Scholia in Euripidis Orestem (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)

Scholia in Euripidem

Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 2. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

544.

ὦ γέρον
: ἐγὼ φοβοῦμαι λέγειν πρὸς σὲ, ὅπου μέλλω σε καὶ τὴν σὴν φρένα καὶ διάνοιαν λυπήσειν. ἐγὼ μὲν φονεύσας τὴν μητέρα ἀνόσιος ὑπάρχω, τιμωρῶν δὲ τῷ πατρὶ ὅσιός εἰμι, καθ’ ἕτερον ὄνομα τοῦ ἀνοσίου (ἐπεὶ ἐναντίον τοῦ ἀνοσίου τὸ ὅσιον). ἀνόσιος μέν εἰμι τὴν μητέρα κτανὼν, τετύχηκα δὲ τοῦ ὁσίου ὀνόματος καθ’ ἕτερον μέρος, τὸν πατέρα ἐκδικήσας. I. Ἄλλως. ἐγὼ μὲν κτανὼν τὴν μητέρα ἀνόσιός εἰμι, τιμωρῶν δὲ τῷ πατρὶ πάλιν ὅσιός εἰμι, ἕτερον ὄνομα τοῦ ἀνοσίου. Gr. I.

δειμαίνω
: δέδοικα λέγειν· ἴσως γάρ σε λυπήσω. M.