Panarion (Adversus Haereses)

Epiphanius

Epiphanius. Epiphanius, Volume 1-3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrichs, 1915-1933.

καὶ δέχονται μὲν καὶ αὑτοὶ τὸ κατὰ Ματθαῖον εύαγγέλιον. τούτῳ γὰρ καὶ αύτοί, ὡς καὶ οἱ κατὰ Κήρινθον καὶ Μήρινθον χρῶνται μόνῳ. καλοῦσι δὲ αὐτὸ κατὰ [*](1f vgl. clement. Hom. III 20; S. 41, 32 ff Lagarde = clement. Recogn. II 22 ὃς ἀπ᾿ ἀρχῆς αἰῶνος ἅμα τοῖς ὀνόμασι μορφὰς ἀλλάσσων τὸν αἰῶνα τρέχει, μέχρις ὅτε ἱδίων χρόνων τυχὼν . . . εἰς ἀεὶ ἔζει τὴν ἀνάπαυσιν (abgeschwächt I 52 Christus qui ab initio et semper erat, per singidas quasque generationes piis, latenter licet, semper tamen aderat, his praecipue a quibus exspectabatur quibusque frequenter apparuit) — 3f vgl. dement. Recogn. 33 I 33ff 47 clement. Hom. XVII 4; S. 160, 10 ff Lagarde XVIII 13; S. 173, 30ff — 6ff vgl. clement. Recogn. I 43 de Jesu . . . qui est Christus aeternus I 44 I 50 nam quod venturus sit Christus norunt etiam opsi (sc. die Juden) et exspectant); quod autem, iam venerit in humilitate hic qui dicitur Jesus ignorant; dazu Hippolyt refut. VII 34, 2;S. 221, 12 ff Wendland u. oben haer. 28, 1, 5; S. 314, 3ff — 9ff vgl. oben baer. 28, 5, 1; S. 317, 10 u. Irenaeus adv. haer. I 26, 2; I 212 f Harvey similiter id Cerinthus et Carpocrates opinantur. solo autem eo quod est secundum Matthaeum evangelio utuntur Eusebius h. e. III 27,4; S. 256, 15 f Scbwartz εὐαγγελίῳ δὲ μόνῳ τῷ καθ᾿ Ἑβραίους λεγομένῳ χρώμενοι τῶν λοιπῶν σμικρὸν ἐποιοῦντο λόγον III 25, 5; S. 252, 7f — Wohl durch diese Eusebiusstellen veranlaßt hat Epiph. den sonst nur noch haer. 46, 1, 9 bei ihm erwähnten u. dort gleichfalls verkehrt angebrachten Titel „Hebräerevangelium“ auf das ihm allein. bekannte Ebionitenevangelium übertragen. Die umgekehrte Verwechslung bei Hieronymus c. Pelag. III 2; Migne 23, 570 B in evangelio inxta Hebraeos quod chaldaico quidem syroque sermone, sed hebraicis literis scriptum est, quo utuntur usque hodie Naxareni, secundum apostolos sive ut plerique autumant iuxta Matthaeum, vgl. Zahn, Gesch. d. neutest. Kan. II 2, 730 Harnack, Lit. Gesch. II 1, 626 (die wilden Aufstellungen von A. Schmidtke TU XXXVII 1 bleiben überall außer Betracht)) [*](V Μ) [*](1 δὲ < M 3 δὲ *] τε V M 8 ἄλλοτε *] ἄλλοθι V < Μ)

338
Εβραίους, ὡς τὰ ἀληθῆ ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι Ματθαῖος μόνος Ἑβραϊστὶ καὶ Ἑβραϊκοῖς γράμμασιν ἐν τῇ καινῇ διαθήκῃ ἐποιήσατο τὴν τοῦ εὐαγγελίου ἔκθεσίν τε καὶ κήρυγμα.

ἤδη δέ που καί τινες πάλιν ἔφασαν καὶ ἀπὸ τῆς Ἑλληνικῆς δια- λέκτου τὸ κατὰ Ἰωάννην μεταληγθὲν εἰς Ἑβραΐδα ἐμφέρεσθαι ἐν τοῖς τῶν Ἰουδαίων γαζοφυλακίοις, φημὶ δὲ τοῖς ἐν Τιβεριάδι, καὶ ἐναποκεῖσθαι ἐν ἀποκρύφοις. ὥς τινες τῶν ἀπὸ Ἰουδαίων πεπιστευκότων ὑφηγήσαντο ἡμῖν κατὰ λεπτότητα·

οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τῶν Πράξεων τῶν ἀποστόλων τὴν βίβλον ὡσαύτως ἀπὸ Ἑλλάδος γλώσσης εἰς Ἑβραΐδα μεταληφθεῖσαν λόγος ἔχει ἐκεῖσε κεῖσθαι ἐν τοῖς γαζοφυλακίοις, ὡς καὶ ἀπὸ τούτου τοὺς ἀναγνόντας Ἰουδαίους τοὺς ἡμῖν ὑφηγησαμένους εἰς Χριστὸν πεπιστευκέναι.

