Refutatio Omnium Haeresium (= Philosophumena)

Hippolytus

Hippolytus. Hippolytus Werke, Volume 3. Wendland, Paul, editor. Leipizg: Hinrichs, 1916.

καὶ] τὸν μὲν Ἰησοῦν εἶναι ἄνθρωπον ἐκ παρθένου γεγενημένον κατὰ βουλὴν τοῦ πατρός,ς βιώσαντα δὲ κοινῶς πᾶσιν ἀνθρώποις καὶ εὐσεβέστατον γεγονότα ὕστερον ἐπὶ τοῦ βαπτίσματος ἐπὶ τῷ Ἰορδάνῃ κεχωρηκέναι τὸν Χριστὸν ἄνωθεν κατεληλυθότα ἐν εἴδειε περιστερᾶς, ὅθεν οὐ πρότερον τὰς δυνάμεις ἐν αὐτῷ ἐνηργηκέναι ἢ ὅτε κατελθὸν ἀνεδείχθη δείχθη ἐν αὐτῷ τὸ πνεῦμα, ὅ εἶναι τὸν Χριστὸν προσαγορεύει. θεὸν δὲ † οὐδέποτε τοῦτον γεγονέναι αὐτὸν θέλουσιν ἐπὶ τῇ καθόδῳ τοῦ πνεύματος, ἕτεροι δὲ μετὰ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν.

Διαφόρων δὲ γενομένων ἐν αὐτοῖς ζητήσεων ἐπεχείρησέ τις καὶ αὐτὸς Θεόδοτος καλούμενος, τραπεζίης τὴν τέχνην, λέγειν δύναμίν τινα τὸν Μελχισεδὲκ εἶναι μεγίστην, καὶ τοῦτον εἶναι μείζονα τοῦ Χριστοῦ, οὗ κατ᾿ εἰκόνα φάσκουσι τὸν Χριστὸν τυγχάνειν, καὶ αὐτοὶ ὁμοίως τοῖς προειρημένοις Θεοδοτιανοῖς ἄνθρωπον εἶναι λέ- [*](1—13 vgl. Χ 23 — ff Epiph. LIV 1 οὗτος ὁ Θεοδοτος ἀπὸ Βυζαντίου ὡρμᾶτο (Kleines Labyrinth bei Eus. KG V 28, 6; Hippolyt G. Noetos S. 45, 1. Lag.) . . . . . ψιλὸν ἄνθρωπον . . . εἶναι τὸν Χριστὸν καὶ ἐκ σπέρματος ἀνδρὸς γεγενῆσθαι. Tert. Adv. haer. 8: Theodotus haereticus Byzantius . . . doctrinam enim introduxit, qua Christum hominem tantummodo diceret, deum autem illutn negaret, + ne Lipsius) ex spiritu quidem sancto <conceptum et> natum ex virgine, sed hominem solitarium atque nudum, nuUo alio prae ceteris nisi sola iustitiae auctori- tate. — Filastrius C. 50, 1 communis, inquit, homo erat ut omnes homines Christus — 9 Luk. 3, 22 —10 vgl. Mark. 6, 14 — 14 —17 vgl. X 24 — 14 ff Tert. 8 (Th.) et ipse hominem Christum tantummodo dicit ex spiritu quidem sancto <et> ex virgine Maria conceptum pariter et natum, sed hunc inferiorem esse quam Melchisedech . . . nam illum M. praecipua ex gratia caelestem esse virtutem, Filastrius C. 52, Ejiiph. LV falle aus Hippolyts Syntagma). — Kleines Labyrinth bei Eusebius KG V 28, 9 Θεοδότου τινὸς τραπεζίτου (Theodoret II 6) — 16 f vgl. Hebr. 5, 6. 10) [*](1 Titel θεόδδοτος ὁ βυζάντιος rot ὢν ö.: ἦν Ρ <ὃς> εἰσήγαγεν κενὴν Ρ 2 μὲν περὶ Cruice 5 ἀποσπάσας <τινὰ> We. καὶ < Sauppe Miller: ὥστε Ρ 12 δὲ οἱ Θεοδοτιανοὶ We. θεὸν δὲ οὐκ εἶναι τὸν Χριστὸν θέλειε Η, vielleicht hierhin zu beziehen) οὐδὲ τότε Cruice αὐτὸν] οὑτοι Miller 14 Titel ἄλλος θεόδοτος schwarz Ρ πεχείρησσε Ρ 17 φάσκουσι < Sauppe, doch s. H)

223
γουσι τὸν Ἰησοῦν, καὶ κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον τὸν Χριστὸν εἰς αὐτὸν κατεληλυθέναι.

