De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

Φέρε γάρ, ἐπειδὴ πολλῶν δεῖ τῶν περὶ τᾶ τοιαῦτα παραδειγμάτων, ἐντεῦθεν αὐτὰ μάλιστα σκεπτώμεθα, μὴ ἀφιστάμενοι, πρὶν ἂν πρῶτον εἰς εὐδηλοτέραν ἑρμηνείαν ἀποτελευτήσῃ καὶ ἀπόδειξιν ὁ λόγος.

φαίνεται τοίνυν, ὥσπερ εἴ τις δημιουργὸς ἄκρος ἄγαλμα καλόν, ἀπὸ χρυσοῦ κατεσκευασμένον ἢ ὕλης ἑτέρας αὐτῷ καὶ πάντα τὰ μέλη συμμέτρως εἰς κάλλος διακεκοσμημένον, πάλιν χωνεύοι, λελωβημένον ἄφνω θεασάμενος ὑπό τινος ἀνθρώπου πονηροτάτου, ὃς οὐκ ἐωεγκὼν ὑπὸ βασκανίας εὐπρεπὲς εἶναι τὸ ἄγαλμα, ἐσίαντο, ματαίαν ἡδονὴν καρπίζόμενος τοῦ φθόνου (πρόσσχες γάρ, [*](1 vgl. zu Symp. 9, 2 S. 116, 13f. De res. I, 38, 5. 43, 3 S. 282, 1f. 291, 4. II, 6, 3 — 5 vgl. Plato Tim. 88 B. 89 B — 9 Plato legg. XII, 961 E. 960 E — 12 vgl. Justin De res. (S. Parall. S. 42, 193ff Holl); vgl. auch zu S. 292, 2 1 παρελείφθη ursprúngl. Cr: »ward ersonnen« S | καὶ ἀφανισμόν < C S | διαινίζων V 2 τὸ κακὸν] es endet Ph | ἀθάνατον — νόσον Z. 5 < S | δὲ < V 3 νοσσ. V 3f διατρίβομεν Cr 5 διὸ U 124 | δὴ < S | ταύτην] καὶ τοῦτο πάλιν w. w. sch. S 5f σωτηρίαν πρὸς ἄμφω C 6 σωτηρίαν < S | κ. σώμ. κ. ψυχ. S | φαρμακευτικὴν V: »Heilkraut« S | τρόπον < S 6f κα|θ. V 361v 7 εὕρατο Cc 8 οὕτως] ὄντως] ὄντως V Dd 9ff Pl auch πολλῶν — παραδειγμάτων u. μὴ . . ἀφιστώμεθα . ., πρὶν ἂν 9 δεῖ]δὴ Cr | τὰ τοιαῦτα] ταῦτα viell. S 10 ἔνθεν C: ἐνταῦθα w.es sch. S | αὐτὰ] ταῦτα C r, »über dieses« S | σκεπτώμεθα U C r: σκεπτόμεθα C c: σκοπώμεθα V Dd. σκεψώμεθα Jh mit Plat. Theaet. 151 E 11 πρῶτον < C S | εὐδηλωτ. V | ἀποτελευτήσει V U Cc 11f καὶ ἀπόδειξιν < S 12 φαίνεται usw.] der nach- satz fehlt, sachlich folgt er S. 291,1 | εἰ] ὅτι od. ὡς las schwerlich S (»wie daβ« jakoze jako i wohl aus »wie wenn« jakoze aste): < Cr 13 καλόν] ἤ εἶδός τι w. e. sch. (»Statue od. Bild«) S | ἀπὸ] ὑπὸ U | ὕ. ἑτ.] »anders« S | αὐτῷ] οὕτω V: αὐτὸ Cr 14 διακεκ. Cc 80 15 χωνεύων Cr | ἄφνω < S 15f πονηρωτάτου V U 16 ὑπὸ βασκανίας <S | ἐμπρεπὲς C | τὸ: τοῦτο τὸ S 17 ἐσίνατο < w. e. sch. S | ματαίαν] μιανθεῖσαν w. e. sch. S | ἡδονὴν slasj: vlastj Sb | καρπούμενος U Jh | πρόσχες V U C: S 83)

