τοὺϲ μιϲθοῦ τὰ ἐξ ἀγορᾶϲ ὤνια κομίζονταϲ παῖδαϲ· Δημήτριοϲ δέ φηϲιν τοὺϲ διδόνταϲ τὰ ὤνια πρὶν λαβεῖν τιμὴν. cf. Schmidt. ad Hesych. s. v. προυικόϲ. l. 16 Choer. 242, 32.) [*](l. 22 περὶ ποϲ. 291, 3 pro ἔπιλοϲ scripsi πῖλοϲ, cf. Choer. 263, 10, τῖλοϲ addidi ex Mon. 14, 14, l. 23 χεῖλοϲ explevi ex Choer. 278, 10, l. 24 Nεῖλοϲ ex. Mon. 14, 10. Ἶλοϲ accessit ex Choer. 220, 34, de πῖλοϲ cf. eundem 249, 25 de κτίλοϲ 233, 27. l. 26 περὶ ποϲ. 291, ΄7; diphthongum in δειλόϲ Choer. 193 24 ex verbo δείδω repetit: ὥϲπερ παρᾶ τὸν βήϲω μέλλοντα βηλόϲ, οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ δείδω δείϲω δειλόϲ, utraque originario coniungitur in Ep. Cr. I 115, 3 δειλόϲ παρὰ τὸ δέω τὸ φοβοῦμαι πλεοναϲμῷ τοῦ ι, ὁ μέλλων δείϲω δειλόϲ ἢ παρᾶ τὸ δέοϲ δεελόϲ καὶ δειλόϲ. l. 29 περὶ ποϲ. 291, 10 cf. Lob. Proll. 115 cum)

446
τὸν τόνον διὰ τοῦ ι γράφεται, Ζωΐλοϲ, Μυρϲίλοϲ, Ὀργίλοϲ, Πενθλοϲ, ναυτίλοϲ, Πορϲίλοϲ, Καδμῖλοϲ.

Τὰ διὰ τοῦ ιλοϲ βαρύτονα ἀρϲενικά, μὴ ὄντα ϲύνθετα ἀπὸ ὀνόματοϲ ἔχοντα τὴν ει δίφθογγον, διὰ τοῦ ι γράφεται χωρὶϲ τοῦ Νεῖλοϲ οἷον Πάμμιλοϲ, Διόμιλοϲ, ὅμιλοϲ τὸ πλῆθοϲ, Τρωΐλοϲ, Ζωΐλοϲ. πρόϲκειται «βαρύτονα» διὰ τὸ δειλόϲ ὀξυνόμενον. πρόϲκειται «ἀρϲενικὰ» διὰ τὸ χεῖλοϲ οὐδέτερον. πρόϲκειται «μὴ ὄντα ϲύνθετα ἀπὸ ὀνόματοϲ ἔχοντα τὴν ε δίφθογγον », ἐπεὶ ἀπὸ τοῦ χεῖλοϲ καὶ τοῦ δειλόϲ γίνεται τρίχειλοϲ, ἀγκυλόχειλοϲ, κροκόδειλοϲ· παρὰ γὰρ τὸ δειλόϲ διὰ τῆϲ ει διφθόγγου. καὶ πάλιν ἀπὸ τοῦ εἴλη τοῦ ϲημαίνοντοϲ τὴν θερμαϲίαν γίνεται εὔειλοϲ διὰ τῆϲ ει διφθόγγου. ϲημαίνει δὲ τὸν τόπον ἔχοντα τὴν θερμαϲίαν.

Τὰ ἔχοντα δύο λλ εἰϲ οϲ κύρια διὰ τοῦ ι γράφεται καὶ προποροξύνεται, ύριλλοϲ, Μέγιλλοϲ, Τήριλλοϲ, Πϲριλλοϲ, Ἄϊλλοϲ, ἔπιλλοϲ, ἀνάϲιλλοϲ, Ϲόφιλοϲ, δόριλλοϲ, Πράϲτιλλοϲ.

Τὰ διὰ τοῦ ιγμοϲ διὰ τοῦ γράφεται οἷον φοινιγμόϲ, ϲυριγμόϲ.

