Scholia in Euripidis Hippolytum

Scholia in Euripidem

Scholia in Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis tragoedias, Volume 1. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

1179. μυρία δʼ ὀπισθόπους: ἀντὶ τοῦ πολλὴ προπομπὴ, πολλὴ ἄθροισις, ὄπισθεν ἀκολουθοῦσα τοῦ Ἱππολύτου.

1180. ἅμ᾿: αὐτῷ. B.

1181. ἀπαλλαχθείς: ἀπαλλαγείς. B.

1182. τί ταῦτʼ ἀλύω: λείπει ἡ διά, διὰ τί δυσφορῶ, διὰ τί ἀδημονῶ καὶ θρηνῶ; οὐκ ἐγχωρεῖ μὴ πεισθῆναί με τοῖς λόγοις τοῦ πατρός μου καὶ ἀναχωρῆσαι ἐκ ταύτης τῆς γῆς.

1183. ἐντύναθ᾿: ζεύξατε. B.

1186. ἐξηρτυμένας: ἡτοιμασμένας· ἀντὶ τοῦ ταχέως, ἅμα τοῖς λόγοις καὶ πρὸ τοῦ πληρῶσαι αὐτὸν τὸν λόγον, παρεστήσαμεν αὐτῷ τὸ ἅρμα.

1188. μάρπτει δὲ χερσίν: περιάπτει. B. εἰώθασιν οἱ ἁρματηλάται περιάπτειν τὰ λῶρα τῇ ἄντυγι, ὅπως δοκοῖεν οἱ ἵπποι ὑπό τινος ἄρχεσθαι, ὡς ὁ ποιητὴς “ἐξ ἄντυγος ἡνία τείνας.” A.B.I. Ἄλλως. λαμβάνει τοὺς χαλινὺς ἐν ταῖς χερσὶ, καὶ κρατεῖ ἐν τοῦ ἅρματος. B.I.

1189. αὐταῖσιν ἀρβύλαισιν: πεδίλοις, ὑποδήμασιν. A. καταχρηστικῶς τοῖς τόποις ἐν οἷς πατοῦσιν οἱ ἡνίοχοι. B. ταῖς τοῦ ἅρματος περὶ τὴν ἄντυγα, ἔνθα τὴν στάσιν ἔχει ὁ ἡνίοχος.

1190. καὶ πρῶτα μὲν θεοῖς: ἀντὶ τοῦ ηὔξατο τοῖς θεοῖς τὰς χεῖρας ἀνατείνας. B.I. ἀναπτύξας: ἀνατείνας. B.

1192. αἴσθοιτο δʼ ἡμᾶς: καὶ μάθοι ὁ πατὴρ ὅτι ἀτιμάζει με. ἑνικῷ πληθυντικὸν ἐπήγαγεν· διὸ τὸ χ.

[*](2. ἀντὶ τοῦ et στεναγμόν add. B. ib. διὰ τί] διὰ om. B. Fl. 6. Fl. 6. 15., om. I. 16. τὰ λῶρα] τῶ λώρω A. 4. πολλὴ π.] μυρία π. A. ib. ὅπως δοκοῖεν] ὅπου δοκεῖεν I. 5. ἀκολουθοῦσα ὄπισθε A. ὄπισθεν 17. ἄρχεσθαι B. ἄγχεσθαι A.I. ἀκολουθοῦσα B.I. ἔχεσθαι Fl. 6. 15. 8. λείπει ἡ διά add. B. Fl. 6., om. ib. ὁ ποιητὴς] Il. 5, 262 322. 20. αὐταῖσιν ἀρβύλαισιν] αὐτοῖσιν ib. διὰ τί om. A. ἀρβύλοισιν A: recte in texta. ib. δυσφορῶ] λέγει δὲ add. A. 25. καὶ add. A.B. ib. δυσφορῶ] δυσφορῶν Fl. 6. pariterque 26. ἑνικῷ] τὸ ἐνικὸν εἰς A. ἀδημονῶν καὶ θρηνῶν. ib. διὸ τὸ χ. om. A.)
189

1194. ἐπῆγε κέντρον: ἀντὶ τοῦ μάστιγα ἐπὶ τοὺς ἵππους μετήνεγκε. B.

1195. ἐφʼ ἅρματος: ἀντὶ τοῦ παρὰ τῷ ἅρματι ὡς τὸ “Ἀθηναίης ἐπὶ γούνασι.” A.B.

1197. εὐθύς: πλησίον. B. κἀπιδαυρίας: Κορίνθου. B. ἔνθα ἐτιμᾶτο ὁ Ἀσκληπιός. σεσημείωται ὅτι οὐ λέγουσι τὴν ἐπʼ εὐθείας. B. ὅσον: εἰς. B.

1198. ἔρημον: εἰς. B. εἰσεβάλλομεν: ἐφθάσαμεν. B.

1199. τοὐπέκεινα: μακρόθεν. B. ἀκτὴ, ἀκρώρεια. τοὐπέκεινα δὲ ἀντὶ τοῦ πόρρω. B.

1200. ἤδη: τὸ ἤδη πρὸς τὸ ἔρημον. B.

