Panarion (Adversus Haereses)

Epiphanius

Epiphanius. Epiphanius, Volume 1-3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrichs, 1915-1933.

ἐκεῖσε τοίνυν συνδυάσαντες συμβούλιον λαμβάνουσι μετ᾿ ἀλλήλων πύργον καὶ πόλιν οἰκοδομῆσαι· ἀπὸ δὲ τοῦ κλίματος τοῦ πρὸς [*](5 Gen. 1, 26 — 13 —176, 15 vgl. Ancoratus c. 12 ff Panarion h. 66, 83 dazu V. Gutschmid, Kl. Sehr. V 604 ff — 17 —19 liber Jub. 10, 19 Littmann — 19 f vgl. lib. Jub. 10, 26 Littmann — 22 f vgl. oben Anaceph. 2, 2; S. 162, 14 ff u. de duod. gemmis 36 CSEL 3511 S. 753, 14 ff Günther Scythiam vero soliti veteres appellare cimdam septentrionalem plagani, tibi sunt Gothi et Dauni, Uenni et Arii (die Änderung in Abu ist falsch) usque ad Germanorum Amazonarumque regionem GU M 13 —19 Chronicon pasch. 26 A; S. 45, 5 —12 Dindorf 19 — S. 176, 7 Chron. pasch. 26 B ; S. 45, 14 — 46, 1 Dindorf) [*](4 <ἦν> * 6 ἀλλ’ ὅτι] ἀλλὰ GU 7 ἐδείκνυτο < U 10 τε < Μ 13 ἕως + τούτου GU 14 κατακλυσμὸν + τουτέστιν ἀπὸ Αρφαξὰδ ἕως τοῦ Φαλέγ Chron. pasch. 15 παῖδες < Chron. pasch. 16 τούτων παῖδες < U 18 ἀπὸ < Chron. pasch. | Λοῦβερ M 19 | * <οἰκεῖν> * 20 Σενναὰρ GU | ἐν χώρᾳ τῇ Περσίδι] ἐν τῇ Περσῶν Chron. pasch. | ἦν δὲ + τοῦτο GUM < Chron. pasch. 21 καὶ ποιησάμενοι Chron. pasch.)

176
Εὐρώπην εἰς Ἀσίαν κεκλικότες ἐπωνομάσθησαν χάντες κατὰ τὴν τοῦ χρόνου ἐπίκλησιν Σκύθαι.

κτίζουσι δὲ τὴν πυργοποιίαν καὶ οἰκοδομοῦσι τὴν Βαβυλῶνα. καὶ οὐκ ηὐδόκησεν ὁ θεὸς ἐπὶ τῷ ἔργῳ τῆς αὐτῶν ἀνοίας· διεσκέδασε γὰρ αὐτῶν τὰς γλώττας καὶ ἀπὸ μιᾶς εἰς ἑβδομήκοντα δύο διένειμεν κατὰ τὸν τῶν τότε ἀνδρῶν ἀριθμὸν εὑρεθέντων, ὅθεν καὶ Μέρο πες οὗτοι κέκληνται διὰ τὴν μεμερισμένην φωνήν, καὶ τὸν πύργον ἀνέμων βολὴ κατέστρεψεν.

ἐμερίσθησαν γοῦν ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν δεξιά τε καὶ εὐώνυμα, οἱ μὲν παλίνορσοι ὅθεν ἐκβεβήκασιν. ἄλλοι δὲ ἐπὶ τὰ πρόσω τῆς ἀνατολῆς κεχωρηκότες, ἕτεροι δὲ τὴν Λιβύην κατειλήφασιν·

ὡς καὶ περὶ τούτων τὴν ἀκρίβειαν εἴ τις ἐθέλοι καταλαβέσθαι, εὕροι ἄν ἕκαστον τῶν προκεχωρηκότων καθ᾿ ἑκάστην τινὰ πατρίδα πῶς εἴληχε τὸν κλῆρον, ὡς ὁ Μιστρὲμ μὲν διαδέχεται τὸν τῆς Αἰγύπτου κλῆρον , Χοὺς δὲ τὴν Αἰθιοπίδα , Ψοῦς τὰ Ἀξωμιτικὰ μέρη, Ῥέγμα καὶ Σαβακαθὰ καὶ † Θωϋὰν καὶ † Λοὺδ τὰ πρὸς τῇ Γαραμῶν χώρᾳ. καὶ ἴνα μὴ εἰς πολὺ πλάτος ποιήσωμαι τὴν ἐνταῦθα σύνταξιν τοῦ προοιμίου, ἐλεύσομαι πάλιν ἐπὶ τὸ προκείμενον καὶ κατὰ τὴν διαδοχὴν αὖθις ἐπιλήψομαι τῆς ἀκολουθίας.