Τὰ εἰϲ μοϲ καθαρὸν οὐ παραλήγει τῇ διφθόγγῳ, χωρὶϲ εἰ μὴ ἀπὸ ϲυναιρέϲεωϲ ἔχει τὴν ει δίφθογγον οἷον φιμόϲ, κημόϲ, λιμόϲ, ϲιμόϲ, μῖμοϲ, τῖμοϲ, ἀγώγιμοϲ, ὄψιμοϲ, ὠφέλιμοϲ, θανάϲιμοϲ, γνώριμοϲ, ἄλκιμοϲ, γόνιμοϲ, ἀοίδιμοϲ ὁ περιβόητοϲ, ὄβριμοϲ ὁ ἰϲχυρόϲ, εὐδόκιμοϲ. πρόϲκειται «κεἰϲ μϲ καθαρὸν» διὰ τὸ εἶρμόϲ καὶ ϲειϲμόϲ. ταῦτα γὰρ ϲύμφωνον ἔχει πρὸ τοῦ μ. πρόϲκειται «χωρὶϲ εἰ μὴ ἀπὸ ϲυναιρέϲεωϲ ἔχει τὴν ει δίφθογγον» διὰ τὸ Δεῖοϲ τὸ ϲημαῖνον τὸν φόβον· δέϊμοϲ γὰρ διὰ τοῦ ι καὶ κατὰ ϲυναίρεϲιν τοῦ ε καὶ ι εἰϲ τὴν εἰ δίφθογγον γίνεται δεῖμοϲ.

Τὰ εἰϲ οϲ διϲύλλαβα ἔχοντα τὴν πρώτην καὶ τὴν δευτέραν ϲυλλαβὴν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ ϲυμφώνου ἀρχομένην ἑνὶ φωνήεντι θέλει παραλήγεϲθαι οἷον Nίνοϲ, μῖμοϲ, βίβλοϲ.

Τὰ εἰϲ οϲ ὑπὲρ δύο ϲυλλαβὰϲ ἔχοντα ἐν τῇ ἀρχούϲῃ καὶ ἐν τῇ μετὰ ταύτην τὸ αὐτὸ ϲύμφωνον διὰ τοῦ ι γράφεται οἷον τίτανοϲ, διδάϲκαλοϲ, δίδυμοϲ, Ϲιϲίννηϲ.

Τὰ διὰ τοῦ ινοϲ βαρύτονα διὰ τοῦ ι γράφεται, οἷον ξύλινοϲ, δερμάτινοϲ, Κρατῖνοϲ, Ἀκραγαντῖνοϲ, Κωνϲταντῖνοϲ.

Τὰ εἰϲ νοϲ ὀξύτονα παρώνυμα διὰ τῆϲ ει διφθόγγου γράφετι, εἰ μὴ καιρὸν ϲημαίνει, οἷον δεινόϲ παρὰ τὸ δέοϲ δεινόϲ καὶ δεινόϲ, [*](not. 7, l. 2 Καδμλοϲ addi ex Choer. 229, 13 coll. Arc. 56, 2. l. 3 περὶ ποϲ. 291, 13 Διόμιλοϲ cum Lob. Proll. 117 not. 10 ser. Ἀνθόμιλοϲ. Eundem causam plenius profert Choer. 276, 23, minus accurate 220, 34, 229, 13, εὔειλοϲ cf. eundem 210, 6. Ep. Cr. 1 303, 7, An. Ox. 1I 326, 10 et 473, 13, ubi adduntur Καδμῖλοϲ, ναυτίλοϲ, προπῖλοϲ (scr. Πορϲίλοϲ), κτίλοϲ. l. 13 Choer. 227 16, Theogn. 62, 10, Arc. 54, 12. l. 16 περὶ ποϲ. 290, 28. l. 17 περὶ ποϲ. 291, 27 cf. Theogn. 63, 8, Lob. Rhem. 282, de δεῖμοϲ Choer. 195, 4, E. M. 261 14, de λιμόϲ Choer. 235, 12, de μῖμοϲ 240, 11, ϲιμόϲ 259, 1, φιμόϲ 272, 8. l. 26 Choer. 240, 11, περὶ ποϲ. 293, 26, Theogn. 65, 6. 1. 29 Theogn. 65 9 cf. Lob. Proll. 156 cum not. 2. l. 32 περὶ ποϲ. 297, 26. l. 34 περὶ ποϲ.)

