De Resurrectione
Methodius
Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917
Οὐκοῦν σαρκὸς ἡ ἀνάστασις γίγεται καὶ οὐ ψυχῆς, ὅπως »ἡ πεπτωκυῖα τοῦ Δαυὶδ« εἰς τὴν φθροὰν ἀνασταίη »σκηνή«, καὶ ἀναστᾶσα καὶ ἀνοικοδομηθεῖσα, »καθὼς αἱ ἡμέραι τοῦ αἰῶνος«, ἀπή- [*](2 Plato Epin. 893 C E — 11 Mt. 17, 3; vgl. De res. II, 18, 8. III, 5, 4. 12, 5. Tert. De carne Chr. 5 – 15 Plato Epin. 978 E – Plato Phaed. 95 C – 17 Amos 9, 11; vgl. De res. II, 21, 2. 5 1 vor Εἰ + »Zu denen, die sagen, daß der Seele ist und nicht des Fleisches die Auferstehung« S | Εἱ δὲ: »Wenn aber nun« S | ἐπὶ τ. ψ. – ἔσεσθαι Z. 2: »nicht am Fleisch, sondern ander Seele versteht« S 2 βιάζεσθαι VU (ζεται a. R.): λέγειν + VU, aber mit Jh zu tilgen, vgl. Ph unten III< 9, 9 βιάζ. ἔσεσθαι: »versteht« S | τούτω U | δεῖ] λέγει U 4 δὴ] ἠμῖν S | αὐτῆς + S | μήτοι — φαίν. auch Pl 5 σαφῶς—φαίνεσθαι] »wahrheitsgemäß Klares redend « S | veil. ist φαίνεσθαι mit dem Folgenden verbunden inS 6 ὁρᾶσθαι S | μήτοι ταῦτα V U | τ. θετέον] δεῖ ἀληθὲς εἶναι übersetzt S (»muß . . Wahrheit [ od. x003E;wahr<] sein«) 7 τὴν ψ. ἀθάν. U 8 καὶ] ἢ S | ψεῦδος od. ψεύδους εἶναι S (»Lüge sei es«) | αὐτῆ V, ? S: vor τὸ VU, nach φθ. S Kl | λὲγων S | ἢ φθείρ. — Χριστόν Z. 9 <S 9 αὐτὴν τὸ ἀνώλεθρον U 10 τὸν πένητα κ. τ. πλούσιον S 11 μωςέα U | ἀλλ᾿ οὐδὲν] οὐκοῦν veil. S (»Hat . . etwa«) 12 ἄλλως (V 367 b) übers. Jh »frustra« nach Plat. Krat 429 E, mit Unrecht | ἐφθέγξατο U 132 | φάβτασνα U 14 Μωυςέα (92) κ. τ. Ἠλίαν S | τὸ ὅ V S: (ἀλλ᾿ ) ὃ V 15 αὐτὴν V: <S | καὶ ἀνώλεθρον <S 17 γίνεται U | καὶ <U 18 εἰς τὴν φθορὰν <S | ἀναστῆ U 19 ἀναστᾶσα κ. ἀνοικ. <S | ἀνωοδιμηθεῖσα U)
σκοπεῖσθαι δέ σε, ὠ σοφώ- τατε Ἀγλαοφῶν, οὐτωσὶ χρή. πάντων δὲ ῥᾷστα μαθήσῃ τοῦτο, ἐὰν ἐπὶ τὴν τοῦ καθεύδειν εἰκόνα πρόσσχῃς καὶ ἀνίστασθαι. εἰ γὰρ τὸ ὑπνοῦν ἀπὸ τοῦ ἐγρηγορέναι καὶ τὸ ἀνίστασθαι ἀπὸ τοῦ καθεύδειν γίγνεται, καὶ τοῦτο θανάτου καὶ ἀναστάσεως μελέτη
