De signis Odysseae

Aristonicus of Alexandria

Aristonicus. Aristonici Περὶ Σημίων Ὀδυσσείας. Carnuth, Otto, editor. Leipzig: Hirzel, 1869.

771.

ὅ οἱ φόνος υἷι τέτυκται.

*) ὅτι φόνος τῷ υἱῷ αὐτῆς ηὐτρέπισται· ἡ γὰρ οἱ ἀντὶ γενικῆς ἐστι. H. cf. Fr. 22.

783.

πάντα κατὰμοῖραν· ἀνὰ θ’ ἱστία λευκὰ πέτασσαν.

†) περιττὸς δοκεῖ οὗτος ὁ, στίχος M.

Non legit Eust. cf. 1517, 44, omiserunt ADEGHL.

786.

ἕσπερον.

*) [ἡ διπλῆ ὅτι ἀρσενικῶς] τὴν ἑσπέραν ἕσπερον εἶπεν. HGl. cf. ad α 422 et exempla ibid.

793.

ἐπήλυθε νήδυμος ὕπνος.

Ex schol. in E apparet, fuisse diplam Ar. de vocabulo νήδυμος, pro quo nonnulli ἥδυμος legerunt, litteram ν ut ἐφελκυστικὸν ad ἐπήλυθε trahentes. cf. ad B 2. K 187. Π 54.

794.

λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα.

*) ὅτι οὕτως λέγει τὰς συναφὰς τῶν μελῶν, οὐ τὰ μέλη. (οὐκ οὖν ἂν εἴποι μηρὸν ἢ χεῖρα ἅψεα.) PQH.

797.

Ἰφθίμῃ κούρῃ.

†) ἀμφιβάλλει Ἀρίσταρχος, πότερον ἐπίθετον τὸ ἰφθίμη, ἢ κύριον. P.

816.

ἐσθλόν, τοῦ κλέος εὐρὺ καθ’ Ἑλλάδα καὶ μέσον Ἄργος.

Certe obelo notavit Ar. cf. δ 726. I 395.

836.

οὐ μέντοι κεῖνόν γε δίηνεκέως ἀγορεύσω.

*) [ἡ διπλῆ πρὸς τὸ σχῆμα] ἀντὶ τοῦ τὰ περὶ ἐκείνου BEQPT. cf. F. Ar. 25.

845.

Σάμοιό τ’ παιπαλοέσσης.

*) ὅτι τὴν Σάμην Σάμον λέγει H.

cf. δ 671.