290
ὦ σοφώτατε Ἀγλαοφῶν, ὅτι, εἰ βούλοιτο μὴ εἶναι σεσινωμένον ὅλως ὁ δημιουργὸς καὶ ψεκτὸν τὸ μετὰ τοσαύτης αὐτῷ σπουδῆς τε καὶ φροντίδος πεπονημένον, πάλιν προτραπήσεται συγχωνεύσας αὐτὸ τοιοῦτο ποιεῖν οἷον καὶ πρόσθεν ἦν. εἰ δὲ μὴ ἀναχωνεύοι μηδὲ ἀνασκευάζοι — ἐᾠη δὲ μένειν — θεραπεύων αὐτὸ καὶ ἐπανορθόμενος, ἀνάγκη δὴ πυρακτούμενον καὶ χαλακευόμενον τὸ ἄγαλμα μηκέτι κύνα- σθαι διατηρηθῆναι τὸ αὐτό, ἀλλὰ διηλλαγμένον ἔσεθσαι καὶ ὑπε- σπασμένον)· διὰ τοῦτο, εἰ βούλοιτο ὅλον καλὸν αὐτὸ καὶ ἄμωμον εἶναι τὸ ἔργον, ἀναθλᾶσθαι αὐτὸ καὶ ἀναχωνύεσθαι δεῖ, ὅπως τὰ μὲν αἴσχη καὶ τὰ ἀλλοιώματα πάντα τὰ ἐξ ἐπιβουλῆς αὐτῷ καὶ φθόνου ὑπάρξαντα αὐτὰ μὲν διὰ τῆς ἀνασκευῆς καὶ ἀναχωνεύσεως ἀπόληται, τὸ δὲ εἰς τὸ ἑαυτοῦ εἶδος ἀσινὲς καὶ ἀκίβδηλον αὖθις ἄγαλμα ὁμοιότατον ἑαυτῷ κατασταθῇ (τῷ μὲν γὰρ ἀγάλματι ἀπο- λέσθαι μὲν οὐκ ἔστιν ὑπὸ τῷ αὐτῷ τεχνίτῃ, κἄν πάλιν εἰς ὕλην χυθῇ, ἀποκατασταθῆναι δὲ ἔστιν· τοῖς δὲ αἴσχεσι καὶ λωβήμασιν ἀπολέσθαι μὲν ἔστιν — τήκονται γάρ — ἀποκατασταθῆναι δὲ οὐκ ἔστιν, διὰ τὸ ἐν πάσῃ τέχνῃ τὸν ἄριστον δημιουργὸν μὴ πρὸς τὸ αἴσχιον ἤ ἀπηχθημένον ὁρᾶν, ἀλλὰ πρὸς τὸ σύμμετρον καὶ εὔθὲς τοῦ [*](4 Theoph. Ad Autol. II, 26 1 ὦ σοφ. Ἀγλ. auch 53,2 | σοφότ. U | εἰ — ψεκτὸν Ζ. 2 S: »nicht wollend« sehen dies so verdorbene Bild« S | εἰ las wohl auch S 2 τὸ < V | αὐτῷ < C 2f κ. φροντίδος < S 3 πεπονημένω U: πεποιημένον C | προτραπήσεται: »wird er es sich verdrieβen lassen« S | αὐτὸ < S 4 τοιοῦτον U C: το- σοῦτο V: < S | ἀναχων. — ἐπανορθούμενος Ζ. 5] »um es kümmert« S 5 ἀνα- σκευάζοι auch U | ἐῶν V: ἐᾶ U Cr | οὕτως μένειν Cr | αὐτὸν V 6 δὴ: δὲ C | πυρακτ. — ἄγαλμα < S 7 ἀλλὰ — ὑπεσπασμένον Ζ. 7f] oἷον καὶ πρόσθεν ἦν ἄγαλμα καλόν w. e. sch. S | διηγαλμένον Cr 8 ὅλον καλὸν αὐτὸ Bo: καλὸν αὐτὸ VU: ὅλον αὐτὸ καλὸν C (ὅλον αὐτὸ hinter ἄμωμον Cr): τοῦτο αὐτοῦ w. e. sch. S (»dieses sein«) 9 ἀναθλ. U 124v | καὶ <S 10 αἴσχη] ἔσχη U | τὰ ἀλλοιώματα] »Unschönheiten« S 10f ἐπιβ. α. κ. φθόνου] »Neid und feindseligen Anschlag« S 11 χωνεύσεως Cr 12 ἀπολεῖται Cc, ἀπόλλωνται Cr | ἑαυτοῦ] αὐτὸ C | ἀσιν. κ. ἀκιβδήλευτον C (hinter ἑαυτῷ Ζ. 13 Cr: < S) 13 τὸ ἄγαλμα C | ὁμοιότατον ἑαυτῷ < S | ὁμοιώτατον V U | αὐτῶ κατασκευασθῆ U | κατασταθῆναι Cc | γὰρ < Cr 13f ἀπολ.] ἀποθέσθαι Cc 14 μὲν <U | ὑπὸ] κατὰ U | τεχνήτη, corr. v. 1. Hd., C: ὄντι (< Cr) διότι + C | εἰς ὕλην < S 15 χυθῆ C S: λυθῆ V 362 U Holl | ἀποκατ. δὲ ἔ.: »sondern vielmehr eine Erheuerung zu Besserem haben« S | τοῖς δὲ — δημιουργουμένον S. 291, 1 < S ἔσχεσι U 18 ἀπηχθ. Dd, ἀπεχθημένον V: ἐπιτευχθησόμενον U Cc, ἐπιτεχθησόμενον Cr | πρὸς < Cr)
291
δημιουργουμένου)· —