<Γݲ.>

Μεταξὺ γοῦν τοῦ Ἔβερ καὶ τοῦ Φαλὲκ καὶ τῆς πυργοποιίας καὶ πρώτης πόλεως μετὰ τὸν κατακλυσμὸν κτισθείσης ἐπ’ αὐτῇ τῇ οἰκοδομῇ ἀρχὴ λοιπὸν συμβουλίας ἀθροισμοῦ καὶ τυραννίδος γίνεται. [*](2 vgl. Gen. 11 — 2 —15 vgl. Panarion h. 39, 8 — 4 f vgl. S. 164, 7 u. de mens, ac pond. S. ISO, 53 Lagarde — 7 vgl. lib. Jiib. 10, 26 Littmann — 10 f vgl. Ancoratus c. 113; S. 20 —23 — 13 vgl. Gen. 10, 6 f lib. Jub. 9, Iff Litt- mann — 20 ff Gen. 10, 8 —12; vgl. Theophilus ad Autol. H 31; S. 144 Otto dem. Hom. IX 4 ff; S. 94, 3 ff Lagarde G U M Chron. pasch, (bis Ζ. 7)) [*](1 ἀπὸ Εὐρώπης εἰς Ἀσίαν κεκλικότος? * 2 δὲ < Chron. pasch. 4 ἀνομίας Chron. pasch. | μιᾶς + γλώσσης Chron. pasch. 5 ἀριθμὸν hinter κατὰ τὸν Chron. pasch. 6 εὑρεθέντων Chron. pasch.] εὑρεθέντα GUM |. αὐτοὶ Chron. pasch. 11 εἴ τις] ἥτις G | δἄν G U | προκεχωρηκότων *] προσκεχωρηκότων GUM 13 Μιστρὸμ M 14 Αἰθίοπα V | Ψοῦς] Φοὺθ Gutschmid; aber dieselbe Form Pan. h. 39, 8, 5 | Ἀξωματικὰ U Αὐξωμαιτικὰ M 15 † Θωϋὰν καὶ † Λοὺδ] Δωυδὰν <ὁ> καὶ Ε;, vgl. Hippolyt § 107 (Gutschmids Θαμυδὴν st. Θωϋὰν ist zu künstlich) | Ἐλοὺδ U 18 am Β M 21 vor πρώτης + τῆς U 22 nach γίνεται + Νεβρώθ U)

177
Νεβρὼδ γὰρ βασιλεύει υἱὸς τοῦ Χοὺς τοῦ Αἰθίοπος,

ἐξ οὗ Ἀσοὺρ γεγέννηται. τούτου ἡ βασιλεία ἐν Ὀρὲχ γεγένηται καὶ ἐν Ἀρφὰλ καὶ Χαλαννῃ· κτίζει δὲ καὶ τὴν Θειρὰς καὶ τὴν Θοβὲλ καὶ Λόβον ἐν τῇ Ἀσσυρίων χώρᾳ. τοῦτόν φασι παῖδες Ἑλλήνων εἶναι τὸν Ζωροάστρην, ὃς πρόσω χωρήσας ἐπὶ τὰ ἀνατολικὰ μέρη οἰκιστὴς γίνεται Βάκτρων.

ἐντεῦθεν τὰ κατὰ τὴν γῆν παράνομα διανενέμηται· ἐφευρετὴς γὰρ οὑτος γεγένηται κακῆς διδαχῆς, ἀστρολογίας καὶ μαγείας, ὥς τινές φασι περὶ τούτου τοῦ Ζωροάστρου· πλήν, ὡς ἡ ἀκρίβεια περιέχει, τοῦ Νεβρὼδ τοῦ γίγαντος οὗτος ἦν ὁ χρόνος, πολὺ δὲ ἀλλήλων τῷ χρόνῳ διεστήκασιν ἄμφω, ὅ τε Νεβρὼδ καὶ ὁ Ζωροάστρης.

