Scholia in Euripidis Phoenissas (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)

Scholia in Euripidem

Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 3. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

1019.

ἔβας, ἔβας, ὦ πτεροῦσσα
: ἐπορεύθης, ὦ πτερωτὸν γῆς θρέμμα καὶ γέννημα. B.C.

ἔβας ἔβας
: πρὸς οὐδὲν ταῦτα· ἔδει γὰρ τὸν χορὸν οἰκτίσασθαι τὸν θάνατον τοῦ Μενοικέως, ἢ ἀποδέχεσθαι τὴν εὐψυχίαν τοῦ νεανίσκου. ἀλλὰ τὰ περὶ Οἰδίπου καὶ τῆς Σφιγγὸς διηγεῖται τὰ πολλάκις εἰρημένα. A.B.C.M. T.I. λόχευμα δὲ γέννημα.

πτεροῦσσα
:
ἀντὶ τοῦ ὦ πτεροφόρε. ἡ δὲ Σφὶγξ γέγονεν Ἐχίδνης καὶ Τυφῶνος. μιξοπάρθενον δὲ ἐπειδὴ τὰ μὲν παρθένου εἶχε, τὰ δὲ θηρίου. B.

γᾶς λόχευμα
: παρόσον ἐν ὄρεσι διατρίβουσα τὸ πρὶν καὶ μὴ φαινομένη ἐξαίφνης ἐπέστη τοῖς Θηβαίοις, διὰ τοῦτο ἔδοξεν οἷον ἐκ γῆς ἀναδοθῆναι. A. Fl. 33.