De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

78 λεπὶς δὲ ἡ μὲν ἐκ τῶν Κυπρίων μετάλλων παχεῖα, καλουμένη δὲ ἡλῖτις, καλή· φαύλη δὲ ἡ ἐκ τοῦ λευκοῦ χαλκοῦ, λεπτὴ καὶ ἀσθενὴς ὑπάρχουσα, ἣν ἀποδοκιμάζομεν, ἐγκρίνοντες τὴν παχεῖαν καὶ ἔγκιρρον καὶ ὄξους ἐπιρραινομένου ἰουμένην. δύναμιν δὲ ἔχει στυπτικήν, σταλτικήν, λεπτυντικήν, σηπτικήν, νομῶν ἐφεκτικήν, ἀπουλωτικήν· πινομένη δὲ μετὰ μελικράτου ὕδωρ ἄγει.

τινὲς δὲ φυρῶντες αὐτὴν μετὰ ἀλεύρου 2 [*](1 Cels. V — D. eup. I 41 (113) — Ruf. (Orib. II 124) — Pl. l. s. 109 eup. I 219 (208) — eup. I 64 (125) Pl. l. s. — eup. I 86 (137) Pl. l. s. — eup. I 85 (136) Pl. l. s.) [*](8 SIM. Pl. XXXIV 107 sq. (e S. N.).) [*](8 EXC. Orib. XIII s. v. (λεπὶς — ἰουμένην); Gal. XII 223 (unde Aet. II 59. Paul. Aeg. VII 3 s. v.), Ps. Gal. simpl. s. v. lepis.) [*](12 SIM. Cels. V 6. 7. 8 — Zop. (Orib. II 579) D. eup. I 200 (196) — Cels. V 5 Pl. l. s. 109 Ruf. (Orib. II 124 Zop. (Orib. II 555) — eup. I 46 (114).) [*](3 ad rem cf. Ruf. (Orib. II 124) τετραβόλου F: τετροβόλου E: τετραωβόλου ADi πλῆθος] βάρους E (υ del. E2) 4 ἐν addidi δακτυλίῳ PE (compend. scr. Q): δακτύλια A: δακτυλίων Di, cf. Pl. XXXIV 109 lavantur . . . ad eosdem usuus, et amplius narium carnosa vitia, item sedis (sic corrige) καὶ (tert.) om. Di 5 δυσκώφους Di 6 ἐυφυσσᾶται H, ad rem cf. D. eup. I 64 (125)) [*](8 num. cap. ψμβ´ O: ψμδ Dι: πᾱ E tit. περὶ λεπίδος HADi χαλκοῦ λεπίς· ἡ μὲν Orib.: λεπίδες δὲ ἡ μὲν E fort. Κυπριακῶν coll. D, V 79 μετάλλων] χαλκουργικῶν ἥλων Di: χαλκουργηματικῶν ἥλων A2) (superscr.): bona est, qui ex acutis (ἥλοις?) cyprinis fit, quae et pacia dicitur aut elitis Dl ἡ παχεῖα Orib. παχεῖα om. HA (superscr. A2) 9 ἡλῖτις] ἡλίτης ἢ πλακίτην E (ἢ πλ. del E2), at cf. Gal. l. s. ὀνομάζουσι δὲ τινες καὶ ἡλῖτιν λεπίδα λευκοῦ] λεπτοῦ Dl: φαύλου Di: λευκοῦ καὶ φαύλου χαλκοῦ E: ἐκ τοῦ φαύλου ἢ mg. add. A2: fit ex candido aere squama longe Cypria inefficacior Pl post χαλκοῦ add. ἢ ἐκ τοῦ λευκοῦ Di 10 ἐκκρίνοντες F 12 στυπτικήν om. Q: virtus est ei stiptica Dl κατασταλτικήν HA (κατα superscr. F) λεπτυντικήν, σταλτικήν E: λεπτυντικήν om. Di σηπτικήν (στυπτικήν superscr. A2) A 13 νομῶν ἐφεκτικήν, σηπτικήν Di ἐπουλωτικήν Q 14 post ἄγει mg. add. διδομένου τριόβολον ἢ ⋖ ᾱῑ ἢ τὸ πολὺ ⋖ β· ἐπιπινέτω δὲ καὶ ὀλιγον ὄξος ἢ ἐπιροφήτω διὰ τὸ μὴ ἐμεθῆναι E2)

48
ἐν καταποτίῳ διδόασι. μείγνυται δὲ καὶ ταῖς ὀφθαλμικαῖς δυνάμεσι, ξηραίνουσα τὰ ῥεύματα καὶ βλέφαρα τραχέα ἀποτήκουσα.

3 πλύνεται δὲ οὕτως· καθάρας τῆς ξηρᾶς λεπίδος ἡμιμναῖον βάλε εἰς θυίαν μεθʼ ὕδατος διαυγοῦς, καὶ συναναταράξας τῇ χειρὶ ἐπιμελῶς, ἄχρι ἂν ὑποστῇ ἡ λεπίς, ἀφαίρει τὰ ἐφεστῶτα, ἀποχέας τε τὸ ὕδωρ ἐπίχει ὀμβρίου ὕδατος κύαθον ἕνα, πλατείᾳ τε τῇ χειρὶ τρῖβε εὐτόνως πρὸς τῇ θυίᾳ οἱονεὶ ἀποψώχων.