ταὐτὸν ἄρα φαίνεται δή μοι καὶ ἐφ' ἡμῶν ὁ θεὸς διῳκονομηκέναι. τὸν γὰρ ἄνθρωπον, τὸ εὐπρεπέστατον ἑαυτοῦ τέχ- νημα, βασκάνοις ἐπιβουλαῖς φθόνου κεκακωμένον ἰδὼν οὐκ ἠνέσχετο τοιοῦτον καταλεῖψαι, φιλάνθρωπος ὤν, ὅτως μὴ δἰ αἰῶνος εἴη μεμωμημένος, ἀθάνατον ἔχων ἐν ἑαυτῷ τὸν ψόγον, ἀλλὰ διέλυσεν εἰς ὕλην πάλιν, ἵνα διὰ τῆς ἀναπλάσεως ἐκτακῶσι καὶ ἐξαφανισθῶσι πάντα τὰ ἐν αὐτῷ μωμήματα. τὸ γὰρ ἐκεῖ ἀναχωνευθῆναι τὸν ἐν- δριάντα τοῦτο ἐνταῦθα ἀποθανεῖν καὶ διαλυθῆναι τὸ σῶμα· τὸ δὲ ἐκεῖ ἀναμορφοποιηθῆναι τὴν ὕλην ἤ ἀνακοσμηθῆναι, τοῦτο ἐντοῦθα τὸ ἀναστῆναι. ὥσπερ καὶ ὁ προφήτης Ἱερεμίας· τούτοις γὰρ ἤδη καὶ αὐτὸς ὧδε τὰ αὐτὰ παρεγγυᾷ, »καὶ κατέβην« λέγων »εἰς τὸν οἶκον τοῦ κεραμέως· καὶ ἰκού, αὐτὸς ἐποίει ἔργον ἐπὶ τῶν λίθων, καὶ διέπεσε τὸ ἀγγεῖον ὅ αὐτὸς ἐποίει ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ, καὶ πάλιν ἐποίησεν αὐτὸ ἀγγεῖον ἕτερον, καθὼς ἤρεσεν ἐνώπιον αὐτοῦ τοῦ ποιῆσαι. καὶ ἐγίνετο λόγος κυρίου | πρός με λέγων· εἰ καθὼς ὁ κεραμεὺς οὗτος οὐ δυνήσομαι τοῦτο ποιῆαι ὑμᾶς, οἶκος τοῦ Ἰσραήλ; ἰδού, ὡς ὁ πηλὸς τοῦ κεραμέως ὑμεῖς ἐστε ἐν ταῖς χερσί μου.«

