De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

κλάδους γοῦν ἐγὼ δένδρων ἐκ τῆς παρακειμένης ὕλης ἔρριψα καθ᾿ ὃν ἀνερεύγεται τὸ πῦρ τόπον, καὶ εὐθέως εἰς φλόγα ἀρθέντες ἐτεφρώθησαν.

φράσατε οὖν δή, δι᾿ ἣν αἰτίαν τὸ μὴ ὑποφέρον μηδὲ τὴν ἐξ ἡλίου δέξασθαι ἔκκαυσιν, ἀλλὰ ξηραινόμενον ἐὰν μὴ ἀρδευθῇ βραχέν, τοσούτῳ πυρὸς φλογμῷ συνεχόμενον . . οὐ καταναλίσκεται, ἀλλὰ ζῇ

τε καὶ θάλλει; τί οὖν βούλεται τὸ παράδοξον; δεῖγμα τοῦτο τῆς μελλούσης ὁ θεὸς ἡμέρας καὶ προοίμιον ἔθετο, ἵνα γινώσκωμεν ἐνδηλότερον ὅτι πάντων πυρὶ καταβασίῳ κατομβρουμένων τὰ ἐν ἁγνείᾳ σώματα διατρίψαντα καὶ δικαιοσύνῃ καθάπερ ψυχρῷ ὕδατι τῷ πυρί, οὐδὲν ἀλγυνόμενα πρὸς αὐτοῦ, ἐπιβήσονται.

ἀληθῶς γάρ, ὦ μεγα- [*](12 vgl. Dan. 3, 50) [*](1 οὐ μόνον — τοῦτο: »kann jener brennende Baum nicht brennen noch vertrocknen« S | ἀλλ᾿ ohne καὶ Cr 1f μᾶλλον ἀκμαιότερον Ph | κ. ἀκμαιότερον .. καὶ: »als andere Bäume« S 2 κ. χλοερώτερον < Ph | ὅ — εὔκαυστον vor ἀλλὰ Z. 1 S | ὃ] εἰ Ph | εὔκαυστον Ph S: καυστικὸν C c, καυστὸν Cr 3 καὶ ταῦτα — ἐντυφομένου: »obschon seine Wurzeln am Ausgang des Feuers sind« S | τὰς Ph a 310v b | ἐντυφωμένου Ph 4 γοῦν] δὲ(γε) S | ἐγὼ] ego . . experimentum tentavi Syr | δένδρων — ὕλης: »von jenem Baum abgebrochen habend« S | δένδρων: e quadam arbore übersetzt Syr | ἔρριψα C, w. e. sch. S Syr: ἐπέρριψα Ph 4f καθ᾿ ὃν — τόπον Z. 5: »ins Feuer« S Syr 5 ὡς εἰς C c | εἰς φλόγα ἀρθέντες < S 5f ἐτεφρ.: »verbrannten sie« S 6 φράσατε — θάλλει Z. 9 < Ph, φράσατε — παράδοξον Z. 9 < Syr | τὸ μὴ — βραχέν Z. 7 < 8 πυρὸς φλογμῶ Cr: πυρὸς πλήθει Cc: πυρὶ S | συνεχόμενον: »stehend« S und + »nicht begossen mit Wasser« | οὐ κατ. — θάλλει Z. 9; »so sehr grün ist« S | οὐκ αναλίσκεται (1. Hd.) C c 9 βούλεται myslit: mysli S (myslite 2. Hd. S a) | δεῖγμα τοῦτο (wohl τοῦτο τὸ δεῖγμα) verbindet S mit dem Vorhergehenden | τοῦτο — ἔθετο Z. 10 < Syr | vor τῆς »Vom Gericht und von (i o: >aber< no S) der Auferstehung« + S 10 ἡμέρας: »Gerichts« S | καὶ < S 10f εὐδηλότερον Ausgg.: < Ph Syr 11 ὅτι — ἐπιβήσονται Z. 13: in fine peccatores arsuros fore in igne iustosque per medium eius transituros, non tantum sine incommodo, verum inde, auri instar, splendentiores evasuros Syr | καταβασίῳ < Ph S 12 καὶ δικαιοσ. διαπρέψαντα C | ὕδατι: »übrgossen« + | τῷ πυρὶ — ἐπιβήσονται Z. 13: »so bleiben werden« S 13 οὐδὲν ἀλγ. πρ. αὐτοῦ < Ph | ἐπιβήσονται] es enden Ph Syr | ἀληθῶς — θέλεις S. 279, 8 auch C c 137v; Lemma τοῦ ἁγίου Μεθοδίου | γὰρ < 137 v 13f μεγαλόφωτε C 137 v S: μεγαλώφελε C c, μεγαλωφελῆ Cr )

379
λόφωτε καὶ μεγαλόδωρε δέσποτα, ἡ »κτίσις σοι τῷ ποιήσαντι ὑπηρετοῦσα ἐπιτείνεται εἰς κόλασιν κατὰ τῶν ἀδίκων καὶ ἀνίεται εἰς εὐεργεσίαν ὑπὲρ τῶν ἐπὶ σοὶ πεποιθότων«, καὶ θέλοντός σου πῦρ μὲν καταψύχει, λυμαινόμενον οὐδὲν ὧν αὐτὸς κρίνεις διασῴζεσθαι, ὕδωρ δέ ἔμπαλιν δριμυτέραις καταφλέγει πυρὸς προσβολαῖς, καὶ οὐδὲν ἀντιτάσσεται τῷ ἀνικήτῳ σου κράτει καὶ τῇ σῇ ἰσχύϊ.

πάντα γὰρ ἐκτισας ἐξ οὐκ ὄντων· διὸ καὶ πάντα μεταλλεύεις, σὰ ὑπάρχοντα, καὶ μετασκευάζεις, μόνος ὑπάρχων θεός, ὡς θέλεις.