Φαλὲκ δὲ γεννᾷ τὸν Ῥαγαῦ, Ῥαγαῦ τὸν Σεροὺχ τὸν ἑρμηνευόμενον ἐρεθισμόν, ἀφ’ οὗ ἤρξατο εἰς ἀνθρώπους ἡ εἰδωλολατρεία τε καὶ ὁ Ἑλληνισμός, ὡς ἡ ἐλθοῦσα εἰς ἡμᾶς γνῶσις περιέχει. οὔπω δὲ ἐν ξοάνοις καὶ ἐν τορείαις λίθων ἢ ξύλων ἢ ἀργυροτεύκτων ἢ <ἐκ> χρυσοῦ ἢ ἄλλης τινὸς ὕλης πεποιημέναις, μόνον δὲ διὰ χρωμάτων καὶ εἰκόνων ἠ τοῦ ἀνθρώπου διάνοια ἑαυτῇ ἐφηύρατο τὴν κακίαν καὶ διὰ τοῦ αὐτεξουσίου καὶ λογιότητος καὶ νοῦ ἀντὶ τῆς ἀγαθότητος τὸ παράνομον ἐφηύρατο.

γίνεται δὲ τῷ Σεροὺχ παῖς ὁ Ναχώρ, Ναχὼρ δὲ γεννᾷ τὸν Θάρρα. ἐντεῦθεν γέγονεν ἀνδριαντοπλασία ἀπὸ πηλουργίας καὶ κεραμικῆς ἐπιστήμης ἐκ τῆς τοῦ Θάρρα τούτου [*](1 —3 vgl. Gen. 10, 8. 10 (Hippolyt Chronik § 54. 108. 109 Bauer) — 3f aus unbekannter Quelle — 4 ff Nimrod = Zoroaster als Erfinder der Magie dement. Hom. IX 4; S. 94, 4 Lagarde (vgl. auch Recogn. I 30); Epiphanius u. Clemens mit einander verbunden Chron. pasch. 28 B ; S. 49, 15 — 19 Dindorf — 9 Epiphanius folgt für Zoroaster wohl dem Ansatz des Eusebius vgl. praep. ev. Χ 9 21, 805 D Chronik S. 29, 1 Karst Hieronymus Chronik S. 20, 13 Helm — 11 f Gen. 11 , 18.20 — 12 Beginn des Götzendienstes unter Seruch Hb. Jub. 11,4 — 6 Littmann; vgl. auch Suidas s. v. Σερούχ — 15 vgl. Ancoratus c. 102, 7; S. 123, 12 ff u. Panarion anaceph. c. 3, 2; S. 163, 5 — 18 f Gen. 11, 22. 24 — 19 der Götzendienst unter Thara lib. Jub. 11, 16 Littmann; vgl. Ancoratus c. 102, 7; S. 123, 14 ff u. Panarion anaceph. c. 3, 3; S. 163, 9 ff GU M 6 —8 Chron. pasch. 28 B; S. 49, 15 —17 Dindorf) [*](1 Νεβρὼθ U | Ἀσσοὺρ U 3 Χαλλάνη M | Θήρας G M | Λοβὸν M 4 Ἑλλήνων παῖδες G 5 τὰ < G Μ 7 ἐγένετο Chron. pasch. | διαδοχῆς G διακονίας Chron. pasch. 9 vor πολὺ + οὐ G U 10 ἀλλήλων] Ἑλλήνων M 11 Ῥαγὰβ U 12 ἀφ’ οὗ] καὶ U M | ἡ < U | am Rande ΓΜ 13 ὁ < 14 <ἐκ> *; + ἐξ vor ἄλλης (Z. 15) U 15 πεποιημέναις *] πεποιημένων G U M 16 vor ἑαυτῇ + ἐφ’ GU | ἐφηύρετο G ηὕρισκε V 18 ἐφηύρετο G ἠφηύρατο U 20 ἐκ] διὰ U)

178
τέχνης. περιέστη δὲ ὁ αἰὼν εἰς εἰκοστὴν γενεὰν ἕως τούτου, ἐτῶν τρισχιλίων τριακοσίων τριάκοντα δύο.