De signis Odysseae

Aristonicus of Alexandria

Aristonicus. Aristonici Περὶ Σημίων Ὀδυσσείας. Carnuth, Otto, editor. Leipzig: Hirzel, 1869.

210.

εὗρον δ’ ἐν βήσσῃσι τετυγμένα δώματα Κίρκης.

212.

ἀμφὶ δέ μιν . . .

†) ἀπὸ τοῦ πληθυντικοῦ τοῦ δώματα (210) πρὸς ἑνικόν τὸ δῶμα ὑπήντησεν, ὡς τὸ ἐξ ἑτέρων ἕτερ’ ἐστίν (ρ 266). εἶτα ἐπιφέρει οὐκ ἄν τίς μιν ἀνήρ Q. cf. F. Ar. 32.

238.

ῥάβδῳ πεπληγυῖα.

Fuit diple ὅτι παθητικῶς πεπληγυῖα ἀντὶ τοῦ πλήσσουσα. cf. ad Ο 730 ubi hic versus sic explanatur. Perfectum secundum enim non ad activum sed ad medium (Ar. παθητικὸν) pertinere veteres statuerunt. cf. F. Ar. 3.

239.

καὶ δέμας.

Diple periestigmene, quod Zenodotus legit καὶ πόδας cf. H.

240.

αὐτὰρ νοῦς ἦν ἔμπεδος ὡς τὸ πάρος περ.

*) [ἡ διπλῆ] πρὸς τὴν ἑξῆς ἀθέτησιν (329), ὅτι τὸ σῶμα μόνον ἠλλοιοῦτο, ἡ δὲ ψυχὴ ἔμενεν ἀμετάβλητος. πῶς οὖν ἂν λέγοι σοὶ δέ τις ἐν στήθεσσιν ἀκήλητος νόος ἐστίν (329), ὡς καὶ τοῦ νοῦ ἠλλοιωμένου; HQT.

242.

πάρ ῥ’ ἄκυλον βάλανόν τ’ ἔβαλεν καρπόν τε κρανείης.

Versum Aristarchus non legit cf.HQV. Ἀρίσταρχος οὐκ οἶδε τόν στίχον. ὁ δὲ Καλλίστρατος ἀντ’ αὐτοῦ γράφει παντοίης ὕλης ἐτίθει μελιηδέα καρπόν.

268.

οὔτε τιν’ ἄλλον || ἄξεις σῶν ἑτάρων.

†) Ἀρίσταρχος ἀντὶ τοῦ σῶον H.

271. not. 2.

307.

Ἑρμείας μὲν ἔπειτ’ ἀπέβη.

Notatum fuit vocabulum ἔπειτα ἀντὶ χρονικοῦ, ἀντὶ τοῦ μετὰ ταῦτα, cf. Ι 169 ubi sic explanatur noster versus.

320.

ἔρχεο νῦν συφεόνδε, μετ’ ἄλλων λέξο ἑταίρων.

†) οὕτως Ἀρίσταρχος δισυλλάβως τὸ λέξο· ἄδηλον δὲ πότερον κοιμῶ ἢ συναριθμοῦ H.

E Didymo et Aristonico manasse videtur. cf. L. Ar. 147.

328.

ἀμείψεται ἕρκος ὀδόντων.

†) διαβῇ, παρέλθῃ. τὰ φάρμακα δηλονότι, ὡς τὸ δοῦρα σέσηπεν (Β 135) Q.

Diple fuit, quod praeter consuetudinem verbi formam singularem construxit Homerus cum plurali neutrius φάρμακα (cf. F. Ar. 15) et quod in verbo ἀμείψεται vocalis η̄ correpta est (cf. F. Ar. p. 13).

329.

σοὶ δέ τις ἐν στήθεσσιν ἀκήλητος νόος ἐστίν.

ὁ Σιδώνιός φησιν ἀθετεῖσθαι τὸν στίχονH. Ab Aristarcho expunctum esse versum manifestum est ex Ar. ad v. 240. De Dionysio Sidonio ab Aristonico commemorato cf. ad Μ 36. Τ 365.

351.

οἵ τ’ εἰς ἅλαδε προρέουσιν.

†) οἵ τε ἅλαδε, οὕτω γράφει Ζηνόδοτος (corr. Duentzer p. 83, cod. οἵτ’ εἰς ἅλαδε lemma, et οὔτε γρ. Ζ.), Ἀρίσταρχος δὲ οἳ εἰς ἅλαδε. περισσὴ δέ ἐστιν ἡ εἰς HQ. (Buttmanni coniectura acutissima pro codd. εἰς ἅλα· δεύτερον). Didymi et Aristonici verba coaluerunt, de praepositione εἰς superflua cf. F. Ar. p. 27 et 28.

354.

ἡ δὲ ἑτέρη.

*) ὅτι τὸ ἑτέρη ὑγιῶς ἐπὶ τῆς δευτέρας H. cf. Ι 313. Μ 93.

409.

οἴκτρ’ ὀλοφυρομένους.

†) οἰκτρῶς καὶ ἐλεεινῶς ὀδυρομένους F. Ar. 29. α 209 et exempla ibid.

440.

ἀποπλήξας κεφαλήν.

ἀντὶ τοῦ ἀποκόψας ex Ψ 120 hic posui, ubi Ar. sic interpretatur hunc locum. Altera lectio erat ἀποτμήξας, quam Zenodoti esse colligam ex schol. Σ 34. cf. Eust. 1664, 31. L. Ar. 13. Λ 146. Did.

471.

καὶ τότε μ’ ἐκκαλέσαντες.

*) [ἡ διπλῆ ὅτι] ὁ καὶ περισσός BQ. cf. F. Ar. 34. α 33.

495.

τοὶ δὲ σκιαὶ ἀίσσουσιν.

†) ἀντὶ τοῦ αἱ ψυχαί· ὁ μέντοι ποιητὴς πρὸς τοὺς ἄλλους νεκροὺς ποιεῖται τὴν σύγκρισιν ἐν τῷ οἱ δὲ ἄλλοι νεκροὶ ὡς σκιαὶ ἀίσσουσιν BQT. cf. F. Ar. p. 30.

501.

ὦ Κίρκη, τίς γάρ.

*) [ἡ διπλῆ ὄπι] ἀπὸ τοῦ γὰρ ἤρξατο H. cf. α 337 et exempla ibid.

509.

ἐνθ’ ἀκτή τε λάχεια.

Fuit diple periestigmene, quod Zenodotus scripsit ἐλάχεια cf. BHQT: βαθεῖα, εὔγεως, εὔσκαφος. οὐ δεῖ δὲ γράφειν ἐλάχεια (sic Zenod. cf. ι 116), οὐ γὰρ εἰκὸς ἐλάχιστον ἀκούειν τῆς Περσεφόνης τό τέμενος. οὐκ ἄτοπον δὲ περὶ τὴν ἀκτὴν εἶναι ἄλσος. πολλὰ γὰρ εὕροι τις ἂν ἄλση ἐπιθαλάσσια.