[*](4 vgl. De res. I, 44, 1. II, 18, 4; auch zu S. 289, 1 — 5 Justin De res. (S. Parall. 43 S. 207ff Holl) — 11 Jerem. 18, 3 — 6 ; vgl. Symp. 3, 5 S. 31, 10ff 1 ff Epiph. Panar. haer. 64, 65 S. 674, 15ff. 675, 16ff — 7 vgl. Prokop. PGr 87, 1, 165,33f 1 ταὐτὸ S | ἄρα Md: γὰρ ΗSS | δή μοι < S | δὴ: δὲ U | ὁ θεὸς — γὰρ Ζ.2] »Denn Gott machte den« S | θεὸς οὕτως U 2 διοικονο- μηδέναι V: Cc 80v: δὴ ᾠκονομηκέναι Cr | ἑαυτοῦ] »seiner Hand« S 2f τέχ- νισμα V, τέχνασμα Dd 3 βασκ. Cr 89v | φθόνω U 4 τοιοῦτο VCc: »so« S 5 μεμωμημένος S 83v: μεμωμημένον V U C: λελωβημένον z. B. Jh | ἔχον Cr Pet Dd Jh | ἑν ἑαυτῷ < S 6 ἐκτακῶσι καὶ < S | ἐκτακῶσιν κ. ἐξαφανισθῶσιν Cc. 7 ἐν αὐτῷ < S | μήματα U | τὸ] ὅ C u. w. e. sch. S 8 τοῦτον τὸ U | τὸ ἀποθανεῖν C | ὅ δὲ C 9 ἀναμορ- φωθῆναι Cr. ποιη übergeschr. in U | ἤ ἀνακομισθῆναι V: ἤ ἀνακοσμοποιη- θῆναι U: < S | ἐνταῦθα] μετὰ τὰ ἀποθανεῖν + U 10 καὶ . . Ἱερ.] »<i> ier.« S | τούτοις — παρεγγυᾷ Ζ. 11] »reinigt« ocistaet wohl aus »upovaet S: Ἰουδαίοις παρᾐνει καὶ . . παρηγγύα vermutete Md: Kolon vor τούτοις Κl | ἤδη] δεῖ Cc, δὴ Cr 11 τ.α.] ταῦτα U C | καὶ κατέβη U 125 | λέγων γάρ φησιν S: λέγων hinter κεραμέως C 12 ἐπὶ τὸν λίθον C 13 αὐτὸς < U | ὑπὸ τῶν χειρῶν w. e. sch. S | αὐτῷ w. e. sch. S 14 ἕτερον las wohl auch S (»in ihm nem wohl aus »zu einem anderen ihm« (v' in emu) | τοῦ ποιῆσαι] ποιεῖν < S 15 εἰ <S 16 οὖτος] αὐτὸς V | τοῦτο < S: τοῦ Cr | ποιεῖν Cr | υμῖν C | τοῦ < C | τοῦ < U 17 ταῖς < C)
292

Πρόσσχες γὰρ ὅπως, ὡς ἔφην, μετὰ τὸ παραβῆναι τὸν ἄνθρωπον ἡ μεγάλη χεὶρ εἰς νῖκος καταλεῖψαι τὸ ἑαυτῆς ἔργον οὐκ ηὐδόκησεν ὡς κίβδηλον τῷ πονηρῷ ἀδίκως αὐτὸ λυμηναμένῳ βασκά- νοις αἰτίαις, ἀλλὰ ἀνατήξας ἀνέδυσεν αὖθις εἰς πηλόν, οἷα κεραμεὺς [*](2 Symp. 3, 5 S. 31, 18ff; vgl. zu S. 289, 1 u. 291, 4. Theoph. Ad Autol. II, 26. Iren. Adv. haer. III, 23, 6. Novat. De trin. 1 — 4 vgl. De res. III, 6,1 2 Eriph. Panar. haer. 64, 65 S. 674, 15ff. 675, 16ff. Greg. Naz. Orat. 38, 12 PGr 36, 324. Chrysost. hom. 18 in Gen. PGr 53, 1, 151. August. Encheir. 89. Za- char. Mityl. PGr 85 S. 1125. 1132 — 4 vgl. Nilus Ep. II, 200 PGr. 79, 305 1 πρόσχες V U C | γὰρ < V Cr | ὅπως < S: πῶς nach ἔφην C 1f τοῦ ἀνθρ. S 2 νῖκος] νεῖκος w. e. sch. S, so vermuteten auch Cornarius u. Pet: Dd verweist richtig auf Thesaur. V, 1522 | καταλείψειν V | τὸ ἑαυτῆς ἔργον] τὸν ἄν- θρωπον S | Theoph. καὶ τοῦτο δὲ ὁ θεὸς μεγάλην εὐεργεσίαν παρέσχεν τῷ ἀνθρώπῳ, τὸ μὴ διαμεῖναι αὐτὸν εἰς τὸν αἰῶνα ἐν ἁμαρτίᾳ ὄντα. ἀλλὰ . . ἐξέ- βαλλεν αὐτὸν ἐκ τοῦ παραδείσου, ὅπως διὰ τῆς ἐπιτιμίας . . παιδευθεὶς εἰς ὕστερον ἀνακληθῇ . . . οὐ μήν, ἀλλὰ καὶ καθάπερ σκεῦός τι, ἐπὰν πλασθὲν αἰτίαν τινὰ σχῇ, ἀναχωνεύεται ἤ ἀναπλάσσεται εἰς τὸ γενέσθαι καινὸν καὶ ὁλόκληρον, οὕτως γίνεται καὶ τῷ ἀνθρώπῳ διὰ θανότου. Iren. eiecit eum de paradiso et a ligno vitae transtulit; non invidens ei lignum vitae . . sed miserans eius, ut non per- severaret semper transgressor, neque immortale esset, quod esset circa eum pec- catum, et malum interminabile et insanabile. prohibuit . . , interponens mortem et cessare faciens peccatum . . per carnis resolutionem. Novat. ne vivens in aeternum circumferret secum in poenam sui semper immortalem delictum. Greg. Naz. κερδαίνει μέν τε κἀνταῦθα, τὸν θάνατον καὶ τὸ διακοπῆναι τὴν ἁμαρτίαν, ἵνα μὴ ἀθάνατον ᾖ τὸ κακόν. Chrysost. ἵνα μὴ . . μέλλῃ ἀθάνατα ἁμαρτάνειν, βέλτιον αὐτὸν (τὸν Ἀδάμ) ἐντεῦθεν ἔξω βαλεῖν. Zachar. S. 1125 τῆς ἀναπλάσεως . . αἰτία . . ἀγαθότης θεοῦ . . καὶ φιλανθρωπίας ὑπερβολή. ἐλεήσας γὰρ ὁ δη- μιουργὸς τὸ πλάσμα καὶ νικᾶσθαι τοῦτο πρὸς τῆς κακίας μὴ ἀνασκόμενος, διαλύει μὲν τὸ ὑποδεξάμενον τὸ κακὸν ἀγγεῖον, ἀναπλάττει δὲ αὖθις καὶ ἀναχαλκεύει. 1132 ἐμηχανήσατο ἡ μεγάλη καὶ παμποίκιλος τοῦ θεοῦ σοφία διὰ τῆς λύσεως τῶν ἀνθρωπίνων σωμάτων καταλῦσαι τὴν φθορὰν ἥν εἰσενήνοχεν ἡ κακία καὶ τῆς ἀθανασίας μεταδοῦναι τοῖς θνητοῖς 3 ηὐδόκησεν: »wollend« S | κίβδ. . . ἀδικ. α. λυμ.] »indem er umdundelt ist« S | κίβδηλον] δῆλον C | τῷ πον.: πονηροῦ U, τὸ πονηρὸν Cc; »von dem Eifersüchtigen« S | ἀδίκ. ἀπολυμηνα- μένω C | λυμηναμένου U 4 ἀλλὰ < Cr | Nilus ποῖον γὰρ . . μεῖζον . . , ἀνδριάντα πλάσαι τὸν πρώην μὴ ὑφεστῶτα, ἤ τὸν διαπεσόντα ἀναχωνεῦσαι εἰς τὸ αὐτό; | ἀνατήξασα ἀνέλυσεν C, ἀναστήσασα ἀνέλυσε μὲν Cr: »zestört habend machte er« S | ἀνέδευσεν: ὅδευσεν V | αὖ|θις V 362v | εἰς πηλόν] πηλῷ oder πηλόν S | κερ. S 84)