κειμένη Σαρωνικόν: Σαρωνικὸς κόλπος ἐστὶ πρὸς τῇ Κορίνθῳ, ἱερὸς Ἀρτέμιδος, ἐν ᾧ φασι τὴν Σκύλλαν ὑπὸ Μίνωος ἑλκυσθῆναι. ὄνομα οὖν ἐστι πελάγους, ὀνομασθὲν ἀπό τινος Σάρωνος κυνηγοῦ. οὗτος διώκων ἔλαφον ἐμάνη, καὶ ἡ ἔλαφος διωκομένη ἔρριψεν ἑαυτὴν εἰς τὸ πέλαγος, καὶ αὐτὸς δὲ τῇ μανίᾳ φερόμενος ἑαυτὸν ἔρριψεν εἰς τὸ αὐτὸ πέλαγος, καὶ ἐκεῖ ἀπεπνίγη. ἄλλοι δέ φασιν ὅτι ἐκ τῆς Σκύλλης τῆς θυγατρὸς Νίσου τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Αἰγέως καὶ Πάλλαντος. οὗτος γὰρ ᾤκησεν εἰς Μέγαρα, ἐάσας τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ μαχομένους περὶ τῆς βασιλείας. καὶ ἦν εἱμαρμένον μὴ περιληφθῆναι τὸν τόπον ἐν ᾧ ἦν ὁ Νῖσος, ὃς εἶχε χρυσοῦν πλόκαμον ἐν τῇ κεφαλῇ αὑτοῦ. ὁ οὖν Μίνως στρατοπεδεύσας κατʼ αὐτοῦ οὐκ ἠδυνήθη παραλαβεῖν, ἕως οὗ εἶχε τὸν χρυσοῦν πλόκαμον. ἡ δὲ θυγάτηρ αὐτοῦ [*](13. φασὶ] φησὶ A. 20. τῆς add. A. ib. Σκύλλαν] Simplici λ hic et ib. ἦν εἱμαρμένον (ἢν ἥμαρτ` A.) μὴ infra A. περιληφθῆναι (παραληφθῇναι A.) τὸν ib. Μίνωος] μίνω (ο a m. rec.) A. τόπον ἐν ᾧ (pro τὸν τόπον —Νίσος ὃς in 15. ἐμάνη] ἔμηνε A. A. est τὴν νῆσον ἐφ᾿ ὅσον) addita ex 16. δὲ om. A. A.B. Fl. 6., desunt in I. ib. ἑαυτὸν ἔρριψεν] ἔρριψεν ἑαυτὸν I. 21. Νῖσος] νίσος libri. 17. αὐτὸ add. A. ib. χρυσοῦν] τὸν χρυσοῦν A. ib. ἐκεῖ add. A.B. ib. ἐν τῇ κεφαλῇ A.B. ἐπὶ τῆς κεφαῆς ib. ἀπεπνίγη] ἐπνίγη A. I. 18. Σκύλλης] σκύλας A. 22. οὖν] δὲ A. ib. Νίσου] τῆς νόσου A. ib. στρατοπεδεύσας] στρατοπεδήσας A. ib. τοῦ αἰγέως A. τοῦ om. B.I. ib. παραλαβεῖν] παρασχεῖν A. ib. Πάλλαντος] τάλαντος A. 23. ἕως οὗ] ὅσον A. 19. οὖτος] οὕτω A. ib. χρυσοῦν om. A. ib. αὐτοῦ om. A.)

190
Σκύλλα θεωρήσασα τὸν Μίνωα, ἐφίλησεν αὐτὸν, καὶ συνετάξατο αὐτῷ προδοῦναι τὴν πόλιν, εἰ λάβοι αὐτὴν γυναῖκα. ὁ δὲ συνέθετο. καὶ παραγενομένη τέμνει τοῦ τεκόντος τὸν πλόκαμον, καὶ τὴν πόλιν παρέδωκε. καὶ μετὰ τὸ παραλαβεῖν τὴν πόλιν ἔλαβεν αὐτὴν ἐπάνω τοῦ πλοίου, καὶ ἔδησεν αὐτὴν εἰς τὸ πλοῖον. καὶ ἔμεινε συρομένη ἐν τῇ θαλάσσῃ. καὶ διὰ τοῦτο ἐκλήθη τὸ πέλαγος Σαρωνικόν. ἐκπεσοῦσα δὲ ἐν τῇ θαλάσσῃ καὶ θηρίον γενομένη τὴν ἰδίαν φύσιν οὐδαμῶς μετέβαλεν.

1204. νεανικός: ἰσχυρὸς, μέγας. B. Fl. 2.

1205. ἁλιρρόθους: τοὺς περιρρεομένους τῇ θαλάσσῃ. B.

1206. ἀκτὰς ἀποβλέψαντες: εἰς δὲ τὰς πέτρας τὰς ὑπὸ τῶν κυμάτων κλυζομένας ἐθεωρήσαμεν τὸ κῦμα μέχρι τοῦ οὐρανοῦ ἀνερχόμενον, καὶ τοσοῦτον ὑψηλὸν ἦν τὸ κῦμα ὥστε μηκέτι καθορᾶν ἡμᾶς τὸ ὄρος τοῦ Σκείρωνος. ἐκ τοῦ ὕψους, φησὶ, τοῦ κύματος οὐκέτι ἑώρων τὴν Σκειρωνίδα ἀκτήν.

ἱερόν: ἀντὶ τοῦ μέγα. B. Fl. 2.

1207. στηρίζον: ἐγγίζον. A. γειτνιάζον, ἐγγίζον. B.