Περὶ Ὀδυσσειακῆς προσῳδίας

Aelius Herodianus

Aelius Herodianus, Περὶ Ὀδυσσειακῆς προσῳδίας, Grammatici Graeci 3.2, Lentz, Teubner, 1868

320. λοέϲϲαί τε χρῖϲαί τε: ἐν τῇ τ τῆϲ Ὀδυϲϲείαϲ (h. l.) παραλόγωϲ ἐνεκλίναμεν ἐν τῷ « ἠῶθεν δὲ μάλ’ ἦρι λοέϲϲαί τε χρῖϲαί τε », ἵνα μὴ πληθυντικὸν ῥῆμα ὑπολάβωμεν. Π. Pr. Η 199.

[*](27 patet Herodianum reprobasse scripturam καμίνοῖ. 128 cf supra ν 332.)[*](184 pro ἐκεῖϲε scripsi οὐ κεῖϲε et pro εἴϲειμ’ οὐκ εἶϲειμι. 238 pro λελῦντο scripsi λελῦτο ex Π. Pr. Ω 665: λελῦτο προπεριϲπαϲτέον, ἵν’ ᾖ ἐκ τοῦ λελύατο ϲυναλοιφή. 257 in codice sunt. τινὲϲ ἀναϲτρέφουϲι τὴν κατά· τινὲϲ δὲ ντὶ τῆϲ ἀπό λέγοντεϲ οὐκ ἀναϲτρέφουϲι, quae refinxi, ut Herodiani sententia existat. cf. Lehrs qu. ep. 92. 404 cf Π. Pr. Α 576, 6.)[*](Τ 61 ct. Π. Pr. 579. 62 cf supra o 466. 183 nunc hoc loco scribitur ὄνομα κλυτόν.)
163

343. ἐπιήρανα θυμῷ: κρεῖττον οὕτω γράφεϲθαι ἤπερ ἐπίηρ’ ἀνὰ θυμῷ. ἡ γὰρ ἀνὰ πρόθεϲιϲ οὐκ εἴωθεν ἁπλῶϲ ἐπὶ τοιούτων ϲημαινομένων δοτικῇ ϲυντάττεϲθαι. Eustath. ad h. l. 1867, 29.

478. ἡ δ’ ο ὔτ’ ἀθρῆϲαι δύναται: πρόδηλον ἐκ τῆϲ ϲυναλοιφῆϲ, ὅτι ψιλοῦται. Π. Pr. Μ 391.

106. εἵατο ψιλῶϲ, ἵν’ ᾖ ἤϲαν (V ) Ἀρίϲταρχοϲ. ἔχει δὲ ἐπίϲταϲιν, εἰ τοῦ εἰμί τὰ παθητικὰ δύναται ϲυϲτῆναι κατὰ ϲημαινόμενον ἢ χρῆϲιν Ἑλληνικήν. διὸ ἄμεινον δαϲύνειν καὶ ἐκδέχεϲθαι ἐκάθηντο. Π Pr. 0 10.

131. μήτηρ πινυτή: πινυτή τὸ ἐπίθετον ὀξύνεται, μένει δὲ καὶ τὸ κύριον ὁμοτόνωϲ. Π. Pr. 1 150.

166. ξεῖν’ ἄρ τι: δύο μέρη λόγου τὸ ἄρ καὶ τὸ τί. B.

204. ἴδιον ὡϲ ἐνόηϲα: ψιλωτέον τὸ ἴδιον. Β.

227. βουκόλε ἐπεὶ οὔτε κακῷ: ἀναγκαίωϲ ἐκ πλήρουϲ γράφειν τὴν λέξιν βουκόλε δεῖ, ἵνα καὶ ἡ ϲτιγμὴ καὶ ὁ τόνοϲ ἀναλόγωϲ καὶ Ἑλληνικῶϲ ἔχῃ. τὸ δὲ μέτρον οὐκ ἂν δόξαι βλάπτεϲθαι τοῦ ϲτοιχείου προϲτιθέντοϲ, ἐπεί, ὅταν δέῃ ὑγιὲϲ αὐτὸ παριϲτάναι, πάλιν ἀφαιρεθήϲεται. Π. Pr. 441.

311. τέτλαμεν: προπαροξυτόνωϲ εἴτε κίνημά ἐϲτιν ἀπὸ τοῦ τέτλημι εἶτε ἀπὸ τοῦ τετλήκαμεν ϲυγκέκοπται. B.