447
κλεινόϲ, ἐλεεινόϲ καὶ ἐλεινόϲ, ὀρεινόϲ, βορεινόϲ, ἐρατεινόϲ, ποθεινόϲ, κελαδεινόϲ, ϲκοτεινόϲ, αἰπεινόϲ, εὐδεινόϲ, ψυχεινόϲ, ταπεινόϲ, φαεινόϲ, φωτεινόϲ καὶ τὸ κύριον ὄνομά ὁμοίωϲ Φωτεινόϲ διὰ διφθόγγου τὸ δὲ χειμερινόϲ, θερινόϲ, αὐρινόϲ, ὀπωρινόϲ ἐπὶ καιροῦ διὰ τοῦ ι· τὸ ταχινόϲ καὶ ἀληθινόϲ, ἁδινόϲ, πυκινόϲ οὐκ εἰϲὶ παρώνυμα, ἀλλ’ ἐξ ἐπιρρήματοϲ τοῦ τάχα καὶ ἄληθεϲ καὶ ἄδην καὶ πύκα. τὸ φυζακινόϲ λεπτακινόϲ διὰ τοῦ ι γραφόμενα οὐκ ἀντίκειται ἡμῖν. ἀπὸ οὖν τοῦ φύζα τοῦ ϲημαίνοντοϲ τὴν φυγὴν γέγονε φυζεινόϲ διὰ τῆϲ ει διφθόγγου καὶ κατὰ πλεοναϲμὸν τοῦ ακ γέγονε φυζακινόϲ διὰ τοῦ ι τὸ λεπτακινόϲ καὶ αὐτὸ γέγονεν ἀπὸ τοῦ λεπτόϲ, λεπτεινόϲ διὰ διφθόγγου καὶ κατὰ πλεοναϲμὸν τοῦ ακ λεπτακινόϲ διὰ τοῦ ι.

Τὰ διὰ τοῦ ινοϲ διϲύλλαβα προϲηγορικὰ διὰ τοῦ ι γράφεται, λίνοϲ, ϲχῖνοϲ, πρῖνοϲ, ϲπίνοϲ εἶδοϲ ὀρνέου, πίνοϲ ὁ ῥύποϲ, δῖνοϲ ἡ ϲυϲτροφή, γρῖνοϲ.

Τὰ διὰ τοῦ ινοϲ ὀνόματα διϲύλλαβα πρὸ μιᾶϲ τὸν τόνον ἔχοντα μὴ ἔχοντα ἀπὸ πλεοναϲμοῦ τὸ διὰ τοῦ ι γράφεται οἷον ϲχῖνοϲ, πρῖνοϲ, δῖνοϲ· τὸ δὲ ξεῖνοϲ διὰ διφθόγγου γράφεται· ὥϲπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ κενόϲ γίνεται κεινόϲ κατὰ πλεοναϲμὸν τοῦ ι οἶον «κεινὴ δὲ τρυφάλεια ἅμ’ ἕϲπετο χειρὶ παχείῃ» (Γ 376), τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ξένοϲ γέγονε ξεῖνοϲ. καὶ πάλιν οἱ Αἰολεῖϲ ξέννοϲ λέγουϲιν· μηδεὶϲ δὲ οἰέϲθω ὅτι τὸ ξέννοϲ ἀπὸ τοῦ ξεῖνοϲ γέγονεν· οὐδέποτε γὰρ οἱ Αίολεῖϲ τὸ ὸ πὸ πλεοναϲμοῦ ἀποβάλλουϲι καὶ διπλαϲιάζουϲι τὸ ϲύμφωνον οἷον ὁ κενόϲ γίνεται κεινόϲ καὶ οὐ λέγουϲι παρ’ αὐτοῦ κέννοϲ· ἀλλὰ ἀπὸ τοῦ ξένοϲ γέγονε ξέννοϲ· καὶ γὰρ πολλάκιϲ καὶ ἐπὶ βραχείαϲ ϲυλλαβῆϲ ποιοῦνται τοῦ ϲυμφώνου διπλαϲιαϲμὸν οἷον Ἔννη ἔϲτι δὲ ὄνομα πόλεωϲ, θεράπων θεράπων. οὕτω καὶ ξένοϲ ξέννοϲ.