4. Ἦν δέ τις ἐξ αὐτῶν Ἰώσηπος, οὐχ ὁ συγγραφεὺς καὶ ἱστοριογράφος καὶ παλαιὸς ἐκεῖνος, ἀλλ’ ὁ ἀπὸ Τιβεριάδος ὁ ἐν χρόνοις τοῦ [*](P128) μακαρίτου Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως τοῦ γέροντος >, ὃς καὶ παρ’ αὐτοῦ τοῦ βασιλέως ἀξιώματος κομήτων ἔτυχε καὶ ἐξουσίαν εἴληφεν ἐν αὐτῇ τῇ Τιβεριάδι ἐκκλησίαν Χριστῷ ἱδρῦσαι καὶ ἐν Διοκαισαρείᾳ καὶ ἐν Καπερναοὺμ καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις, ὃς καὶ πολλὰ πέπονθεν ὑπ᾿ αὐτῶν τῶν Ἰουδαίων πρὶν ἢ τῷ βασιλεῖ ἐμφανισθῆναι.

οὗτος γὰρ ὁ Ἰώσηπος τῶν παρ᾿ αὐτοῖς ἀξιωματικῶν ἀνδρῶν ἐναρίθμιος ἠν. εἰσὶ δὲ οὗτοι <οἱ> μετὰ τὸν πατριάρχην, καλούμενοι. προσεδρεύουσι δὲ τῷ πατριάρχῃ καὶ σὺν αὐτῷ πολλάκις καὶ ἐν νυκτὶ καὶ ἐν ἡμέρᾳ συνεχῶς διάγουσι, διὰ τὸ συμβουλεύειν καὶ ἀναφέρειν αὐτῷ τὰ κατὰ τὸν νόμον.

ὁ δὲ πατριάρχης κατ᾿ ἐκεῖνο καιροῦ Ἐλλὴλ τοὔνομα ἦν νομίζω γὰρ ὅτι οὕτως τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰώσηπος ἔλεγεν, εἰ μὴ ἀπὸ τοῦ χρόνου σφάλλομαι), ἐκ γένους δὲ τοῦ [*](1 vgl. zu haer. 29, 9, 4; S. 332, 8ff — 21f über die ἀπόστολοι u. ihr ältnis zum πατριάρχης vgl. Eusebius in Jes. 18, 1f; Migne 24, 213 A ff Hieronymus zu Gal. 1, 1; Migne 26, 311 B CJL IX 648 (vgl. 6220) cod. Theod. XVI S, 14 dazu ürer, Gesch. d. üd. Volkes III4 119f. 149 Harnack, Die Mission u. Ausbreitung des Christentums 2 I 274ff — 25 vgl. über diesen Hillel Ideler, Handbuch der Chronol. I 576ff ürer, Gesch. des üd. Volkes I4 754 V M) [*](5 vor τὸ κατὰ + καὶ V | μεταλη////φθὲν, μ ausradiert Vcorr 10 μεταληφθεῖσαν, β β oben hineingeflickt φ nicht durchgestrichen) Vcorr | ἔχει + καὶ V 12 ἀφηγησαμένους M 13 Ἰώσηππος M 14 ἀλλὰ M | ὁ1 < M 15 βασιλεύσαντος V | > * 16 κομίτων V M 1 7 τῇ < 18 ἐν2 < V | ἄλλαις] πόλεσι zu änzen ist überflüssig, vgl. S. 348 20 Ἰώσηππος M 21 > *)

339
Γαμαλιὴλ ἐτύγχανεν τοῦ παρ᾿ αὐτοῖς γενομένου πατριάρχου.

ἔστι δὲ διανοηθῆναι, ὡς καὶ ἄλλοι οὕτως ὑπέθεντο, τούτους εἶναι γένους ἐκείνου τοῦ πρώτου Γαμαλιὴλ τοῦ ἐπὶ τοῦ σωτῆρος, τοῦ κατὰ θεὸν συμβουλεύσαντος ἀποσχέσθαι τῆς κατὰ τῶν ἀποστόλων ἐπηρείας.

τελευτῶν δὲ ὁ Ἐλλὴλ ἠξίωσε τὸν κατ᾿ ἐκεῖνο καιροῦ ἐπόσκοπον πλησιόχωρον τῆς Τιβερι〈έ〉ων ὄντα καὶ ἐκομίσατο παρ’ αὐτοῦ τὸ ἅγιον λουτρὸν ἐπὶ τῇ ἐξόδῳ αὐτοῦ διὰ προφάσεως ἰατρικῆς ὑποθέσεως.

μεταστειλάμενος γὰρ αὐτὸν διὰ τοῦ προειρημένου Ἰωσήπου ὡς ἰατρὸν ὄντα καὶ ποιήσας πάντας ἔξω γενέσθαι παρεκάλεσε τὸν ἐπίσκοπον λέγων »δώρησαί μοι τὴν ἐν Χριστῷ σφραγῖδα«.