ὡς γὰρ ἐκ τοῦ καθεύδειν τὸ ἐγρηγορέναι γίγνεται, καὶ οὐ πάντως ὁ καθεύδων ἐν τῷ αὐτῷ διαμένει σχήματι καθεύδων ἀεί, ἀλλ᾿ αὐθις ἀνίσταται, οὕτως καὶ τὸ ζῆν ἐκ τοῦ ἀποθανεῖν συμβήσεται, καὶ οὐ πάντως ὁ ἀποθανών, ἐπειδὰν ἀποθάνοι, ἐν τῷ αὐτῷ μένει. εἰ γὰρ ἐκ τοῦ κομᾶσθαι τὸ ἐγρηγορέναι καὶ ἐκ τοῦ πεσεῖν τὸ άνεγερθῆναι καὶ ἐκ τοῦ καταβληθῆναι τὸ ἀνοικοδομηθῆναι, τίς μηχανὴ καὶ ἐκ τοῦ κλιθέντος μὴ οὐχὶ προσδοκᾶν τὸ ἀναστήσεσθαι καὶ ἐκ τοῦ θανόντος τὸ ἀναβιώσκεσθαι; καὶ γὰρ ἡμεῖς ταῦτα οὐκ ἐξαπατώμενοι ὁμολο- [*](3 vgl. De res. II, 15 — 5 Plato Pol. I, 843 D. 344 A — 6 — S. 310, 1 Plato Phaed. 71 C. 72D — 9 Ilias 16, 672. 682 — 15 Justin De res. (S. Parall. 109, 1 S. 48 Holl)) [*](1 ὅτι μὴ — ἐτεκτήνατο Ζ. 4 < S 2 οἰκείαν U | εἰς τὸ μέλλον] μηδὲ U: richtig Md, der Gedanke fordere etwa ἐπιμελές 4 σκοπεῖσθαι — χρή Ζ. 5] ὦ Ἀγλαοφῶν S 4f σοφότατε V 5 οὕτως V: aber vgl. PI Pol. I 343 D | πάντων — τὴν Z. 6 auch PI | πάντων V PI Pol. 344 A: πάντως UJh: < S | ῥᾷστα δὲ S | μαθήσει Jh 6 εἰκόνα: »Verständnis« übersetzt S | προσχῆς VU: »wir kommen« S | καὶ ἀνίστασθαι < S | εἰ γὰρ — συμβαίνειν S. 310, 1 ganz nach PI 7 ἐγρηγορέναι] »Schlaf« S 8 γίγνεται — εἶναι Ζ. 10] »denn so ist« S | γίνεται U | ἀναστ. καὶ θανάτου U 9f διδυμ., ἀν.] διδυμα ὁνεανάγκη V, δίδυμα ὧν ἳν ἀνάγκη U; verbess. von Pet aus IL 16, 672. 682 10f εἰς τὸ ζῆν < S 11 εἴπερ — καθευδόντων < S | ὡς — γίγνεται Z. 12] »wie dem Schlafenden vom Schlaf aufzustehen« S 12 καὶ . . πάντως < S 12 f ὁ δὲ καθ. οὐκ übersetzt S | οὐ..ἐντ. αὐτῶ zweimal S 13 σχήματι U 132v | καθεύδων — ἀνίσταται Ζ. 13f] ἐν ᾧ ὁ γρηγορῶν S | καθεύδων ἐν τῶ ἀεὶ V: ἀει καθεύδων U | ἀλλὰ U 15 ἐπειδὰν — αὐτῷ: ἐν θανάτῳ ἀεὶ übersetzt S | ἐπιδἄν U | εἰ γὰρ — ἀναβιώσκεσθαι Ζ. 19 < S 17 ἀνωκοδομηθῆναι U 18 κληθέντος V | τοῦ θανέντος U 19 ἀναβιώσκ. Jh mit PI Phaed. 71 E: ἀνα\βιώσαθαι V367bv: ἀναστήσεσθαι U: ἀναβιώσεσθαι Dd | καὶ γὰρ ἡμεῖς] »Wir aber nun« S)
καὶ μὴ μόνον τοῦτο, εἰ βούλει, ἀπὸ τοῦ καθεύδειν σκόπει καὶ ἀνί- στασθαι, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τῶν σπερμάτων καὶ φυτῶν, ὡς ἐν πᾶσιν αὐτοῖς ἡ ἀνάστασις καταγγέλλεται. καταμάθετε γὰρ τὰ σπέρματα, πῶς »γυμνά« φησι καὶ ἄσαρκα βάλλεται εἰς τὴν γῆν καὶ τελεσφορούμενα πάλιν <τὰ αὐτὰ> ἀποδίδοται. ἐπεὶ εἰ θνῄσκοι μὲν καὶ σήποιτο τὰ σπέρματα, ἐκ δὲ τῶν σπερμάτων μηκέτι τὸ ἀναζῆν κοὶ φύειν γένοιτο, τίς ἡ ἀποκλήρωσις μὴ οὐχὶ πάντα καταναλωθῆναι εἰς τὸ τεθνάναι;