Τὰ διὰ τοῦ ινοϲ ὑπὲρ δύο ϲυλλαβὰϲ πρὸ τέλουϲ τὸν τόνον ἔχοντα μὴ ἔχοντα ἀπὸ πλεοναϲμοῦ τὸ ι ἀποϲτρέφεται τὴν ει δίφθογγον καὶ πάντα ἐκτείνει τὸ ι καὶ προπεριϲπᾶται οἶον Ἀγαθῖνοϲ, Κωνϲταντῖνοϲ, [*](297, 28 et 298, 9 coll. Theogn. 65, 16 et p. 67, Choer. 190, 26, 194, 19, 231, 5 208, 28; 245, 29, 186, 2 210, 19. 179, 22; 207, 33, 279, 23, 268, 26. 273, 30. 179, 32 243, 2. de adiectivis ab adverbiis derivatis cf. praeter Choer. 179, 33 E. 5.17, 33, 58, 50, Ep. Cr. l 315 et 349, 26; 432, 23, ub1 additur ὡϲ δίψα διψηρόϲ πλεοναϲμῷ τοῦ ακ διψακηρόϲ ὅμα τῷ πλεοναϲμῷ ϲυϲταλέντοϲ τοῦ η, E. M. 801, 42. l. 12 Theogn. 65, 33. l. 15 Choer. Orth.190, 28 et 142, 15 geminum de Aeohico displasiasmo adnotamentum ex Herodiano profert E. M. 582, 43, unde post λέγουϲι l. 23 inserui παρ’ αὐτοῦ. l. 27 περὶ ποϲ. 297, 33 Choer. 170, 26, 197, 31 188, 15, 198, 1 et 3; 228, 18; 236, 14 et 19; 247, 9 et 13 260, 1. 264, 6 et 8, 276, 17 cf. Ep. Cr. 1 125, 13 ἐκεῖνοϲ: καθόλου αἰ ὑπὲρ μίαν ϲυλλαβὴν λήγουϲαι μονοπρόϲωποι ἀντωνυμίαι φιλοῦϲι διφθόγγῳ παραλήγεϲθαι οἷον αότόϲ, οὗτοϲ, ὁ δεῖνα· ϲεϲημείωται τὸ ὅδε «ἀλλ’ὅδ ἀνὴρ έθελεια» (Α 287). πρόϲκειτοι ὑπέρ μίαν ϲυλλαβὴν διὰ τὸ μίν καὶ νίν. πρόϲκειται μονοπρόϲωποι, ἐπειδὴ δεύτερον καὶ πρῶτον (pro τρίτον) πρόϲωπον κατὰ ἀκολουθίαν οὐκ ἔχουϲιν. E. M. 793, 45. Verbis canonis μὴ ἔχοντα ἀπὸ πλεοναϲμοῦ τὸ ι sigmificari videtur scriptura Ἀγαθψῖνοϲ, Ἱππαρεῖνοϲ Lobeckio Proll. 191, sed quum haec scripura ipso canone reprobetur, potius ex sequente canone ea verta in hunc rrepsisse suspicor.)

448
Ϲαβῖνοϲ, Ἐχῖνοϲ, Ἀκραγαντῖνοϲ, Πραξῖνοϲ, Ἐρυθῖνοϲ, Καλλῖνοϲ, ατῖνοϲ, Λεοντῖνοϲ, ἶρηξῖνοϲ, παλλακῖνοϲ, Τελεϲῖνοϲ, Ταυρῖνοϲ, Χαρῖνοϲ. τὸ δὲ καρκίνοϲ βραχὺ ἔχει τὸ ι καὶ προπαροξύνεται. πρόϲκειται «  ὀνόματα» διὰ τὴν ἐκεῖνοϲ ἀντωνυμίαν. αὕτη γὰρ διὰ τῆϲ ει διφθόγγου γράφεται καὶ προπεριϲπᾶται.