De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

ἐστι 3 δὲ καὶ ὀσφραντὸς πνιγὸς ὑστερικῆς καὶ τῶν καταφερομένων ἀνακλητικός. διώκει δὲ θηρία θυμιώμενος· ἁρμόζει δὲ καὶ πρὸς ὠταλγίας ἐνσταζόμενος σὺν ῥοδίνῳ καὶ πρὸς μυλαλγίας ἐντιθέμενος βρώμασι· ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς βῆχας μετ᾿  ᾠοῦ λαμβανόμενος, [*](9 SIM.: Pl. XXVI 118 D. eup. I 10 (98) — Pl. XXV 139 — Pl. XXVI 114 eup. I 18 (103) — Pl. XXV 139 Archig. (Gal. XII 554) eup. I 2 (94) — eup. I 240 (221) — Pl. XXVI 130 — [Hipp.] περὶ γυν. φ. 29 (VII 344) 32 (VII 350. 358) Pl. XXVI 156 eup. II 87 (296) — eup. I 15 (101) — Nic. Th. 76. 82 (ex Apollod.) Scrib. Larg. 163 Pl. XXV 118 eup. II 128 (323).) [*](1 λέγεσθαι P ποιεῖ κεφαλαλγίαν Orib. 2 τις om. R προδιαχρίσῃς N (de C non constat charta laesa): προδιαχρίσηται Orib. (ἑαυτοῦ om.): προδιαχρησθεὶς P (ex προδιαχρήσει ortum): προδιαχριθεὶς V: προδιαχρήσει A αὐτοῦ NHADi ῥοδίνῳ τὰς ῥῖνας RE 3 προεμβρέξῃ Orib.: προκαταβρέζῃ P: προκαταβρέχει V: om. R ὀπτηθεῖσα FHDi: ἡ ὀπισθεῖσα Orib.E (in marg. corr. E2) 4 χυλίζονται καὶ ἡ ῥίζα NEDi: χυλίζονται (om. ἡ ῥίζα) Orib. μανδραγόρου E 5 τοῦ χυλοῦ ὁ ὀπός FHADi ἐκπνεῖ] κτείνει R 6 ad rem cf. [Theophr.] l. s. qui succum inutilem aeque ac semen esse putat εὑρίσκεται δ᾿  ἐνίοτε Orib. προσπεπηγός Orib.NERV δακρύῳ R τῷ λιβανωτῷ Orib.: λιβάνῳ E: λιβανωτοῦ N 7 προσπεπλασμένον om. ROrib.: προπεπλασμένον F 8 σαρδόνι ROrib.: Ἀρκαδίᾳ [Theophr.] γενόμενος F 9 τὴν om. Orib. 10 καταβρεχόμενος R: καταβρεχόμενον E 12 ἰσχιαδικοῖς om. E 13 πάθεσιν χριόμενος R 14 ὀσφραντὸς PV: ὀσφραντικὸς reliqui 15 δὲ (pr.)] δὲ καὶ RE ὁρμόζει δὲ om. RE: δὲ om. Di 16 ὠταλγίαις (om. πρὸς) V: ὠταλγίαν FHADi abhinc habemus cod. Vind. (B) rescriptum, cuius incipit fol. 35 ἐνστάζεται R πρὸς om. REBA2 μυλαλγίαις καὶ ὀδονταλγίαις (ι alt. eras. E2) ἐντιθέμενος τοῖς βρώμασιν ἰᾶται E: ὀδονταλγίαις ἐπιτιθέμενος εἰς τὸ βρῶμα ἰᾶται B μυλαλγίας] κεγφαλαλγίας N: μυαλγίας CA2: ὀδονταλγίαν Di: iniectus foramini dentis dolores non admittit Dl 17 εἰς τὰ βρώματα RA2)

92
δυσπνοίαις τε καὶ στρόφοις καὶ πνευματικαῖς διαθέσεσιν ἀρμόζει, κοιλίαν τε ἠπίως μαλάσσει καὶ σπλῆνα τήκει καὶ δυστοκίαις ἐξόχως ἀρήγει, πρός τε πόνους καὶ διατάσεις κύστεως καὶ νεφρῶν πινόμενος ποιεῖ· ἀναστομοῖ δὲ καὶ ὑστέραν.

4 χρησίμη δὲ καὶ ἡ ῥίζα πρὸς τὰ αὐτὰ ἔλασσον ἐνεργοῦσα· πίνεται δὲ αὐτῆς τὸ ἀφέψημ· καθαίρει δὲ λεία ξηρὰ τὰ ῥυπαρὰ ἕλκη καὶ λεπίδας ἀπ᾿  ὀστέων ἀφίστησι καὶ ἀπουλοῖ τὰ παλαιά· μείγνυται δὲ καὶ κηρώμασι καὶ μαλάγμασι θερμαντικοῖς. ἐκλέγου δὲ τὴν πρόσφατον, ἄβρωτον, στερεάν, πλήρη ὀσμῆς. λύεται δὲ ὁ ὀπὸς εἰς τὰ ποτήματα ἀμυγδάλοις πικροῖς ἢ πηγάνῳ ἢ ἀνήθῳ ἢ ἄρτῳ θερμῷ.