293
ὁ ἀναπλάσσων ἄγγος πρὸς τὸ ἀφανισθῆναι μὲν διὰ τῆς ἀναπλάσεως πάντα τὰ ἐν αὐτῷ αἴσχη καὶ θλάσματα, γενηθῆναι δὲ τὸ πᾶν ἄνωθεν ἀμέμπτως ἀρεστόν.

ἤ »οὐκ ἔχει ἐξουσίαν ὁ κεραμεὺς τοῦ πηλοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ φυράματος ποιῆαι σκεῦος, ὅ μὲν εἰς τιμήν, ὅ δὲ εἰς ἀτιμέαν;« ὅ δή ἐστι (τοῦτο γὰρ παντάπασιν ὁ ἀπόστολός μοι δηλοῦν φαίνεται)· μή τι ἐξουσίαν οὐκ ἔχει ὁ θεὸς ἀπὸ τῆς ὔλης ἑκόστου τῆς αὐτῆς ἀναπλάσας καὶ ἀνακοσμήσας ἰδίως ἕκαστον ἤ εἰς τιμὴν ἡμῶν ἀναστῆσαι καὶ δόξαν, ἤ εἰς ἀτιμίαν καὶ κατάκρισιν; εἰς ἀτιμίαν μὲν τὸν ἐν ἁματρίαις φαύλως βιώσαντα, εἰς τιμὴν δὲ τὸν ἐν δικαιοσύνῃ.

καθάπερ ἐδηλώθη καὶ τῷ Λανιήλ, »καὶ πολλοὶ τῶν καθευδόντων ἐν γῆς χώματι« λέγοντι »ἑξεγερθήσονται, οὗτοι εἰς ζωὴν αἰώνιον. καὶ οὗτοι εἰς ὀνειδισμὸν καὶ αἰσχύνην αἰώνιον καὶ οἱ συνιέντες ἐκλάμυουσιν ὡς ἡ λαμπρότης τοῦ στερεώματος«.