Γνωστικῶν δὲ διάφοροι γνῶμαι, ὧν οὐκ ἄξιον καταριθμεῖν τὰς φλυάρους δόξας ἐκρίναμεν, οὔσας πολλὰς ἀλόγους τε καὶ βλασφημίας γεμούσας, ὧν πάνυ σεμνότερον περὶ τὸ θεῖον φιλοσοφήσαντες οἱ ἀφ’ Ἑλλήνων ἠλέγχθησαν.

πολλῆς δὲ αὐτοῖς συστάσεως κακῶν αἴτιος γεγένηται Νικόλαος, εἷς τῶν ἑπτὰ εἰς διακονίαν ὑπὸ τῶν ἀποστόλων κατασταθείς, ὃς ἀποστὰς τῆς κατ᾿ εὐθεῖαν διδασκαλίας ἐδίδασκεν ἀδιαφορίαν βίου τε καὶ βρώσεως, οὑ τοὺς μαθητὰς ἐνυβρίζον<τας> ἅγιον πνεῦμα διὰ τῆς ἀποκαλύψεως Ἰωάννης ἤλεγχε πορνεύοντας καὶ εἰδωλόθυτα ἐσθίοντας.

Κέρδων δέ τις καὶ αὐτὸς ἀφορμὰς ὁμοίως παρὰ τούτων λαβών καὶ Σίμωνος, λέγει τὸν ὑπὸ Μωσέως καὶ προφητῶν θεὸν κεκηρυγμένον μὴ εἶναι πατέρα Ἰησοῦ Χριστοῦ. τοῦτον μὲν γὰρ ἐγνῶσθαι τὸν δὲ τοῦ Χριστοῦ πατέρα εἶναι ἄγνωστον, καὶ τὸν μὲν εἶναι δίκαιον, τὸν δὲ ἀγαθόν.

τούτου δὲ τὸ δόγμα ἐκράτυνε Μαρκίων, τάς τε ἀντιπαραθέσεις ἐπιχειρήσας καὶ ὄσα αὐτῷ ἔδοξεν εἰς τὸν τῶν ἁπάντων δημιουργὸν δυσφημήσας. ὁμοίως δὲ καὶ Λουκιανὸς ὁ τούτου μαθητής.

[*](6 — 11 Iren. Ι 26, 3 s. 214 H.: Nicolaitae autem magistrum quidem liabent Nicolaum unum ex VII, qui primi ad diaconiura ab apostolis ordinati sunt; qni indiscrete vivunt. plenissime autem per loannis Apocalvpsin manifestantur qui sint, nullam diflerentiam esse docentes in moechando et idolothyton edere. quapropter dixit et de iis sermo (Apoc. 2, 6): sed hoc habes quod odisti opera Nicolaitorum, quae et ego odi. Vgl. Tert. 1 S. 215, 16ff Kr.; Filastrias C. 33, 1 Theodoret III 1; Epiph. XXV 2 ff. — Ob Stepbanus Gobarus, der bei Photius Cod. 232 Hippolyts ünstiges Urteil über Nikolaos ähnt, unsere Stelle oder das Syntagraa im Auge hat, ist nicht zu entscheiden — 7 Act. 6, 5 — 10 f Apoc. 2, 14)[*](12 — 19 Iren. Ι 27, 1 S. 214 H.: Κέρδων δέ τις ἀπὸ τῶν περὶ τὸν Σίμωνα τὰς ἀφορμὰς λαβὼν . . . . ἐδίδαξεν τὸν ὑπὸ τοῦ νόμου καὶ προφητῶν κεκηρυγμένον θεὸν μὴ εἶναι πατέρα τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ· τὸν μὲν γὰρ γνωρίζεσκθαι, τὸν δὲ ἀγνῶτα εἶναι, καὶ τὸν μὲν δίκαιον, τὸν δὲ ἀγαθὸν ὑπάρχειν. δεξάμενος δὲ αὐτὸν Μαρκίων ὁ Ποντικὸς ηὔξησεν τὸ διδασκαλεῖον ἀπηρυθριασμένως βλασφημῶν cum qui a lege et prophetis annunciatus sit deus)[*](3 <αἱ> γνῶμαι Cruice 4 πολλῆς ἀλογίας Roeper 5 σεμνότεροι περὶ] πρὸς (und ἠνέγχθησαν) Bunsen Ι 377 (I 72), vgl. S. 3, 22 f φιλοσοφήσαντες ï We.: οἱ φιλ. Ρ ἀφ’] εἐξ Sauppe 6 ἠλέγχθησαν Roeper: ἠνέχθησαν Ρ ἀυτοῖς Bunsen Ι 377 (I 71), ö.: αὐτῶν Ρ 9 βρώσεως Bunsen Ι 378 (I 74): γνώσεως Ρ ἐνυβρίζον Ρ 12 Titel κέρδων καὶ λουκιανὸς schwarz Ρ 18 δυσφημίσας Ρ δὲ ö.: τε Ρ Λουκιανός] s. zu S. 190, 16)
224